Ο Trump βρυχάται ενάντια στις συμφωνίες για το ελεύθερο εμπόριο. Είναι κατά της Nafta και TPP, ενώ δεν έχει εκφρασθεί για την ΤΤΙΡ με την Ευρώπη. Αυτό όμως έχει πολύ μικρή σχέση με τις ιδέες του κινήματος  της αντιπαγκοσμιοποίησης, το οποίο θα ήταν λάθος να τον θεωρήσει ως φίλα προσκείμενο.

Ads

Ο λάθος φίλος!

Η εκλογή του Τραμπ, θα μπορούσε να είναι μια καλή είδηση για τους ευρωπαίους αντιπάλους της ΤΤΙΡ: Ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ ακούγεται σαν να απορρίπτει το ελεύθερο εμπόριο και την κυριαρχία των πολυεθνικών μέσω των διεθνών συμφωνιών, όπως είναι και το μεγάλο ευρωπαϊκό κίνημα ενάντια στην ΤΤΙΡ και CETA, που κατεβαίνει κατά εκατοντάδες χιλιάδες στο δρόμο.

Αλλά η κριτική του Donald Trump στο ελεύθερο εμπόριο δεν έχει τίποτα να κάνει με τα αιτήματα του κινήματος. Προβλήθηκε στην προεκλογική εκστρατεία του με μια απλή ρητορική του “εμείς ενάντια σε αυτούς”, ένα μείγμα φόβου από τους μετανάστες, την εγκληματικότητα και τη παγκοσμιοποίηση. Παραδειγματική είναι η ομιλία του για την οικονομική πολιτική, στις 8 του περασμένου Αυγούστου στο Ντιτρόιτ: η Χίλαρι Κλίντον είναι υπέρ μιας πολιτικής, η οποία, με τους υψηλούς φόρους και τις οικονομικές ρυθμίσεις, μεταφέρει θέσεις εργασίας στο εξωτερικό, ανεβάζει στα ύψη το έγκλημα και αδειάζει τα δημόσια ταμεία λόγω των μεταναστών. Η Κλίντον είναι υπέρ “εμπορικών συμφωνιών όπως η NAFTA, η οποία υπογράφηκε από το σύζυγό της, και με την οποία οι δουλειές σας έχουν μεταναστεύσει στο Μεξικό και σε άλλες χώρες”.

Ads

Η κριτική που ασκεί το κίνημα κατά της παγκοσμιοποίησης απαιτεί ένα δίκαιο παγκόσμιο εμπόριο, το οποίο κυρίως να βοηθά να ξεφύγει από τη φτώχεια ο παγκόσμιος Νότος και να επιλυθούν τα οικολογικά προβλήματα. Ο Trump πάλι από τη μεριά του είχε ως στόχο τα στρώματα εκείνα των ψηφοφόρων, που έχουν υποστεί τη σοβαρότερη απώλεια θέσεων εργασίας στη βιομηχανία από το 2000. Εκείνη την εποχή υπήρχαν ακόμη 17,2 εκατ θέσεις εργασίας στον τομέα της μεταποίησης, ενώ σήμερα υπάρχουν 12,3 εκατομμύρια. Παρεμπιπτόντως, αυτές είναι σήμερα 500.000 περισσότερες από ό, τι στην αρχή της θητείας του Ομπάμα.

Επαναδιαπραγμάτευση της Nafta;

Πολλές από τις θέσεις εργασίας χάθηκαν στη λεγόμενη περιοχή Rust Belt. Η «ζώνη σκουριάς», είναι τα μέρη εκείνα των ΗΠΑ, που αντιπροσωπεύουν την παρακμή της άλλοτε περήφανης μεταποιητικής βιομηχανίας της χώρας. Βρίσκονται γύρω από την πρώην πρωτεύουσα της παραγωγής αυτοκινήτων Ντιτρόιτ, μεταξύ των Μεγάλων Λιμνών και των μεταλλευτικών εξορυκτικών περιοχών, μέχρι την Ανατολική Ακτή γύρω από Νέα Υόρκη και Βοστώνη. Από τα τέλη της δεκαετίας του ’70, το μερίδιο της μεταποιητικής βιομηχανίας στο ακαθάριστο εγχώριο προϊόν των ΗΠΑ μειώθηκε στο μισό, φθάνοντας στο 12,8%. Ακριβώς σε αυτή την περιοχή της παρακμής Rust Belt, κατάφερε ο Trump να αρπάξει από τους δημοκρατικούς  τις δύο πιο σημαντικές πολιτείες, της Πενσυλβάνια και του Μίσιγκαν. Η διείσδυσή του εδώ είναι πιο εμφανής, σε μια κατηγορία μισθωτών της οποίας απειλείται η ίδια η κοινωνική της ύπαρξη.

Ο Trump ανακοίνωσε δύο πράγματα συγκεκριμένα:

1) Θέλει να επαναδιαπραγματευτεί τη Nafta. Το 1993, υπογράφηκε αυτή η συμφωνία με τον Καναδά και το Μεξικό από τον Μπιλ Κλίντον και στο Μεξικό κατέστρεψε τα μέσα διαβίωσης πολλών μικρών αγροτών λόγω των φθηνών εισαγωγών καλαμποκιού από τις ΗΠΑ. Στις δε ΗΠΑ, βοήθησε στο να φύγουν -με επενδύσεις στο Μεξικό κυρίως- πολλές θέσεις εργασίας ειδικά στον κλάδο των αυτοκινήτων. TΟ Trump κατάφερε ούτως ή άλλως στην προεκλογική εκστρατεία, να καταστήσει προσωπικά τη Χίλαρι Κλίντον ως υπεύθυνη για Nafta, ακόμη και αν αυτή το 1993 είχε αναλάβει τη μεταρρύθμιση της υγειονομικής περίθαλψης, η οποία απέτυχε αργότερα λόγω της αντίστασης των Ρεπουμπλικανών – οι οποίοι πάλι στην πλειοψηφία τους υποστηρίζουν τη Nafta. Και σήμερα, το 2016, εκλέξανε έναν πρόεδρο ο οποίος δαιμονοποιεί τη Nafta.

2) Το δεύτερο είναι ότι ο Trump αρνείται τη συμφωνία του Ειρηνικού TPP, μεταξύ δώδεκα χωρών, συμπεριλαμβανομένων εκτός των ΗΠΑ, Καναδά και Μεξικού, επίσης του Περού, Ιαπωνίας, Αυστραλίας και Σιγκαπούρης. Επίσης αυτή τη συμφωνία, χρέωσε στην Κλίντον ο Trump: «η TPP της Χίλαρι Κλίντον είναι μια ακόμη μεγαλύτερη καταστροφή για τη βιομηχανία αυτοκινήτων», ήταν μία από τις τυποποιημένες φράσεις του.
Η Χίλαρι-μετά από μια αρχική υποστήριξη- είχε απορρίψει τη TTP – ίσως γιατί χρειάζονταν τις αριστερές φωνές των δημοκρατικών αντιπάλων του ελεύθερου εμπορίου. Η κύρια κριτική της στη συμφωνία ήταν τα διαιτητικά δικαστήρια, στα οποία θα μπορούσαν να μηνύσουν τις ΗΠΑ οι εταιρείες από τις δώδεκα χώρες της TPP. Ακριβώς αυτά τα δικαστήρια, τα οποία απειλούν και στην περίπτωση της ΤΤΙΡ την ΕΕ.

Τόσο αναλυτικά δεν ασχολήθηκε ποτέ με το θέμα ο Trump. Η TPP είναι έτοιμη διαπραγματευτικά και θα μπορούσε απλά να αρνηθεί να την υπογράψει. Τη Nafta δε θα μπορεί να την «τελειώσει» χωρίς την Γερουσία ο νέος πρόεδρος.

Με την διατλαντική συμφωνία με την ΕΕ, την ΤΤΙΡ, φαίνονται αρκετά διαφορετικά τα πράγματα. Δεν έχει τελειώσει ακόμα η διαπραγμάτευσή της. Κατά τη διάρκεια της εκστρατείας, η ΤΤΙΡ δεν έγινε καθόλου θέμα. Ο Trump καταφερόταν συνεχώς εναντίον της TPP, η θέση του σχετικά με την ΤΤΙΡ είναι εντελώς άγνωστη. Ωστόσο, η κοινή γνώμη στις ΗΠΑ έχει αλλάξει τους τελευταίους μήνες. Σήμερα, σύμφωνα με μια έρευνα από το ινστιτούτο δημοσκοπήσεων Greenberg, Quinlan and Rosner, η πλειοψηφία είναι εναντίον του ελεύθερου εμπορίου.

Η πλειοψηφία των Αμερικανών πιστεύει πια ότι το ελεύθερο εμπόριο τους έχει ζημιώσει. Ιδιαίτερα ισχυρή είναι αυτή η γνώμη μεταξύ των ψηφοφόρων του Trump. Η στήριξη της συμφωνίας ΤΤΙΡ από τον Τραμπ-αφού το κίνημα κατάφερε μέχρι τώρα να μην υπογραφεί από τον Ομπάμα που ήθελαν οι μεγάλες εταιρείες- θα μπορούσε να διαψεύσει τις ελπίδες τους στον ίδιο και να στραφούν και αυτοί προς το ανεξάρτητο αντικαπιταλιστικό αντιπαγκοσμιοποιητικό κίνημα των πολιτών και από τις δυο μεριές του Ατλαντικού. Γι αυτό το ευρωπαϊκό κίνημα θα πρέπει να συνδεθεί απαραίτητα με το αμερικάνικο για να μην γίνει εφαρμόσιμη αυτή η συμφωνία.

Ο φόβος της απώλειας της κοινωνικής θέσης και της φτωχοποίησης, που πλήττει πολλά μεσαία και λαϊκά κοινωνικά στρώματα στις αναπτυγμένες χώρες Βορρά-Δύσης, έχει οδηγήσει κάποια από αυτά να μη συναινούν πια στη διακυβέρνηση από τις κυρίαρχες ελίτ. Κάποια από αυτά τα στρώματα στρέφονται προς την υπάρχουσα «αριστερά», όπως συμβαίνει κυρίως στη Ν. Ευρώπη, κάποια προς τα «αντισυστημικά» ακροδεξιά κόμματα, όπως στη Κεντρική-Βόρεια Ευρώπη-Αμερική. Οι αντίστοιχες ελίτ από τη μεριά τους, μέχρι τώρα δεν είχαν λάβει σοβαρά υπόψη τους φόβους της μεσαίας τάξης για συρρίκνωσή της από την φιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση, της οποίας είναι οι κατ’ εξοχήν ωφελούμενοι. Από τώρα και στο εξής όμως θα είναι υποχρεωμένες να βρουν τρόπο να διαχειρισθούν αυτήν την δυσαρέσκεια των μεσοστρωμάτων και να μην την αφήσουν να εξελιχθεί σε σοβαρή αντισυστημική στάση. Στις ΗΠΑ, η αμερικάνικη ελίτ τα κατάφερε να διοχετεύσει την μη συνειδητή αυτή αντισυστημικότητα των «από κάτω», μέσα από την καλλιεργηθείσα από τα ΜΜΕ «αντισυστημικότητα» του Τραμπ, ώστε στη συνέχεια να τη διαχειρισθεί στα πλαίσια του συστήματος, όσο γίνεται πιο ανώδυνα για αυτήν.

Με μια στροφή ίσως του Τραμπ σε ένα μετεκλογικό μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα ανανέωσης των δημοσίων υποδομών και εσωτερικής ανάκαμψης, που αποτελούν αιτήματα του συνόλου της μεσαίας τάξης παντού, και στη Γαλλία και στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όπου πρόκειται να γίνουν εκλογές. Θα μπορέσουν να κάνουν το ίδιο  και οι ευρωπαϊκές ελίτ, διοχετεύοντας την κοινωνική δυσαρέσκεια των ευρωπαίων «από κάτω» μέσα από τη Λεπέν για παράδειγμα, η οποία διαθέτει την ίδια οξυδέρκεια με τον Τραμπ;

Για να μη γίνει αυτό θα πρέπει το ευρωπαϊκό κίνημα ενάντια στις συμφωνίες για παράδειγμα να μετατραπεί σε καθαρά αντισυστημικό του καπιταλισμού και να γίνει αυτό ο φορέας διοχέτευσης της όποιας αντισυστημικότητας των ευρωπαίων «από κάτω». Η υπάρχουσα «αριστερά», θεωρητικά θα έπρεπε να βγει τουλάχιστον ωφελημένη από τη διαμαρτυρία της μεσαίας τάξης ενάντια στην ανισότητα . Όμως αυτό δεν γίνεται τουλάχιστον στην Κεντρική και Βόρεια Ευρώπη. Γιατί και αυτή δεν έλαβε σοβαρά υπόψη τον φόβο της μεσαίας τάξης για την απώλεια της ταυτότητάς της, για τον φόβο προς τον άγνωστο που έρχεται να ζητήσει άσυλο και που η ακροδεξιά με μαεστρία τον μετατρέπει σε ξενοφοβία. Η απόρριψη της παγκοσμιοποίησης μετατρέπεται από την ακροδεξιά τύπου γαλλικού εθνικού μετώπου, AfD, χρυσής αυγής κ.λπ. σε αίτημα περιχαράκωσης και χτισίματος ευρωπαϊκού φρουρίου για την απόκρουση των σημερινών και μελλοντικών οικονομικών-πολιτικών-περιβαλλοντικών μεταναστών.

 Η «συστημική αριστερά» δεν κατάφερε να αντιπαραθέσει ένα σχέδιο και ένα πρόγραμμα εναλλακτικό προς τον παγκοσμιοποιημένο καπιταλισμό και να πείσει ότι δεν υπάρχει ελπίδα πια να μοιρασθεί από τις ελίτ ένα μεγαλύτερο κομμάτι της πίτας της «ανάπτυξης» στη πολυπληθή μεσαία τάξη. Γιατί απλούστατα αυτή η πίτα δεν μπορεί να μεγαλώσει-λόγω πλανητικών ορίων και μελλοντικής έλλειψης πόρων και το μόνο να «φουσκώσει» μπορεί-και δεν μπορεί να υπάρξει αφθονία, αλλά μόνο δίκαιη μοιρασιά του υπάρχοντος φυσικού και κοινωνικού πλούτου. Και δεν το κατάφερε αυτό γιατί και αυτή μιλά για την ίδια «ανάπτυξη» και για μεγάλωμα της πίτας-την οποία βέβαια αυτή θα διανέμει πιο δίκαια από ότι οι φιλελεύθεροι-πράγμα που αντικειμενικά δε μπορεί να κάνει αν θέλει να υπάρχει ζωή και για τις μέλλουσες γενιές των ανθρώπων.

Μην ελπίζοντας σε μια τέτοια «συστημική αριστερά» πια-όπως αποδείχθηκε στη Νότια Ευρώπη όπου δεν τόλμησε να διαρρήξει τις διασυνδέσεις της με τις ελίτ-το αντιπαγκοσμιοποιητικό κίνημα των πολιτών θα πρέπει να αναλάβει το ίδιο τη διαμόρφωση αυτού του σχεδίου, από τα κάτω και για τους «από κάτω», προς την κατεύθυνση της αποανάπτυξης-τοπικοποίησης.

Και προπάντων αυτό το κίνημα να μη θεωρήσει ως φίλα προσκείμενους τους ακροδεξιούς «αντισυστημικούς», που θα δράσουν στο τέλος σαν τελευταίο οχυρό των παγκόσμιων και τοπικών οικονομικο-πολιτικών ελίτ. 

https://www.topikopoiisi.eu/