Να σας πω την αλήθεια μου, σήμερα πια, δεν με στοιχειώνουν τόσο τα γιατί, όσο τα ΠΩΣ της χούντας. Που πάνε να ξεχαστούν. Γι’ αυτό, δυο μέρες μετά τη μαύρη επέτειο, αντιγράφω τη μαρτυρία ενός παλιού:

Ads

Χαράματα, σουρώνει η άνοιξη στην οδό Θερμοπυλών, οι φράχτες σφίγγονται ο ένας κοντά στον άλλο, και ξαφνικά τρυπάει την οθόνη ο Ηλίας. Ο ράφτης της γειτονιάς, που μας μπαλώνει τα πανταλόνια, παρατείνοντας την παλιά ζωή τους, ενώ μιλάει για μια νέα ζωή. Τρέχει, αν και ξέρει ότι θα χάσει την κούρσα, δεν γεννήθηκε για πρωταθλητής, για ράφτης γεννήθηκε. Ο κόσμος, λέει, πρέπει να ξηλωθεί και να ραφτεί απ’ την αρχή, δεν μπορείς να τον μαντάρεις, όπως υποστηρίζει η σοσιαλδημοκρατία. Και γιατί στη Ρωσία δεν πάνε τόσο καλά; Τα υλικά, παιδί μου, καταλαβαίνεις; Με παλιά υλικά πρέπει να φτιαχτεί καινούργιος κόσμος… 

Τρέχει μέσα στο πρωινό ροζ. Τον καταδιώκουν μεγάφωνα, η επανάστασις είναι ως εγχείρισις, ο ασθενής πρέπει να απαλλαγεί από τον καρκίνον των κομμουνιστών και των συνοδοιπόρων, και να παραμείνει εις γύψον, έως ότου ιαθεί πλήρως. Τρέχει λαχανιασμένος, πλησιάζει στη μοιραία γωνία, τον αγγίζουν οι χαφιέδες, το πρόσωπό του ξεσκίζεται απ’ την τριανταφυλλιά, που απλώνεται στο πεζοδρόμιο. Τρέχει…Οι αμετανόητοι κομμουνισταί, ως κύτταρα καρκινογόνα επιδιώκοντα να προκαλέσουν μετάστασιν, θα συλληφθούν και εκτοπισθούν άπαντες, έως ότου ή μεταμεληθούν, ή καταλήξουν πτώματα τυμπανιαία και ωδοδότα.

Τρέχει, τα πρόσωπα των χαφιέδων μορφάζουν μίσος, τον άρπαξαν από το σακάκι, σκίζεται ο ταλαιπωρημένος απ’ τις μεταποιήσεις γιακάς, φωνάζει ο Ηλίας ο ράφτης λαχανιασμένα, με τη φωνή πενήντα χρόνων από αγκαθωτό σύρμα, πυρπολημένα σπίτια, χαμένους συντρόφους, νησιά ιδιώνυμα. Ένταλμα! Πάρε ένταλμα, πούστη! Τον χτυπούν με γροθιές στη ματωμένη φαλάκρα, ακούγεται ένας ήχος υγρός, ένα πλαφ, σαν τον ήχο της μπότας στη λάσπη, πέφτει στα γόνατα, τον κλωτσούν, τον χτυπούν κι άλλο, κι άλλο, κι άλλο, Το αίμα απ’ τη φαλάκρα του στάζει στο πεζοδρόμιο της οδού Θερμοπυλών, σταγόνα-σταγόνα, χωρίς κανένα ήχο.

Ads

Κρέμασε σαν άδειο τσουβάλι μέσα στο καφέ σακάκι. Γυαλίζει η φαλάκρα με τα αποτυπώματα του αίματος, σήκω, πούστη, τον τραβολογούν, αλλά….  Κλωτσάνε όπου βρουν, έξαλλοι για τη δραπέτευση που υποψιάζονται, μέχρι που σταματάει δίπλα τους το μαύρο αυτοκίνητο. Τον σηκώνουν απ’ τις μασχάλες. Τα χέρια του γράφουν την τελευταία λευκή καμπύλη στο πατρόν του καινούργιου κόσμου, που ήθελε να ράψει. Μια επικήδεια ανακοίνωση της αρμόδιας αστυνομικής αρχής ενημερώνει: Απεβίωσε εις το τμήμα μεταγωγών ο σεσημασμένος κομμουνιστής Hλίας K…Συμφώνως προς την ιατροδικαστικήν έκθεσιν, αιτία του αιφνιδίου θανάτου ήτο οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου…

Διαβάστε εδώ όλα τα άρθρα του Θανάση Καρτερού στην Αυγή