Οι ραγδαίες εξελίξεις στην Ουκρανία έφεραν στο προσκήνιο αυτό που ήδη από καιρό παρατηρούμε και στη χώρα μας. Οι συντηρητικές ευρωπαϊκές δυνάμεις δεν αντιμετωπίζουν κανένα ηθικό δίλημμα να συνεργαστούν με το νεοφασισμό προκειμένου να υποστηρίξουν την οικονομική επέκτασή τους σε νέες αγορές.

Ads

Κάποτε οι δυτικοί για να ελέγχουν περιοχές έστελναν στρατεύματα, καλλιεργώντας ως αντίδραση τον εθνικισμό. Η Γαλλία και η Αγγλία έμαθαν καλά αυτό το μάθημα. Αφέθηκαν στους Αμερικανούς που ως καλοί μαθητές αντιλήφθηκαν πως μερικοί ντόπιοι ακροδεξιοί στρατιωτικοί – με τη δική τους υποστήριξη- μπορούν να ελέγχουν καλύτερα μια χώρα. Μπορεί οι Αμερικανοί να έβαλαν μυαλό και να σταμάτησαν τα στρατιωτικά πραξικοπήματα, αλλά τώρα οι Γερμανοί ως κακοί μαθητές υποστηρίζουν νεοναζί (εκούσια ή ακούσια αδιάφορο μας είναι γιατί το δεύτερο είναι πιο επικίνδυνο από το πρώτο).

Η εμφάνιση στο προσκήνιο της ουκρανικής ακροδεξιάς (μετά την ουγγρική και την ελληνική) αποτελεί γέννημα των καιρών. Οι πολιτικές ελίτ αγωνιούν για την άνοδο του νεοναζισμού μόνο επικοινωνιακά και μόνο όταν νιώθουν να απειλούνται οι ίδιες. Όσο όμως αυτός ισχυροποιείται σε άλλες χώρες, οι ελίτ βολεύονται γιατί απλά ελέγχουν καλύτερα τις τοπικές κοινότητες. 

Καθώς οι συντηρητικές πολιτικές δυνάμεις έχουν ήδη ταχθεί στο πλευρό των χρηματοπιστωτικών κολοσσών και του βιομηχανικού κεφαλαίου, η προστασία των κοινωνιών και της δημοκρατίας, των ανθρωπιστικών αρχών και του σεβασμού εγκαταλείπονται. Όλα θυσιάζονται στο βωμό της εξυπηρέτησης των οικονομικών συμφερόντων των επιχειρηματικών ελίτ και του περιορισμού των αντιδράσεων των πολιτών.

Ads

Η ανέχεια και η εξαθλίωση εκατομμυρίων Ευρωπαίων (45 εκατομμύρια μετράει ήδη η γηραιά ήπειρος) ενίσχυσαν τα εθνικιστικά αντανακλαστικά. Η πολιτική λιτότητας και αποδιάρθρωσης της πρόνοιας και της προστασίας συνδυάστηκε με την καταπάτηση της αξιοπρέπειας των λαών από το νεογερμανικό -προτεσταντικής κοπής- εθνικισμό μπροστά στις ανάγκες του ευρωπαϊκού κεφαλαίου για εξεύρεση νέων αγορών μετά την κατάρρευση των ευρωμεσογειακών κοινωνιών και ενίσχυσε τα νεοφασιστικά μορφώματα.

Η σημερινή ηγεσία και οι εθνικές πολιτικές ελίτ της Ένωσης αδιαφορούν παντελώς για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Το έχουν ήδη αποδείξει, άλλωστε, με την οικονομική καταπίεση στον ευρωνότο προς όφελος των πολυεθνικών επιχειρήσεων και τη διάλυση της μεσαίας τάξης που είχε αρχίσει να διεκδικεί συμμετοχή στην πολιτική και την οικονομία. Είναι υποχρέωση όμως των αριστερών κινημάτων να εκθέσουν τα ελατήρια της ευρωπαϊκής υποστήριξης προς το νεοφασισμό ή την αδιαφορία της που του επιτρέπει να θεριεύει απειλώντας τις κοινωνίες. Η περίπτωση της Ουκρανίας δεν αφήνει καμία αμφιβολία για τις επιδιώξεις των ευρωπαϊκών πολιτικών επιλογών.

Αξίζει ωστόσο να υπογραμμίσουμε την πλήρη εξαφάνιση της Ελληνικής Προεδρίας. Αν και το πρωθυπουργικό επιτελείο επένδυσε επικοινωνιακά στην ανάληψη της προεδρίας, τελικά φάνηκε όχι μόνο κατώτερη των εξελίξεων, αλλά και αδιάφορη παντελώς μπροστά στην αναβίωση του φασισμού σε μια χώρα που φλερτάρει με την ΕΕ, όπου τα πολιτικά και οικονομικά κεντροευρωπαϊκά συμφέροντα τίθενται υπεράνω των ευρωνωσιακών αξιών. Και φυσικά η Ελληνική Προεδρία δε λειτουργεί εκτός του πλαισίου που ορίζουν οι συντηρητικές πολιτικές δυνάμεις. Το αντίθετο ακριβώς, τις εκφράζει απολύτως.

Ο νεοφιλελευθερισμός δεν έχει κανένα ηθικό πρόβλημα να συνταυτιστεί και να συνεργαστεί με το νεοναζισμό αρκεί ο τελευταίος να εξυπηρετεί τις πολιτικές επιδιώξεις της πολυεθνικής ολιγαρχίας. Άλλωστε, αυτό το είδαμε ιστορικά καθόλη της διάρκεια του μεσοπολέμου.

Για αυτό όμως το λόγο είναι αναγκαία όσο ποτέ μια πολιτική αναδιάταξη των πολιτικού χάρτη της ΕΕ. Η Ευρώπη, όσο και να κοιτάμε τα δικά μας χάλια, πρέπει να ξεπεράσει τις πολιτικές των συντηρητικών πολιτικών σχηματισμών που σήμερα την ελέγχουν. Και σε τούτο το ζήτημα μεταξύ άλλων οφείλουν να τοποθετηθούν όλα τα κόμματα. Αντιθέτως, παρατηρούμε ότι νέοι και παλαιοί κομματικοί σχηματισμοί αποκρύπτουν το ρόλο της ακροδεξιάς και θολώνουν τα αίτια ανάκαμψης του εθνικισμού.

Μόνη η αριστερά επιμένει -λόγω των αντιφασιστικών της πολιτικών γονιδίων- να υπογραμμίζει τον ακροδεξιό κίνδυνο για τις κοινωνίες και να αναζητά την υιοθέτηση μιας νέας οικονομικής πολιτικής στην ήπειρο που να εκθεμελιώσει το νεοναζισμό.

Και τούτο ακριβώς χρειάζεται τελικά η Ευρώπη. Μία ισχυρή αριστερά που δεμένη με τα κοινωνικά κινήματα να παρεμβαίνει και να οδηγήσει τις εξελίξεις προς μία φιλολαϊκή πολιτική με σεβασμό στον αδύναμο και δυναμική ενίσχυση των μεσαίων στρωμάτων που βρέθηκαν στο στόχαστρο του νεοφιλελευθερισμού. Η νίκη επί του νεοφιλελευθερισμού αυτομάτως σημαίνει και χτύπημα κατά του φασισμού και νίκη υπέρ της δημοκρατίας. Αρκεί η νίκη να συνοδεύεται από τη μετεκλογική συμμετοχή των κινημάτων και των πολιτών.
 

Kατεβάστε ελεύθερα το πολιτικό δοκίμιο Ημεσαία τάξη στην αγχόνη της κρίσης του Δήμου Χλωπτσιούδη από εδώ ή διαβάστε το online