Η σύγκρουση του Τσίπρα με τον Σόϊμπλε δεν είναι εικονική. Είναι πραγματική. Και πηγάζει από μια πραγματική αντίφαση: η κυβέρνηση του Σύριζα καλείται να εφαρμόσει μια συμφωνία, η οποία δεν είναι συμβατή με την φυσιογνωμία του, με την ιδεολογία του, με το πολιτικό του πρόγραμμα. Αυτό δεν μπορεί να συμβεί.

Ads

Πρώτον διότι δεν είναι καθόλου βέβαιον ότι θα περάσει από τη Βουλή, εφόσον η αντιπολίτευση δεν συμφωνεί. Αλλά και αν ακόμα περάσει οριακά, από πολιτική άποψη, οι συνέπειες θα είναι καταστροφικές για τον Συριζα, ο οποίος θα καταταγεί οριστικά στα μνημονιακά κόμματα και μοιραία θα καταρρεύσει, αργά η γρήγορα.

Κανένα κόμμα δεν μπορεί να εφαρμόσει μια πολιτική ασύμβατη με την φύση του. Η ΝΔ μπορεί να ήταν αντιμνημονιακή ως αντιπολίτευση, αλλά εύκολα έκανε μεταστροφή και υλοποίησε το πρόγραμμα προσαρμογής, διότι αυτό είναι μέσα στη λογική της. Παραμένει ένα φιλελεύθερο ευρωπαϊκό κόμμα, με συμπαγείς νεοφιλελεύθερες δυνάμεις. Όσο και να διαφωνεί με τα μέτρα, δεν είναι ιδιαίτερα δύσκολο να τα εξηγήσει στα στελέχη του, ακόμη και στους περισσότερους ψηφοφόρους του.

Όμως ο Σύριζα δεν είναι σε θέση να κάνει το ίδιο. Προέρχεται από μια ριζοσπαστική κινηματική αριστερά, με σαφείς αντικαπιταλιστικές καταβολές, χωρίς ισχυρή φιλελεύθερη πλευρά και κυρίως με πολεμική σχέση απέναντι στην νεοφιλελεύθερη οικονομική πολιτική. Επομένως, ως πολιτικός μηχανισμός, ακόμη και αν ο Τσίπρας το αποφάσιζε, δεν είναι σε θέση να ανταποκριθεί.

Ads

Τι μένει λοιπόν; Δύο επιλογές μένουν: είτε παραμερίζεις, λέγοντας ότι εγώ δεν συμφωνώ με το πρόγραμμα και να έρθει άλλος να μειώσει συντάξεις και να πουλήσει τις τράπεζες, τη ΔΕΗ και τα υπόλοιπα ή παραμένεις και συγκρούεσαι. Φαίνεται πως ο Τσίπρας και η ηγεσία του Σύριζα επιλέγουν την τακτική της ελεγχόμενης σύγκρουσης.

Ποιες είναι οι προοπτικές; Όχι καλές. Για να συγκρουστείς και πολύ περισσότερο για να φέρεις σε πέρας μια σύγκρουση, θα πρέπει να έχεις πίσω σου κοινωνικές δυνάμεις που να έχουν συμφέρον από μια τέτοια εξέλιξη. Τέτοιες δυνάμεις όμως δεν υπάρχουν. Ελάχιστοι είναι διατεθιμένοι να ακολουθήσουν σε μια σύγκρουση με την ευρωζώνη, ακόμη και ελεγχόμενη αρχικά. Ούτε καν οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι, διότι θα θέσουν σε κίνδυνο το πραγματικό τους εισόδημα, τις καταθέσεις τους, τις σπουδές των παιδιών τους και γενικώς την ψευδαίσθηση της ευρωπαϊκής τους ταυτότητας.

Αλλά το σοβαρότερο πρόβλημα σε μια τέτοια στρατηγική σύγκρουσης είναι άλλο: ότι δεν είναι εφικτή η ελεγχόμενη σύγκρουση της κυβέρνησης με την ευρωζώνη. Η σύγκρουση αυτή, εξαιτίας του γεγονότος ότι το δημόσιο χρέος της Ελλάδας είναι πλέον στα χέρια των ευρωπαϊκών κρατών, ταχύτατα θα καταστεί σύγκρουση με το σύνολο της ευρωζώνης, δηλαδή θα πάψει άμεσα να είναι ελεγχόμενη και θα οδηγηθεί και πάλι στο σύνηθες εκβιαστικό ερώτημα: θέλετε ή όχι να μείνετε στο ευρώ; Ακόμη και οι γάλλοι θα κάνουν πίσω.

Επομένως, μπορεί ο πρωθυπουργός να συγκρουστεί, μπορεί να αρνηθεί γενναία τη μείωση των συντάξεων, μπορεί να νομοθετήσει μονομερώς, όπως έχει δικαίωμα, αλλά και λαϊκή εντολή, αλλά αυτό θα τον θέσει προ των ευθυνών του, δηλαδή θα πρέπει να απαντήσει στο ερώτημα εάν είναι έτοιμος για έξοδο από το ευρώ; Είναι; Ας συγκρουστεί. Δεν είναι; Ας παραμερίσει.

Δυστυχώς αυτές είναι οι μοναδικές επιλογές της κυβέρνησης πλέον. Εάν αποφασίσει να ακολουθήσει κάποιον ενδιάμεσο δρόμο, μια ελεγχόμενη δήθεν σύγκρουση, τότε θα μπει σε μονοπάτια που δεν γνωρίζει, που δεν ελέγχει και που θα την οδηγήσουν σε αδιέξοδο.

Νομίζω πως ο Αλέξης Τσίπρας θα πρέπει να δει ψυχρά την πραγματικότητα, να μην παρασύρεται από την αδυναμία της κεντροδεξιάς – που δεν έχει καμία πολιτική σημασία – και να αποφασίσει με γνώμονα όχι μόνον το συμφέρον της χώρας, αλλά και το μακροπρόθεσμο συμφέρον της δικής του παράταξης.