Η Βρετανία μοιάζει παγιδευμένη σε μια τροχιά που την οδηγεί αναπότρεπτα στο να πάψει να είναι πλήρες κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ).

Ads

Το γεγονός πως η  δημοσκόπηση του «Ομπσέρβερ» δείχνει πως στο ερώτημα «ναι ή όχι στην συμμετοχή στην ΕΕ», τα δύο τρίτα των Βρετανών κλίνουν προς το «όχι», είναι μια ακόμα απόδειξη του πόσο ισχυρά είναι τα αντιευρωπαϊκά συναισθήματα στην χώρα. Είναι πια βέβαιο πως αμφότερα τα μείζονα βρετανικά κόμματα δεν μπορούν πια να αποφύγουν να συμπεριλάβουν στα επόμενα προεκλογικά τους προγράμματα αυτό το δημοψήφισμα, που ξεκίνησε σαν μια μικροπολιτική προσπάθεια των Συντηρητικών να προστατεύσουν τα «κουκιά» τους από το «κόμμα ανεξαρτησίας του Ηνωμένου Βασιλείου» (UKIP). Τώρα οι Εργατικοί εξαναγκάζονται να μπουν κι εκείνοι στον χορό για να καταπραΰνουν το ρεύμα του αντιευρωπαϊσμού στις δικές τους τάξεις Αν δεν συμβεί κάτι που θα κάνει αίφνης την Ευρώπη ελκυστικότερη ή αν οι ευρωπαϊστές δεν βρουν πειστικότερα επιχειρήματα, το αποτέλεσμα κάθε παρόμοιου δημοψηφίσματος μοιάζει προδιαγεγραμμένο.
 
Το μόνο επιχείρημα κατά αυτής της πρόγνωσης θα μπορούσε να είναι πως κανένα κυβερνητικό κόμμα δεν θα μπορούσε να εμφανιστεί στο δημοψήφισμα προσφέροντας μια «ειδική σχέση» με την ΕΕ που θα ενδυνάμωνε την Βρετανία. Πάντως το ευρωπαϊκό μας μέλλον κρέμεται από μια λεπτή κλωστή κι εξαρτάται από την καλή θέληση των εταίρων μας που έχουν πάψει να θεωρούν πως η Βρετανία θέλει να συμβάλει στο ευρωπαϊκό εγχείρημα. Όπως φαίνεται, είτε θα είμαστε ένα δευτερεύον κράτος-μέλος, είτε θα πάψουμε όλως διόλου να συμμετέχουμε στην ΕΕ.
 
Η προοπτική της πλήρους αποχώρησής μας θα έρθει ένα βήμα πιο κοντά μετά την επόμενη σύνοδο κορυφής της ΕΕ, που θα συζητήσει τον προϋπολογισμό της για την επόμενη επταετία. Μέχρι σήμερα οι αγροτικές δαπάνες κατανάλωναν την μερίδα του λέοντος των ευρωπαϊκών δαπανών. Τώρα φαίνεται πως ο μεγάλος όγκος τους θα αποδοθεί στις υποδομές των φτωχότερων κρατών, στην έρευνα και την ανάπτυξη και στην εφαρμογή πανευρωπαϊκών πρωτοβουλιών σαν την προτεινόμενη τραπεζική ένωση. Με δεδομένες τις ανάγκες της νοτίου και ανατολικής Ευρώπης, είναι απίθανο να πάμε για «πάγωμα» δαπανών όπως επιθυμεί η Βρετανία· τα άλλα 26 κράτη-μέλη μάλλον να συμφωνήσουν σε μια μικρή, αλλά πραγματική αύξηση.
 
Η Βρετανία δεν θα συναινέσει. Παγιδευμένος ανάμεσα στους αντιευρωπαϊστές ομοϊδεάτες του και τους τυχοδιώκτες Εργατικούς που προκρίνουν το κομματικό συμφέρον από τα πολιτικά τους ιδεώδη, ο Ντέιβιντ Κάμερον (David Cameron) ξέρει πως δεν μπορεί να «περάσει» τυχόν συμφωνία του από το κοινοβούλιο, ούτε να επιβιώσει από τις υστερικές επιθέσεις του εμφατικά αντιευρωπαϊκού κεντροδεξιού τύπου. Θα υποχρεωθεί να προβάλλει βέτο στην συμφωνία αυτή, εμπεδώνοντας την δυσπιστία μεταξύ της Βρετανίας και των εταίρων της και εξασθενώντας την δυνατότητα να παραμείνει στην ΕΕ η Βρετανία μετά από το δημοψήφισμα, έστω και ως κράτος-μέλος δευτέρας κατηγορίας.
 
Οι αντιευρωπαϊστές Συντηρητικοί θα ενθουσιαστούν. Για εκείνους, η συμμετοχή της Βρετανίας στην ΕΕ συνέβαλε στην παρατεταμένη της ύφεση. Απηχώντας την στρατηγική του ηττημένου «κόμματος του τσαγιού» στις Ηνωμένες Πολιτείες, προσφέρουν στην Βρετανία την προοπτική της μετατροπής της σε ένα είδος εκτενούς Χονγκ Κονγκ: ελάχιστη κοινωνική προστασία στους χώρους εργασίας· δυνατότητα να γίνουμε «φορολογικός παράδεισος»· μετατροπή της χώρας σε οικονομικό και πολιτικό απόβλητο της Ευρώπης, που υποτίθεται πως θα ανεχτεί αδιαμαρτύρητα κάποιον που θα την ανταγωνίζεται τόσο αθέμιτα και ανεξέλεγκτα, ακριβώς έξω από την πόρτα της. Το να προβάλλεται αυτό το πράγμα ως συνταγή για οικονομική ανάκαμψη, είναι πραγματικά ευφάνταστο.
 
Στην πραγματικότητα θα ήταν καταστροφικό -σε όλα τα επίπεδα. Η σημαντική βρετανική αυτοκινητοβιομηχανία θα μεταφερόταν στα φτηνότερα κράτη-μέλη της ΕΕ. Θα την ακολουθούσαν πολλές βιομηχανίες· η αλυσίδα παραγωγής της «ερμπάς» θα μεταφερόταν στην Γαλλία και την Γερμανία. Αν η Γερμανία προβάλει σήμερα βέτο στην συμφωνία της «Μπρίτις αέροσπεϊς» (BAe) με τον εξοπλιστικό γίγαντα EADS είναι εν πολλοίς διότι το Βερολίνο προεξοφλεί την αποχώρηση της Βρετανίας από την ΕΕ και δεν επιθυμεί να συγκεντρωθεί η ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία σε μια χώρα που δεν θα συμμετέχει στην ΕΕ. Οι χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις θα ρυθμίζονταν από τις Βρυξέλλες -και δεν θα μπορούσαν να κάνουν τίποτα γι’ αυτό. Οι βρετανοί αγρότες που ευημέρησαν χάρη στην «κοινή αγροτική πολιτική» (ΚΑΠ) θα ανακάλυπταν πως η μοίρα τους κρέμεται από το όποιο περίεργο βρετανικό σύστημα υποστήριξης της αγροτικής παραγωγής θα την αντικαταστήσει: για να επιβιώσουν, τα αγροκτήματα θα μεταβάλλονταν σε αγροτοβιομηχανικά συγκροτήματα, με ολέθριες επιπτώσεις στην πολυαγαπημένη μας βρετανική ύπαιθρο.
 
Καθώς η βρετανική οικονομία θα ανήκε όλο και περισσότερο καθ’ ολοκληρίαν σε ξένες πολυεθνικές, η φοροδιαφυγή θα θεωρούνταν κεντρικό στοιχείο των νέων στρατηγικών λειτουργίας τους και θα έφτανε στα ύψη. Κανείς αντιευρωπαϊστής δεν διαμαρτυρήθηκε ποτέ για την πώληση βρετανικών επιχειρήσεων σε ξένους, που στο κάτω-κάτω υπονομεύει την κυριαρχία μας πολύ περισσότερο από ότι οι Βρυξέλλες. Όσο για την νομισματική και δημοσιονομική μας πολιτική, θα αντέγραφε εκείνη της ΕΕ από φόβο πως σε αντίθετη περίπτωση η λίρα-στερλίνα γινόταν στόχος κερδοσκοπικών επιθέσεων.
 
Θα γίνουμε υπεργολάβοι του κόσμου με μηδενική οικονομική κυριαρχία, μια οικονομία πλίνθων και κεράμων ατάκτως ερριμένων που θα προσφέρει χαμηλόμισθη και πρόσκαιρη εργασία σε μια κοινωνία χωρίς κοινωνικό συμβόλαιο λόγω της εξαφάνισης της φορολογικής μας βάσης.
 
Η βρετανική ελίτ, το μεγαλύτερο μέρος των ηγετών των μειζόνων πολιτικών μας κομμάτων συμπεριλαμβανομένων των Συντηρητικών, οι διευθυντές των επιχειρήσεών μας, οι πολιτιστικοί μας ηγέτες, οι συνδικαλιστές μας, οι πανεπιστημιακοί μας και εν πολλοίς οι δημοσιολόγοι διανοούμενοί μας, γνωρίζουν απολύτως καλά πως ακριβώς έτσι έχουν τα πράγματα. Κι όμως παραμένουν συλλογικά σιωπηλοί, τρομοκρατημένοι από την επικοινωνιακή υπεροπλία των αντιευρωπαϊστών και αποθαρρυμένοι από την κρίση του ενιαίου νομίσματος. Εντωμεταξύ η ΕΕ θεμελιώνει σήμερα τους μηχανισμούς εκείνους που θα εξασφαλίσουν όχι απλά την επιβίωση του ευρώ, αλλά και την ευημερία του: την τραπεζική ένωση, τα συστήματα αλληλοβοήθειας και οικονομικής διάσωσης, την στενότερη δημοσιονομική και πολιτική συνεργασία. Σε μια δεκαετία από σήμερα η ΕΕ και το ευρώ θα εξακολουθούν να είναι εδώ και θα αποτελούν το βασικό οπλοστάσιο της ηπείρου μας για να διαχειριστεί την παγκοσμιοποίηση και τις προκλήσεις του 21ου αιώνα. Όσο για μας, μπορούμε να επιλέξουμε να είμαστε παρίες που θα κινούμαστε στο περιθώριο ή να παίξουμε τον ρόλο που μας αναλογεί σε ένα από τα σημαντικότερα προτάγματα της εποχής μας.
 
Ήρθε η ώρα να μιλήσουν όλοι όσοι πιστεύουν στην Ευρώπη -δυνατά και επειγόντως

Προοδευτική Πολιτική