Τα ζητήματα της ιστορικής μνήμης αλλά της ανάδειξης της διεκδίκησης των γερμανικών κατοχικών οφειλών προς την Ελλάδα, απασχόλησαν πριν λίγες μέρες την ελληνική Βουλή.

Ads

Πιο συγκεκριμένα, η Διακομματική Επιτροπή για τη Διεκδίκηση των Γερμανικών Οφειλών, οργάνωσε στο ελληνικό Κοινοβούλιο εκδήλωση με θέμα «Ιστορική μνήμη και χρέος», κατά την οποία παρουσιάστηκαν βιβλία και έρευνες για τα εγκλήματα πολέμου από τις κατοχικές δυνάμεις των ναζί και τις οφειλές της Γερμανίας προς την Ελλάδα.

Η εισήγηση του προέδρου της Επιτροπής Τριαντάφυλλου Μηταφίδη:

Καθώς στις 27 του Απρίλη συμπληρώνονται 75 χρόνια από την πτώση της Αθήνας στα νύχια των ναζί και τη φριχτή κατοχή που βίωσε η χώρα, επιτρέψτε μου να αφιερώσω τη σημερινή εκδήλωση στα θύματα του Β` Παγκοσμίου Πολέμου, αλλά και να τιμήσω όλες και όλους τους αγωνιστές και τις αγωνίστριες από ολόκληρο τον κόσμο που έδωσαν τη ζωή τους για την ελευθερία των χωρών τους – μερικοί από τους οποίους παρευρίσκονται και στη σημερινή εκδήλωση.

Ads

Να τιμήσω τους αγωνιστές της Αντιφασιστικής Αντίστασης που έδωσαν τη ζωή τους για να απαλλαχθεί η χώρα μας από την ναζιστική θηριωδία και την κατοχή. Κανένας λαός δεν έχει μέλλον, αν δεν τιμά την ιστορία και τους αγώνες του. Κανένας λαός δεν μπορεί να προκόψει, όταν σβήνει τη συλλογική μνήμη και αφήνει ιστορικά αδικαίωτους τους αγώνες και τις θυσίες του. Είναι νωπά ακόμα στη μνήμη του λαού μας τα εγκλήματα και οι καταστροφές που προκάλεσαν τα κατοχικά στρατεύματα στην ελληνική επικράτεια αλλά και σε ολόκληρη την Ευρώπη. Και τις μνήμες αυτές έχουμε χρέος ιστορικό, πολιτικό και ηθικό να τις διατηρήσουμε και να τις μεταφέρουμε στις νεότερες γενιές, που δυστυχώς μεγαλώνουν μέσα σε κλίμα απόρριψης του ιστορικού παρελθόντος, σε κλίμα ιστορικού αναλφαβητισμού και αναθεωρητισμού, που εξισώνει τους θύτες με τα θύματα, κατασυκοφαντεί την Αντιφασιστική Αντίσταση και επωάζει το «αβγό του φιδιού» στο έδαφος της οικονομικής και κοινωνικής κρίσης που μαστίζει τη χώρα.

Να θυμίσουμε, λοιπόν, ότι την ώρα που η χώρα μας λιμοκτονούσε και ο πληθυσμός της έφθινε ραγδαία, ήταν υποχρεωμένη με τον κατοχικό νόμο 1586/1942 να αποζημιώνει τοις μετρητοίς τους κατακτητές «διά πάσας τας λόγω των πολεμικών επιχειρήσεων επί του ελληνικού κρατικού εδάφους, προξενηθείσας ή προξενουµένας έτι ζηµίας».

Αυτά τα χρήματα όχι μόνο δεν μας τα επέστρεψαν, αλλά το 1962, με τις πλάτες των δυτικών συμμάχων μας,  μας υποχρέωσαν να αναγνωρίσουμε στο ακέραιο την ονομαστική αξία των προπολεμικών μας δανείων, την ίδια στιγμή που η Δυτική Γερμανία κρατούσε τουλάχιστον το 80% των καταθέσεών της για την ανασυγκρότησή της.

Αλλά, και για τα μαζικά εγκλήματα που διέπραξαν σε βάρος της χώρας, φρόντισαν να έχουν καθεστώς ασυλίας και ατιμωρησίας. Είναι χαρακτηριστικό το πόρισμα της εισαγγελίας του Μπόχουμ για αξιωματικό που συμμετείχε στην σφαγή των Καλαβρύτων. Γράφει το πόρισμα: «Τα αντίποινα ήταν αναγκαία και επιτρεπτά από το Διεθνές Δίκαιο, ώστε να αναγκαστούν οι αντίπαλοι, δηλαδή οι αντάρτες, να τηρήσουν το Διεθνές Δίκαιο. Επομένως, δεν είναι παράνομη και η καθ’ οιονδήποτε τρόπο συμμετοχή στα αντίποινα».

Έτσι, μέχρι το 1959, από τις 911 μηνύσεις κατά εγκληματιών πολέμου, μία (1) μόνο κατέληξε σε καταδίκη(!), αλλά ο καταδικασμένος αρχιεγκληματίας, ο «σφαγέας της Θεσσαλονίκης», Μαξ Μέρτεν απελευθερώθηκε και με το νόμο 4016/1959 ανεστάλη η δίωξη των εγκληματιών πολέμου και έκλεισε το Ελληνικό Γραφείο Δίωξης Εγκληματιών Πολέμου. Ενώ λειτουργούν ακόμα τα αντίστοιχα γραφεία στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, στη Γαλλία, στην Αγγλία, στην Ιταλία, στην Αυστραλία και στη Γερμανία, και, όποτε εντοπίσουν κάποιον – ενεργό τότε – ναζί, τον δικάζουν, έστω και αν είναι σήμερα 90 ή 100 χρονών.

Γιατί, σύμφωνα και με τις διακηρύξεις του ΟΗΕ, τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας δεν παραγράφονται – να θυμίσω και με πρόσφατη απόφαση του ιταλικού Συνταγματικού Δικαστηρίου.

Την τελευταία δεκαετία πυκνώνουν οι μελέτες για την περίοδο της κατοχής από διδάκτορες της ιστορίας στα ελληνικά πανεπιστήμια. Οι διδακτορικές διατριβές της τελευταίας δεκαετίας καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα θεμάτων: Αντίσταση, οικονομικός δοσιλογισμός, εγκλήματα των αρχών κατοχής, δράση των Ταγμάτων Ασφαλείας, επιπτώσεις του κατοχικού λοιμού, κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές συνέπειες της Κατοχής. Επιπλέον, έχουμε πλήθος ερευνητικών εργασιών και ανά γεωγραφική περιοχή, Αναφέρω ενδεικτικά: Μακεδονία, Ήπειρο, Σάμο, Αθήνα, Θεσσαλία, κάτι που μας παρέχει τη δυνατότητα να εξετάσουμε την κατοχική περίοδο και από άποψη συγκριτική.

Αποφασιστικής σημασίας για την ανάπτυξη της ιστορικής έρευνας είναι η διάσωση των αρχείων και το άνοιγμά τους στην επιστημονική κοινότητα. Τα αρχεία των υπουργείων, όπως αυτά που θα μας παρουσιάσει σε λίγο η Διεύθυνση Ιστορίας του Στρατού, των περιφερειακών υπηρεσιών, των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης, των ΔΕΚΟ και άλλων οργανισμών, αποτελούν εθνικό πλούτο.

Η διάθεσή τους την επιστημονική κοινότητα θα συμβάλει τόσο στην ανάπτυξη της ιστορικής έρευνας όσο και στην τεκμηρίωση του αιτήματος για την καταβολή των πολεμικών οφειλών από τις κατοχικές δυνάμεις. Οφειλές, που πέρα από το κατοχικό δάνειο, περιλαμβάνουν την αποζημίωση των θυμάτων, την επιστροφή των λύτρων που κατέβαλε η Ισραηλινή Κοινότητα της Θεσσαλονίκης για να σώσει τα άρρενα μέλη της από τα καταναγκαστικά έργα. Τα ποσά που εκταμιεύτηκαν από τους λογαριασμούς των Δήμων υπέρ των κατοχικών στρατευμάτων και, φυσικά, την επιστροφή των λεηλατημένων πολιτιστικών θησαυρών σύμφωνα και με το από 10/3 ομόφωνο ψήφισμα της Βουλής.

Οι σημερινοί μας ομιλητές, τέως βουλευτές και επαγγελματίες νέοι ιστορικοί, πιστεύω ότι θα δώσουν έγκυρες και τεκμηριωμένες απαντήσεις στα παρακάτω ερωτήματα που συνδέονται με «έναν πόλεμο που δεν τελείωσε ακόμα», όπως γράφει πολύ χαρακτηριστικά ένας από τους ομιλητές μας, ο Μήτσος Κωστόπουλος. Με την απόδοσή ιστορικής δικαιοσύνης στο λαό μας και την απαλλαγή, κυρίως του γερμανικού λαού, από το άγος των ναζιστικών εγκλημάτων.

Ερωτήματα όπως: Έκαναν άραγε οι ελληνικές κυβερνήσεις αυτά που έπρεπε, ώστε να εξασφαλίσουν την υλική και ηθική δικαίωση της χώρας μας; Οι πρώην κατακτητές αναγνώρισαν και ανέλαβαν τις ευθύνες των όσων διέπραξαν; Τους επιβλήθηκε η πρέπουσα τιμωρία; Τα θύματα αυτών των εγκλημάτων έλαβαν την αποζημίωση που δικαιούνταν; Τι πήρε η ελληνική πολιτεία ως επανορθώσεις, προκειμένου να οργανώσει εκ νέου τις δομές της και να ανασυγκροτήσει την κατεστραμμένη οικονομία της; Ποιους πολιτικούς και νομικούς δρόμους προτείνουν να ακολουθήσουμε, ώστε να δικαιωθεί ο αγώνας μας;

* Ο Τριαντάφυλλος Μηταφίδης είναι βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ στη Θεσσαλονίκη