[…] Πιστεύω πως αυτό που συμβαίνει στη Γαλλία αυτή τη στιγμή, είναι σχετικό κυρίως με το πώς εκφράζονται επικοινωνιακά τα μεγάλα συνδικάτα, και σαν να επαναπροσδιορίζεται η κλασσική διάσταση της πολιτικής του συνδικαλισμού, που μέχρι σήμερα ήταν μόνο η σύγκρουση. […] Είναι μία διασταύρωση διαφόρων συνιστωσών και δυναμικών, που έφερε στην επιφάνεια διάφορες κοινωνικές διαστάσεις και προβληματισμούς με αφορμή το νομοσχέδιο και με κεντρική προβληματική την πολιτική του συνδικαλισμού και τις τρεις διαφορετικές επικοινωνίες μεταξύ εργαζομένων και εργοδοτών. Θα επικρατήσει η συγκρουσιακή, η συμμετοχική ή η διαλλακτική λογική; […] Ο ψυχαναλυτής Κώστας Νασίκας, ο οποίος διδάσκει στο Πανεπιστήμιο της Λυών και είναι ιατρικός υπεύθυνος του Οίκου Εφήβων της Λυών, μιλά στη δημοσιογράφο και σύμβουλο ανθρωπίνων σχέσεων Κρυσταλία Πατούλη με αφορμή την εξέγερση στη Γαλλία.

Ads

«Αρχικά πρέπει να πω πως μιλώ ως πολίτης, ως μέλος της πόλης, του δήμου και της κοινωνίας γενικότερα, και όχι ως ειδικός κοινωνιολογικών αναλύσεων.
 
Αυτά που συμβαίνουν σήμερα στη Γαλλία κατανοούνται καλύτερα αν τα εντάξουμε στο κοινωνικό-Ιστορικό πλαίσιο στο οποίο βρίσκεται αυτή η χώρα:

Είναι μια μετα – βιομηχανική κοινωνία, με πολλές αλλαγές στις μορφές εργασίας και επικοινωνίας που επιβάλλουν οι νέες τεχνολογίες και  που περνάει μία φάση αντίστοιχη με αυτήν που περνάνε και άλλες κοινωνίες της Ευρώπης, έχει δηλαδή μια μικρή –ή και καθόλου- ετήσια οικονομική ανάπτυξη σε σχέση με την παγκοσμιοποίηση της οικονομίας που κάνει πολλές εταιρείες και βιομηχανίες να μετακινούνται σε χώρες φτηνότερου εργατικού δυναμικού.

Αυτό είναι το γενικότερο πλαίσιο μέσα στο οποίο βρίσκεται η Γαλλία, το οποίο έχει δημιουργήσει -εκτός των άλλων- ένα αρκετά υψηλό ποσοστό ανεργίας της τάξεως του 10 – 10,5% , που ξεπερνάει τα 3 εκατομμύρια ανέργους.

Ads

Η ανεργία αυξήθηκε σημαντικά τα τελευταία 10 χρόνια, δηλαδή επί της προηγούμενης κυβέρνηση και επί της σημερινής, γι’ αυτό και ένα από τα θέματα που απασχολούσαν τους κυβερνώντες ήταν να ελαττώσουν αυτό το ποσοστό της ανεργίας.
 
Σ’ αυτή την προοπτική, πέρυσι, η κυβέρνηση ελάττωσε τις εισφορές που δίνουν όλες οι επιχειρήσεις για την κοινωνική ασφάλιση των εργαζομένων (ένα ποσοστό από αυτές τις εισφορές πληρώνουν οι εργοδότες και ένα άλλο ποσοστό το πληρώνει ο ίδιος ο εργαζόμενος). 

 Αυτή ήταν και η υπόσχεση που έδωσε η λεγόμενη Αριστερή κυβέρνηση του Ολάντ, το 2012: να ελαττώσει την ανεργία. Αυτή η υπόσχεση δεν πραγματοποιήθηκε τελικά, αφού η ανεργία αντί να μειωθεί συνέχισε να αυξάνεται.

Με τη λογική, λοιπόν, πως θα μπορούσε να μειωθεί η ανεργία εάν οι επιχειρήσεις, προσλάμβαναν περισσότερους εργαζόμενους, η κυβέρνηση έκανε μία προσφορά –στο πλαίσιο της γενικότερης καπιταλιστικής λογικής:

Επειδή δεν μπορούσε -όπως επίσης είχε υποσχεθεί- να βάλει 75% επιπλέον φόρους στους μεγάλους κεφαλαιούχους, διότι αντέδρασαν και άρχισαν να παίρνουν τις  επιχειρήσεις τους από τη Γαλλία και να τις πηγαίνουν αλλού, σιγά σιγά η κυβέρνηση κατέληξε μπροστά στη σκληρή πραγματικότητα (για να αυξηθούν οι προσλήψεις από τους διάφορους μεγάλους και μικρούς εργοδότες) στην πρόταση, να δίνουν λιγότερες εισφορές στις κοινωνικές ασφαλίσεις. Οπότε ελάττωσε κάπου 40 δισεκατομμύρια τη συμμετοχή των εταιρειών στις κοινωνικές ασφαλίσεις, με την προοπτική πάντα να μειωθεί η ανεργία.

Ένα δεύτερο θέμα που συζητιέται εδώ και πολύ καιρό, είναι το ανεβασμένο εργατικό κόστος: π.χ. για ένα εργαλείο που κατασκευάζεται στην Γαλλία συγκριτικά με το ίδιο εργαλείο που κατασκευάζεται στην Κίνα, στην Ινδία, στο Μαρόκο, κλπ. Θεωρείται, λοιπόν, ότι η ανταγωνιστικότητα των γαλλικών επιχειρήσεων δεν είναι σε καλό επίπεδο, διότι έχουν αυξημένο εργατικό κόστος συγκριτικά με άλλες χώρες.
 
Η πολιτική του συνδικαλισμού

Για όλους τους παραπάνω παράγοντες, αλλά και πολλούς άλλους, οι εργάτες σήμερα εξεγείρονται για τα εργατικά τους δικαιώματα. Δεν τους ενδιαφέρει, για παράδειγμα, το πώς διαχειρίζεται την επιχείρησή του ο κάθε εργοδότης κι αν αυτή θα επιβιώσει. Οι εργαζόμενοι αμύνονται για τα ταξικά τους συμφέροντα στην κλασσική μορφή του συνδικαλισμού, και αυτό το κάνουν με διάφορα μέσα και με το έσχατο από αυτά που είναι η απεργία.

Αυτή η προβληματική της πολιτικής του συνδικαλισμού είναι θα λέγαμε ένα είδος επικοινωνιακής γλώσσας που χρησιμοποιείται μεταξύ εργαζομένων και εργοδοτών. Για την ακρίβεια, ο συγκρουσιακός τρόπος είναι ένας από τους τρόπους επικοινωνίας.  
 
Οι τρεις επικοινωνιακές λογικές εργαζομένων – εργοδοτών είναι:
 
1. Η συγκρουσιακή

Είναι αυτή η επικοινωνία που ανέφερα παραπάνω, όπου οι εργαζόμενοι αμύνονται τα δικαιώματά τους απέναντι στα συμφέροντα των εργοδοτών.
 
2. Η συμμετοχική

Ένας τρόπος επικοινωνίας μεταξύ εργαζομένων και εργοδοτών που αναπτύσσεται όλο και πιο πολύ, είναι να δίνουν στους εργάτες οικονομικά κίνητρα, π.χ. να συμμετέχουν στα κέρδη της επιχείρησης: Όταν κερδίζει η επιχείρηση κερδίζουν κι αυτοί, όταν χάνει η επιχείρηση χάνουν κι αυτοί. Αυτή είναι θα λέγαμε η συμμετοχική διάσταση της επικοινωνίας ανάμεσα σε εργαζομένους και εργοδότες. Κάτι σαν να γίνονται οι εργαζόμενοι μικρομέτοχοι.
 
3. Προ-συγκρουσιακή – Διαλλακτική

Μια άλλη επικοινωνιακή λογική των εργαζομένων με τους εργοδότες, είναι -θα έλεγα- μια προ-συγκρουσιακή επικοινωνία, όπου ο καθένας παραμένει στη θέση του, αλλά υπάρχει μία διαδικαστική επικοινωνία σε σχέση με το πώς θα κινηθεί η επιχείρηση: αν χρειάζεται να αυξήσει κάτι, ή να ελαττώσει κάτι, κλπ.

Δηλαδή να είναι γνώστες οι εργαζόμενοι για το πώς πάει η επιχείρηση, και να συζητούν με τους εργοδότες για την πορεία της, όπου μπορούν να προτείνουν και διάφορες λύσεις στα πιθανά προβλήματα που προκύπτουν σε αυτήν. Όμως σε αυτή την περίπτωση δεν συμμετέχουν οι εργαζόμενοι στα οικονομικά της επιχείρησης.
 
Με αυτόν τον επικοινωνιακό τρόπο μπορεί να αποφευχθεί και μία μελλοντική σύγκρουση. Δηλαδή, όταν συζητούν οι εργοδότες με τους εργαζόμενους το τι γίνεται στην επιχείρηση και το πώς πάει η επιχείρηση, μπορούν να γίνουν διάφορες προτάσεις και να ληφθούν διάφορα μέτρα χωρίς να φτάσουν στη σύγκρουση, έτσι ώστε η επιχείρηση να συνεχίσει την πορεία της.

Κάπου εδώ ήρθε αυτό το νομοσχέδιο που δημιούργησε προβλήματα, και έβγαλε τους εργαζόμενους στο δρόμο με τις διαμαρτυρίες και τις απεργίες.

Στη Γαλλία υπάρχουν τρία μεγάλα συνδικάτα εργαζομένων, τα οποία περίπου αντιστοιχούν στις τρεις αυτές λογικές επικοινωνίας:
 
Α. Το κύριο συνδικάτο που υποστηρίζει τις απεργίες είναι το CGT (Γενική Συνομοσπονδία Εργατών) , που βρίσκεται αυτή τη στιγμή στην πρώτη γραμμή της μάχης. το οποίο είναι αρκετά δυνατό και θεωρείται πως αντιπροσωπεύει το 10-15% των εργαζομένων της χώρας, και το οποίο έχει την κλασσική στάση απέναντι στην εργοδοσία, που είναι η ταξική σύγκρουση, και πρόσκειται στο Κομμουνιστικό Κόμμα της Γαλλίας.
 
Β. Το άλλο συνδικάτο, πιο θολής κομματικής απόχρωσης, που λέγεται FΟ (Εργατική Δύναμη), που έχει περίπου το 8-10% της συνδικαλιστικής δύναμης των εργαζομένων, θεωρείται γενικά απολιτικό, με κάποιες λογικές πιο πολύ επιχειρησιακές – συμμετοχικές, και συγκυριακά τώρα έχει πιο κοντινές θέσεις με το CGT, σε σχέση με το συγκεκριμένο νομοσχέδιο.
 
Γ. Και υπάρχει και ένα τρίτο μεγάλο συνδικάτο εργαζομένων, το οποίο είναι υπέρ του νομοσχεδίου μέχρι στιγμής, σε αντίθεση με τά άλλα δύο μεγάλα συνδικάτα, και λέγεται CFDT (Γενική Γαλλική Συνομοσπονδία Εργατών), έχει περίπου το 15% της συνδικαλιστικής δύναμης των εργαζομένων, και θεωρείται Αριστερό γενικά, αλλά με λογικές, πιο πολύ, θα λέγαμε, αυτοδιαχειριστικές (δηλαδή χρησιμοποιεί περισσότερο την τρίτη κατηγορία επικοινωνίας: μη συγκρουσιακή – διαλλακτική). 
 
Αυτά είναι τα τρία συνδικάτα με τρεις διαφορετικές λογικές, που λειτουργούν από χρόνια με τον δικό τους  τρόπο επικοινωνίας με τους εργοδότες.

Για το νομοσχέδιο που προκάλεσε την εξέγερση:

Το νομοσχέδιο αυτό λέγεται Flexi-Sécurité που σημαίνει Ελαστικότητα και Εξασφάλιση. Τι σκοπό είχε αυτό το νομοσχέδιο; Είμαστε στην προβληματική που λέγαμε στην αρχή, της μείωσης της ανεργίας, όπου στην πρώτη φάση γι’ αυτόν τον σκοπό μειώθηκαν οι εισφορές στους εργοδότες για τις κοινωνικές ασφαλίσεις των εργαζομένων,  αλλά δεν απέδωσε το προσδοκώμενο, και στη δεύτερη φάση να δώσουν στις εταιρείες την διευκόλυνση να μην έχουν τέτοιας μορφής συμβόλαια με τους εργαζομένους που θα τους δένουν τόσο πολύ ώστε όταν η επιχείρηση έχει δυσκολίες, να πρέπει να κλείσει. Οπότε σε αυτή τη δεύτερη φάση με το νομοσχέδιο, προσπαθούν να δώσουν κάποια ελαστικότητα, σχετικά με τις απολύσεις τελικά, ή στην ελάττωση του χρόνου εργασίας.

Ταυτόχρονα -και εδώ το τρίτο συνδικάτο (CFDT) έκανε σημαντικές επεμβάσεις-  προτείνεται στο νομοσχέδιο:

α) να μην χάνει ο κάθε εργαζόμενος ούτε τις κοινωνικές του ασφαλίσεις, και τα δικαιώματά του να τα κρατάει και στην καινούργια του δουλειά.

Και β) η αποζημίωση για μία απόλυση, να μην ορίζεται από το νόμο οπότε π.χ. να είναι μικρή, να μην μπει δηλαδή όριο στις αποζημιώσεις, αλλά να ορίζεται πάντα το ποσόν της κάθε αποζημίωσης από κάποια δικαστήρια που είναι εδώ στη Γαλλία, και λέγονται Εργατικά Δικαστήρια.

Με αυτή την ελαστικοποίηση των συμβολαίων, ο στόχος της κυβέρνησης είναι να επιτρέψει στους εργοδότες μία μεγαλύτερη ελαστικοποίηση στις προσλήψεις και τις απολύσεις εργαζομένων.

Ανάλογη ελαστικοποίηση στις προσλήψεις και στις απολύσεις, έγινε στην Ιταλία, και χωρίς άλλες αλλαγές στο Κεφάλαιο και στις επιχειρήσεις, απελευθέρωσε περίπου 300 χιλιάδες θέσεις εργασίας μέσα σε ένα χρόνο.

H λογική τους είναι πως όταν ένας εργοδότης δεν κάνει ένα συμβόλαιο που τον δένει απόλυτα με έναν εργάτη που δεν μπορεί να τον απολύσει καθόλου εύκολα, δεν τον προσλαμβάνει. Όταν όμως έχει μια ευχέρεια να κινηθεί, μπορεί να τον προσλάβει όταν πάει καλύτερα, να τον απολύσει όταν πάει χειρότερα, κλπ.

Αυτή είναι η ελαστικότητα για τον εργοδότη και η ασφάλεια για τον εργαζόμενο ταυτόχρονα, που προτείνεται από αυτό το νομοσχέδιο. Ο εργαζόμενος να μην χάσει τα δικαιώματά του στην καινούργια επιχείρηση που θα πάει, και να έχει τις τριετίες που χρειάζεται για να πάρει αύξηση, κλπ.

Οπότε, γενικά, η λογική του νομοσχεδίου είναι να μειωθεί η ανεργία, με κάποια ελαστικοποίηση του χρόνου εργασίας και των προσλήψεων και των απολύσεων σε σχέση με τις συμβάσεις εργασίας.

Και η κύρια πρόταση που υπάρχει μέσα στο νομοσχέδιο και έχει δημιουργήσει εν πολλοίς το σκάνδαλο είναι η εξής: σε κάθε επιχείρηση να ψηφίζουν όλοι οι εργαζόμενοι τις προτάσεις εξέλιξης της επιχείρησης, όπως και αν χρειαστεί να αυξομειωθεί ο χρόνος εργασίας ή να  γίνουν προσλήψεις ή απολύσεις.

Το τρίτο συνδικάτο, συμφωνεί με αυτό, και σχεδόν το έχει προτείνει, με τη λογική, να συμμετέχουν όλοι οι εργάτες, όχι μόνο όσοι είναι στα συνδικάτα, και να μην υποχρεώνεται η επιχείρηση να αναφέρεται σε ωράρια και συνδικαλιστικά πλαίσια κάθε κλάδου αλλά να μπορεί κάθε επιχείρηση τοπικά και αναλόγως με τις ανάγκες της να αυξομειώνει χρόνο εργασίας και το εργατικό της δυναμικό.

Αυτό όμως έρχεται σε αντίθεση με το καθεστώς που υπάρχει, σχετικά με τις κλαδικές εργασιακές συμβάσεις, δηλ. τα εργασιακά συμβόλαια ανάλογα με τον κλάδο που υπάγεται η κάθε επιχείρηση και κάθε εργαζόμενος, και για τα οποία έρχονται σε συμφωνία οι κλάδοι βιομηχανιών με τους  αντιπροσώπους (αρχηγούς) των συνδικάτων.

Δηλαδή, προσέξτε τη λεπτομέρεια: Αν σε μία επιχείρηση η απόφαση παρθεί τοπικά, αυτό μπορεί να έρθει σε αντίθεση με την κλαδική συμφωνία! Kαι εδώ ξεσηκώθηκε το πρώτο συνδικάτο (CGT), το οποίο επιμένει πως έχει γίνει αντιστροφή των αξιών, και ότι δεν μπορούν οι τοπικοί εργάτες σε ένα εργοστάσιο να πάρουν μέρος στη σκέψη και στην απόφαση, αν μία επιχείρηση πρέπει να αυξήσει ή να μειώσει το εργατικό της δυναμικό.

Το τρίτο συνδικάτο, κυρίως, δηλαδή το CFDT, υποστηρίζει πως ο κάθε εργαζόμενος πρέπει να έχει γνώμη στις αποφάσεις μιας επιχείρησης, ενώ το CGT υποστηρίζει πως πρέπει να συμμετέχουν μόνο οι αντιπρόσωποι του συνδικάτου που ανήκει, με άλλα λόγια μόνο οι εργατοπατέρες μπορούν να παίρνουν αποφάσεις.

Γι’ αυτό πιστεύω πως αυτό που συμβαίνει στη Γαλλία αυτή τη στιγμή, είναι σχετικό κυρίως με το πώς εκφράζονται επικοινωνιακά τα μεγάλα συνδικάτα, και σαν να επαναπροσδιορίζεται η κλασσική διάσταση της πολιτικής του συνδικαλισμού, που μέχρι σήμερα ήταν μόνο η σύγκρουση. 

Και αυτό το νομοσχέδιο έβαλε φωτιά στη Γαλλία εδώ και κάποιους μήνες, μέσα σε ένα γενικότερο άσχημο κλίμα σε σχέση με την τρομοκρατία και την κατάσταση εκτάκτου ανάγκης που βρίσκεται η χώρα. Mαζί με την γενική αυτή αντίδραση στο νομοσχέδιο ενώθηκαν κι ένα σωρό άλλες διαμαρτυρίες, τοπικού και ειδικού ενδιαφέροντος, με διάφορα άλλα θέματα δηλαδή που δεν έχουν άμεση σχέση με το νομοσχέδιο αλλά έχουν προστεθεί και έχουν πυροδοτήσει ακόμη περισσότερο την εξέγερση.

Συγχρόνως στην εξέγερση ενάντια στο νομοσχέδιο παίρνουν μέρος και διάφορα άλλα κινήματα πιο αναρχικά, κινήματα τα οποία επιτίθενται για παράδειγμα στους αστυνομικούς, διότι τους θεωρούν αντιπρόσωπους της βίας του καπιταλισμού, όπως π.χ. είδαμε με εκείνους που έβαλαν φωτιά στο περιπολικό.

Η λογική του “σπασίματος” τραπεζών κι άλλων καπιταλιστικών συμβόλων εκφράζεται κι από το γράμμα που στέλνει ένας ριζοσπαστικοποιημένος έφηβος στη μαμά του και που δημοσιεύτηκε πρόσφατα και στο TVXS: To «σπάσιμο» αφορά όλες τις αξίες της καπιταλιστικής κοινωνίας και πρεσβεύει το ριζοσπαστικό εφηβικό όνειρο του ερχομού μιας καινούργιας κοινωνίας, χωρίς τάξεις και ανισότητες.

Κι άλλα κινήματα παίρνουν μέρος όπως εκείνο με τις ολονυχτίες στις πλατείες, μια εμπειρία σημαντική, διότι έχω και νέους που έρχονται για ψυχανάλυση οι οποίοι συμμετείχανε, και πήγα κι εγώ να δω τι γίνεται. Είχαν φωτιές για να ζεσταίνονται, είχαν συσσίτιο, και συνέβαινε ένα είδος επανίδρυσης της δημοκρατίας όπου ο καθένας έβαζε το θέμα που ήθελε και σιγά σιγά έβγαιναν θέματα παγκόσμια, θέματα κοινωνικά, κλπ. Δεν υπήρχε καμιά αξιοκρατία στις επιλογές θεμάτων και τα συνδικάτα μάλλον φοβήθηκαν αυτό το κίνημα, όπως είχε γίνει και με το κίνημα του Μάη του ’68. Γι’ αυτό μάλιστα μιλούσαν για κάποιες ομοιότητες του Μάη του ‘68 και του Μάη του ’16.

Όλα αυτά τα κινήματα διασταυρώθηκαν γύρω από αυτό το νομοσχέδιο, χωρίς όλα αυτά τα κινήματα να έχουν μόνιμα αυτό το νομοσχέδιο απέναντί τους, δηλαδή να είναι όλα ενάντια σε αυτόν το νόμο. 

Σε όλον αυτόν τον κοινωνικό αναβρασμό στον οποίον έδωσε έναυσμα αυτό το νομοσχέδιο, αλλά με όλες τις άλλες διαστάσεις που πήρε αυτός ο κοινωνικός αναβρασμός, βλέπουμε το σημερινό ιστορικοκοινωνικό γίγνεσθαι της Γαλλίας, όπου η κοινωνία μετακινείται σε νέες μορφές αντιπαράθεσης, προβληματισμού, και βέβαια νέους τρόπους επικοινωνίας, εξέγερσης, κλπ.

Νομίζω ότι όλες αυτές οι διαστάσεις επικοινωνίας εργαζομένων και εργοδοτών, είναι παρούσες. Μέχρι στιγμής δεν έχει αποφασιστεί τίποτα για το πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα, αλλά νομίζω ότι αυτή η διαδικασία ζύμωσης θα συνεχιστεί, όπου και η συγκρουσιακή επικοινωνία θα παραμείνει, και η συμμετοχική, και η διαλλακτική – προ-συγκρουσιακή.

Αυτός o κοινωνικός αναβρασμός, οι αντιπαραθέσεις διαφορετικών λογικών, και αυτή η δυναμική θα κατασταλάξει κάπου αρχές Ιουλίου, που θα ψηφιστεί ο νόμος, που θα συμπέσει με το κύπελλο Ευρώπης στο ποδόσφαιρο αλλά και με τις καλοκαιρινές διακοπές των γάλλων.

Όλες αυτές είναι οι κοινωνικές διαστάσεις οι οποίες θα ανακατευτούν μεταξύ τους, άγνωστο πως. Συν το ότι υπάρχει ο νόμος εκτάκτου ανάγκης σε σχέση με την τρομοκρατία, και το ότι ορισμένοι, εκμεταλλεύονται τις διαδηλώσεις για να σπάσουν βιτρίνες όχι για αναρχικούς λόγους αλλά για να κλέβουν, συγκρουόμενοι και με τον στρατό πλέον, όπως έγινε εδώ κοντά αυτές τις μέρες. Πως θα διαμορφωθεί αυτό το μείγμα στη συνέχεια θα το δούμε σιγά σιγά.

Γι’ αυτό λέω είναι μία διασταύρωση διαφόρων συνιστωσών και δυναμικών, που έφερε στην επιφάνεια διάφορες κοινωνικές διαστάσεις και προβληματισμούς, με αφορμή το νομοσχέδιο και με κεντρική προβληματική την πολιτική του συνδικαλισμού και τις τρεις διαφορετικές επικοινωνίες μεταξύ εργαζομένων και εργοδοτών. Θα επικρατήσει η συγκρουσιακή, η συμμετοχική ή η διαλλακτική λογική;  Θα μπορεί να επικοινωνήσει κάθε εργαζόμενος με τον εργοδότη χωρίς τον εργατοπατέρα; Θα μπορούν να συμμετέχουν οι εργαζόμενοι στη λογική της επιχείρησης βοηθώντας και την επιχείρηση να επιβιώσει, ή όχι; Κάπου εκεί παίζονται πράγματα.

Η τρίτη επικοινωνία θα έλεγα πως υπευθυνοποιεί τους εργαζόμενους χωρίς να τους υποδουλώνει στο κέρδος του κεφαλαίου. Από όσο παρακολουθώ τα πράγματα, μάλλον το νομοσχέδιο έγινε και με την λογική της κυβέρνησης να δώσει μεγαλύτερη διάσταση στο τρίτο συνδικάτο, έτσι ώστε να γίνονται συζητήσεις για την κατάσταση της κάθε επιχείρησης πολύ πριν παρθούν αποφάσεις, και να βρίσκονται λογικές λύσεις πριν την σύγκρουση, έτσι ώστε να αποφεύγονται τα αποτελέσματα των συγκρούσεων που είναι οι απεργίες, η παράλυση της οικονομίας, η βία, και το χάσιμο χρόνου εργασίας, κλπ., που κάνουν τη Γαλλία σε σχέση άλλες χώρες λιγότερο ανταγωνιστική χώρα, και έτσι προκαλείται η φυγή των επιχειρήσεων σε χώρες με αυξημένη ανταγωνιστικότητα.

Ο εργαζόμενος κοιτά άμεσα να προστατέψει τα συμφέροντα και τα δικαιώματά του, αλλά αν το δει με την μελλοντική του προοπτική, σχετικά με το αν θα υπάρχουν επιχειρήσεις για να εργαστεί, θα αλλάξει πιθανόν λογική για το συμφέρον του. Γι αυτό λέω ότι οι τακτικές δεν είναι ίδιες, διότι οι πολιτικές δεν είναι ίδιες.

Ένα απλό παράδειγμα: η Total έχει νομίζω στη Γαλλία 7 με 8 διυλιστήρια που μετατρέπουν το πετρέλαιο σε διάφορα άλλα προϊόντα. Τα διυλιστήρια αυτά μπλοκαρίστηκαν αυτό τον καιρό, δεν δουλεύανε καθόλου, και υπάρχει η σκέψη κάποια από αυτά ή και όλα να φύγουν από τη Γαλλία.

Θα μου πείτε αυτός είναι ο φόβος που προκαλεί ο καπιταλιστής στον εργάτη. Αλλά υπάρχει και μία αντικειμενική κατάσταση, που λέει ότι όντως, αυτά τα διυλιστήρια μπορούν να δραστηριοποιηθούν και αλλού.

Και τελικά, άμεσα οι εργάτες προστατεύουν τα συμφέροντά τους, αλλά έμμεσα, αύριο μεθαύριο μπορεί να μην έχουν καν δουλειά για να προστατεύσουν τα εργασιακά τους δικαιώματα και τα συμφέροντά τους, αν δεν έχουν κάποια συμμετοχή στην όλη λογική της επιχείρησης.

Νομίζω ότι είναι απαραίτητη η υπευθυνοποίηση του κάθε εργαζόμενου, χωρίς να έχει ανάγκη από έναν εργατοπατέρα.  Oι εργατοπατέρες κάνουν μία πολιτική πολλές φορές με προσωπικά κίνητρα πολιτικής εξέλιξης. Αυτό δεν σημαίνει πως τα συνδικάτα δεν χρειάζονται για να υπερασπίζονται τα γενικά συμφέροντα των εργαζομένων.-“