Ενόψει της συζήτησης στη Βουλή, μια μηχανιστική αντιστροφή του επιφανειακού μηνύματος κάποιων δηλώσεων της αντιπολίτευσης, όπως αυτές καταγράφονται ως ειδήσεις μαρτυρά ότι το σημαινόμενο παραμένει στρεβλό και, ίσως, παρασύρεται από την ιδιοκτησιακή αντίληψη της εξουσίας και των λαθών που προκαλεί ο φόβος –μάλλον λανθασμένος- ότι καταρρέει το πολιτικό οικοδόμημα που συντήρησε τις παραδοσιακές πολιτικές δυνάμεις.

Ads

Αν δεχτούμε λοιπόν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ «στήνει νέα διαπλοκή», αυτό συνεπάγεται ότι υπάρχει «παλιά διαπλοκή», που έχει σαφές και απόλυτα μονοσήμαντο πρόσημο ως προς τα πολιτικά και επιχειρηματικά συμφέροντα που εξυπηρετεί και βρίσκονται απέναντι από τη σημερινή κυβέρνηση, άρα ταυτίζονται με τις δυνάμεις της σημερινής αντιπολίτευσης. 

Αν, επίσης, δεχτούμε ότι η υπόθεση Καλογρίτσα (που προφανώς έχει αναπάντητα ερωτηματικά) υπήρξε μια υπόθεση που έφθειρε το ηθικό πλεονέκτημα της κυβέρνησης, όπως την κατηγορεί η αντιπολίτευση, όλο το υπόλοιπο (δηλαδή όλο) μιντιακό κατεστημένο στερείται ηθικής υπόστασης. Αν μάλιστα αντιστρέψουμε τις κατηγορίες που αποδόθηκαν στην κυβέρνηση, οι παραδοσιακές δυνάμεις στα ΜΜΕ βασίζονται σε δανειοδοτήσεις χωρίς εγγυήσεις, κυβερνητική διαπλοκή και στήριξη συγκεκριμένων πολιτικών και επιχειρηματικών ελίτ. Δηλαδή ακριβώς το αφήγημα που ο ΣΥΡΙΖΑ κομίζει για το γνωστό τρίγωνο της διαπλοκής και καθοδηγεί την πολιτική του.

Αν εξάλλου δεχθούμε ως αληθή την είδηση (και μπορεί να είναι) ότι στην Πλατεία Κολωνακίου αποδοκίμασαν τον Πρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας – αν υποθέσουμε ότι τον γνώριζαν και τον αναγνώρισαν- το ερώτημα είναι για ποιο λόγο κάποιος θεώρησε ότι η αντιπάθεια των θαμώνων της Πλατείας Κολωνακίου για ένα ανώτατο δικαστικό, ενέχει κάποια ηθική απαξία ή πολιτικό κόστος για την κυβέρνηση. Απεναντίας αν κάποιος αντιστρατεύεται τα συμφέροντα της πλατείας Κολωνακίου προφανώς και αυτό συνιστά έπαινο.

Ads

Όταν ο Κ. Μητσοτάκης υπερασπίζεται την Αριστερά…

Κάτι τέτοιο θυμίζει ίσως τη δήλωση του Κυριάκου Μητσοτάκη ότι τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ «είναι ακραίοι αριστεροί που παραμένουν πιστοί στις αρχές τους» που ειπώθηκε ως κατηγορία αλλά μάλλον εκλαμβάνεται ως τίτλος τιμής, όταν όλοι οι εκτός ΣΥΡΙΖΑ τον κατηγορούν για το αντίθετο.

Για τον ίδιο λόγο όταν η αντιπολίτευση κατηγορεί τον Τσίπρα ότι συναντά την ηγεσία του δικαστικού σώματος και άρα παρεμβαίνει σε ένα ανεξάρτητο συνταγματικό πυλώνα, υπονοεί ότι βρίσκει απόλυτα φυσιολογικό η κυβέρνηση να εντέλλει τη δικαιοσύνη αν κρίνει κανείς από τις δύο συναντήσεις του προηγούμενου Πρωθυπουργού με την ηγεσία των δικαστών (όταν και θάφτηκαν αμέτρητες δικογραφίες που τώρα ανασύρονται από το αρχείο, κατά μια εντυπωσιακή σύμπτωση)
Με λίγα λόγια αν δεχθούμε τη συλλογιστική της αξιωματικής αντιπολίτευσης όταν ασκεί κριτική στην κυβέρνηση και τον ΣΥΡΙΖΑ ότι χάνουν το  –πολύφερνο και κουραστικό πράγματι- ηθικό πλεονέκτημα, τότε υπονοούν ότι διολισθαίνει σε κάτι που είναι απόλυτα και ομόθυμο αποδεκτό και από τους ίδιους, δηλαδή ηθικά απαξιωμένοι, τους κατηγορούν ότι γίνονται σαν αυτούς…

Είναι κάτι αντίστοιχο με την κατηγορία ότι ο ΣΥΡΙΖΑ επιμένει να διαχειρίζεται την εξουσία θεωρώντας ότι είναι φυσιολογικό για τις αστικές δυνάμεις και επιλήψιμο για την Αριστερά.

Όλα αυτά, είτε από στρατηγική είτε από διαχείριση της καθημερινότητας, δείχνουν ότι η ένταση της κυβέρνησης να ανοίξει συγκεκριμένα θέματα έχει παρασύρει την αντιπολίτευση σε μια ατζέντα που ουδόλως την ευνοεί και καταφέρνει να ταυτίζεται με όσα η ελληνική κοινωνία έχει δαιμονοποιήσει εδώ και δεκαετίες και ασυναίσθητα έχει αναγάγει σε πολιτική συζήτηση όσα διαμείβονται στις κουζίνες των ελαφρών θεαμάτων του ξεθωριασμένου μιντιακού κατεστημένου.

Για αυτό και η αστοχία της αντιπολίτευσης να εντοπίσει τα πραγματικά προβλήματα της ελληνικής κοινωνίας  δεν σημαίνει ότι η κοινωνία -που  έχει αποδείξει ότι αδιαφορεί σε μεγάλο βαθμό για την προπαγάνδα των ΜΜΕ- δεν προβληματίζεται και δεν εξανίσταται με όσα συμβαίνουν στην πραγματική οικονομία και δεν επηρεάζεται από τον κοινωνικό αντίκτυπο πολιτικών που εφαρμόζονται και έχουν αντιλαϊκό πρόσημο.  Το αδιέξοδο της αντιπολίτευσης υπό το βάρος του επείγοντος για εξουσία, δεν είναι η λύση στην εξίσωση που έχει να επιλύσει η κυβέρνηση αλλά μια προσωρινή πίστωση χρόνου.

Αλλά δεν θα παίζει για πολύ καιρό χωρίς αντίπαλο, ούτε δικαιούται να τον υποτιμά, όπως κάνει η αντιπολίτευση για την Αριστερά…

* O Γιάννης Σιδηρόπουλος είναι δημοσιογράφος του Xanthi2.gr