Είναι κοινή παραδοχή ότι ο φετινός Απρίλης σε τίποτε δεν θα θυμίζει τους Απρίληδες των περασμένων χρόνων. Και όχι μόνο γιατί, μεσούσης της άνοιξης, εμείς θα είμαστε κλεισμένοι στα σπίτια μας. Ούτε γιατί δεν θα εκδράμουμε στην ύπαιθρο το Πάσχα, ούτε ακόμη γιατί φέτος δεν θα ακολουθήσουμε τον Επιτάφιο και δεν θα κάνουμε Ανάσταση στον αυλόγυρο της εκκλησίας.

Ads

Ούτε καν γιατί φέτος δεν θα ψήσουμε τον παραδοσιακό οβελία.

Ο φετινός Απρίλης θα είναι εντελώς διαφορετικός, γιατί κατά τη διάρκειά του η πανδημία του κορωνοϊού, όπως αυτή εκδηλώνεται μέσα από την εξάπλωση του ιού στον πληθυσμό και μέσα από τους θανάτους που προκαλεί, θα αποκαλύψει το πραγματικό της πρόσωπο και στη χώρα μας.

Η καθυστερημένη εμφάνιση του πρώτου κρούσματος έσωσε την Ελλάδα

Ads

Είναι αλήθεια ότι ο ιός άργησε να εισαχθεί και να πλήξει την Ελλάδα.

Στις υπόλοιπες Ευρωπαϊκές χώρες που σήμερα θρηνούν χιλιάδες θύματα, όπως στην Ιταλία και την Ισπανία, τα πρώτα κρούσματα εισήλθαν στο έδαφός τους περί τα τέλη Ιανουαρίου με αρχές Φεβρουαρίου, χωρίς όμως, δυστυχώς, να διαγνωστούν αμέσως. Με αποτέλεσμα να μην τεθούν από την πρώτη στιγμή σε ετοιμότητα οι αρχές, προκειμένου να ληφθούν περιοριστικά μέτρα. Πράγμα το οποίο συνέβη με καθυστέρηση λίγων βδομάδων.

Ήταν, άλλωστε, ακόμη η εποχή που ο ιός δεν ενέπνεε ανησυχία στις Ευρωπαϊκές αρχές, όπως προκύπτει από δηλώσεις και των Ελλήνων αρμοδίων, τόσο του προέδρου του ΕΟΔΥ, όσο και του καθηγητή Τσιόδρα, οι οποίοι ακόμη τότε ήταν καθησυχαστικοί σε σχέση με την επικινδυνότητα του ιού.

Τα πρώτα κρούσματα στη χώρα μας λοιπόν εμφανίστηκαν πολύ αργότερα, περί τα τέλη Φεβρουαρίου. Αυτή η καθυστέρηση των λίγων εβδομάδων στην εμφάνιση των πρώτων κρουσμάτων, έδωσε στις ελληνικές αρχές την ευκαιρία να αξιοποιήσουν την Ευρωπαϊκή εμπειρία και να πάρουν σχετικά γρήγορα τα περιοριστικά μέτρα που σταμάτησαν εγκαίρως τη μεγάλη εξάπλωση.

Έτσι, η μικρή σχετικά με τις υπόλοιπες Ευρωπαϊκές χώρες εξάπλωση του ιού στην Ελλάδα σήμερα, οφείλεται σε δύο παράγοντες. Πρώτα στην καθυστερημένη εμφάνιση του πρώτου κρούσματος και δεύτερο στα περιοριστικά μέτρα που ελήφθησαν εγκαίρως και τα οποία περιόρισαν την εξάπλωση της νόσου στον πληθυσμό.

Η υποκαταγραφή της νόσου γεννά αβεβαιότητα για την εξάπλωσή της

Στο σημείο αυτό πρέπει να αναφερθούμε σε μια πολύ σημαντική ιδιαιτερότητα της χώρας μας, που έχει να κάνει με την κυβερνητική επιλογή της υποκαταγραφής των κρουσμάτων. Μια ιδιαιτερότητα που προκαλεί μεγάλη αβεβαιότητα στους ρυθμούς εξάπλωσης της νόσου.

Η επιλογή της εκτέλεσης πολύ μικρού αριθμού διαγνωστικών τεστ, λιγότερων των 20.000 συνολικά μέχρι σήμερα, όταν η Γερμανία έχει στόχο τα 500.000 τεστ εβδομαδιαία, σε συνδυασμό με την πολιτική που ακολουθεί ο ΕΟΔΥ να αποτρέπει τα ύποπτα κρούσματα από το να επισκέπτονται νοσοκομεία και να κάνουν το τεστ, μπορεί να μείωσε σημαντικά την πίεση προς το σύστημα υγείας, συγχρόνως όμως είναι υπεύθυνη για τη μεγάλη αβεβαιότητα που επικρατεί αυτή τη στιγμή στο ζήτημα της εκτίμησης του συνολικού αριθμού των κρουσμάτων, τα οποία είναι κάτι παραπάνω από βέβαιο ότι συστηματικά υποεκτιμώνται.

Έτσι, ουδείς γνωρίζει σήμερα αν ο συνολικός αριθμός κρουσμάτων είναι κοντά σε εκείνο των καταγεγραμμένων, δηλαδή περί τα 1500 ή αν είναι 10 φορές μεγαλύτερος, όπως ο καθηγητής Τσιόδρας εκτιμά ή και πολύ περισσότερο, όπως άλλες εκτιμήσεις τον ανεβάζουν.

Η αβεβαιότητα για τον αριθμό των κρουσμάτων γεννά κινδύνους για τα νοσοκομεία

Η μη καλή γνώση λοιπόν ενός κρίσιμου μεγέθους για την εκτίμηση της εξάπλωσης της νόσου, του αριθμού των κρουσμάτων, εισάγει μεγάλη αβεβαιότητα στις προβλέψεις για το τι πρόκειται να συμβεί τον Απρίλη, που η εξάπλωση της νόσου θα βρίσκεται σε προχωρημένο στάδιο.

Διότι άλλη κατάσταση αναμένεται να υπάρξει στα νοσοκομεία τον Απρίλη αν το σύνολο των κρουσμάτων σήμερα είναι μόνο τα 1500 καταγεγραμμένα, άλλη αν είναι 15.000 και εντελώς άλλη, ασφαλώς, αν είναι 50.000.

Κι αυτό διότι είναι εκ των προτέρων γνωστό ότι ένα ποσοστό αυτών που νοσούν θα αναγκαστεί να νοσηλευτεί μετά από κάποιο χρονικό διάστημα. Όπως είναι δεδομένο και το ότι ένα ποσοστό όσων χρειαστούν νοσηλεία, θα εισαχθούν σε Μονάδες Εντατικής Θεραπείας προκειμένου να διασωληνωθούν και να τους παρασχεθούν εξειδικευμένες μέθοδοι θεραπείας.

Η κακή κατάσταση του συστήματος υγείας εμπνέει ανησυχία

Εδώ αρχίζουν τα δύσκολα.

Δεδομένης της πολύ κακής κατάστασης του δημόσιου συστήματος υγείας, – οι επενδύσεις στο οποίο, μέχρι πρότινος, ως δημόσιες επενδύσεις, θεωρούνταν επιζήμιες για τα δημόσια οικονομικά και απαγορεύονταν από τις δεσμεύσεις της χώρας μας στα μνημόνια, προκειμένου ο προϋπολογισμός να παραμένει ισοσκελισμένος και να μπορεί και να παράγει τα αναγκαία πλεονάσματα-, το σύνολο του δυναμικού των ΜΕΘ σε ολόκληρη τη χώρα, μετά και την επίταξη των ιδιωτικών κλινικών και την αξιοποίηση και των στρατιωτικών νοσοκομείων, δεν ξεπερνά τα 400 κρεβάτια.

Με δεδομένο ότι σήμερα ο αριθμός όσων νοσηλεύονται σε ΜΕΘ πλησιάζει το 100, γίνεται αντιληπτό ότι από το μέγεθος του συνολικού πραγματικού αριθμού κρουσμάτων, θα εξαρτηθεί αν το σύστημα υγείας θα αντέξει ή όχι τον Απρίλιο.

Η ικανότητα δηλαδή του συστήματος υγείας να ανταποκριθεί στις ανάγκες της νόσου θα διαπιστωθεί τις επόμενες 2-3 εβδομάδες, οπότε και θα χρειαστούν νοσηλεία κάποιοι από όσους σήμερα νοσούν, τόσο από τους καταγεγραμμένους, όσο και από τους αδιάγνωστους.

Άμεσα μέτρα ενίσχυσης του συστήματος υγείας, όσο είναι καιρός

Η σημαντικότερη συμβολή των περιοριστικών μέτρων που έλαβε και η χώρα μας, είναι ότι ο περιορισμός της γρήγορης εξάπλωσης της νόσου, μειώνει την πίεση που υφίσταται το σύστημα υγείας, δίνοντάς του τη δυνατότητα να ανταποκριθεί αποτελεσματικά. Αυτό, πράγματι, για την ώρα επετεύχθη.

Όμως ο σκληρός Απρίλης θα αποδείξει αν η προετοιμασία που έγινε εντωμεταξύ, είναι ικανή να αντιμετωπίσει τις ανάγκες νοσηλείας ή όχι.

Αν ο αριθμός όσων χρειαστούν νοσηλεία σε κανονικά κρεβάτια και ακόμη χειρότερα σε ΜΕΘ, αποδειχθεί μεγαλύτερος από την ικανότητα του συστήματος, τότε τα πράγματα θα είναι ολέθρια.

Διότι οι ασθενείς, σε ένα τέτοιο απευκταίο ενδεχόμενο, θα καταλήγουν εκτός νοσοκομείων, χωρίς να έχει μπορέσει να τους παρασχεθεί η κατάλληλη φροντίδα για τη αποθεραπεία τους.

Με ό,τι αυτό σημαίνει σε αύξηση της θνητότητας, αλλά βέβαια και σε ευθύνες για τους αρμόδιους που αν και γνώριζαν, δεν θα έχουν λάβει εγκαίρως τα κατάλληλα μέτρα.

Έτσι εξηγείται η σημερινή ανησυχία των αρμόδιων και οι διαρροές για περαιτέρω αυστηροποίηση των περιοριστικών μέτρων. Η οποία όμως δεν αναμένεται να αποδώσει πολύ περισσότερο από όσο έχει επιτύχει μέχρι τώρα.

Τι πρέπει να γίνει

Η μόνη διέξοδος στα όσα δυσοίωνα υπάρχουν φόβοι ότι μπορεί να φέρει ο Απρίλης, είναι η αλλαγή στάσης της κυβέρνησης σε ό,τι αφορά στην ενίσχυση του συστήματος υγείας. Πρέπει άμεσα να επενδυθεί ένα σημαντικό ποσοστό του ΑΕΠ σε:

  1. Πρόσληψη μόνιμου προσωπικού, ιατρικού και νοσηλευτικού
  2. Προμήθεια εξοπλισμού
  3. Διενέργεια δειγματοληπτικών διαγνωστικών τεστ σε αντιπροσωπευτικά τμήματα του πληθυσμού, για να αποκτηθεί εικόνα για την εξάπλωση του ιού και
  4. Αύξηση των κρεβατιών, κανονικής νοσηλείας και ΜΕΘ. Η εμπειρία της Κίνας αλλά και της Ευρώπης σε αξιοποίηση δημόσιων χώρων, σταδίων, εκθεσιακών κέντρων κλπ για το στήσιμο έκτακτων νοσηλευτικών κέντρων, πρέπει να αξιοποιηθεί άμεσα.

Κάλλιο γαϊδουρόδενε, παρά γαϊδουρογύρευε λέει ο απλό λαός.

Όσο είναι ακόμη καιρός, πρέπει η κυβέρνηση να αντιληφθεί τη σοβαρότητα της κατάστασης και να προετοιμαστεί κατάλληλα για αυτά που έρχονται.

Φτηνές δικαιολογίες του τύπου δεν γνωρίζαμε την έκταση του προβλήματος και τον πραγματικό αριθμό των κρουσμάτων ή ότι παραλάβαμε καμμένη γη και τα γνωστά, δεν θα γίνουν πιστευτές κατόπιν εορτής.

Απρίλης, ο μήνας των ψεμάτων και των διαψεύσεων

Ακόμη και αν σε κάποιους, δεισιδαίμονες και μη ορθολογιστές, η έγκαιρη οργάνωση και η προετοιμασία για τα χειρότερα μπορεί να φαίνεται σαν… πρόκληση δεινών, είναι ο μόνος τρόπος προκειμένου το σύστημα υγείας να μπορέσει να ανταποκριθεί σε μια ανεπιθύμητη εξέλιξη της πανδημίας.

Μακάρι το σενάριο αυτό να μην υλοποιηθεί ποτέ και ο Απρίλης να αποδειχθεί όχι και τόσο σκληρός, με το σύστημα υγείας τελικά να τα καταφέρνει, έστω και οριακά, να ανταποκριθεί.

Παραμένει υποχρέωση της πολιτείας, όμως, η έγκαιρη οργάνωση και προετοιμασία, ακόμη και για το χειρότερο, ακόμη και για το πιο απίθανο σενάριο.

Κι ας διαψεύσει ο Απρίλης τους χειρότερους φόβους. Έτσι κι αλλιώς, είναι ο μήνας των ψεμάτων και των διαψεύσεων… 

*Ο Γιάννης Α. Μυλόπουλος είναι Καθηγητής ΑΠΘ, μέλος της Κεντρικής Επιτροπής Ανασυγκρότησης του «ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία»