Ανάμεσα σε τηλεοπτικά, ραδιοφωνικά, έντυπα ή ιντερνετικά σκουπίδια, στην καθημερινότητά μας παρεμβάλλονται και ειδήσεις ή ενημερωτικές ζώνες, όπου κανείς θεωρεί ότι υπάρχει μια μίνιμουμ αίσθηση πραγματικότητας. Ακόμη και αυτό αμφισβητείται πια, όταν κεντρικά δελτία προβάλλουν αναλυτικά ρεπορτάζ  για «συζύγους πιλότων μαχητικών» που τελικά είναι μια φίλη από τη γειτονιά που ανέλαβε να υποδυθεί ένα ρόλο στην τηλεόραση !  Φαντάζεται κανείς πόσα άλλα «ρεπορτάζ» και «ειδήσεις» καταναλώνονται καθημερινά χωρίς να αποκαλυφθεί το ψεύδος.

Ads

Διεθνώς για τη δημοσιογραφία υπάρχει μια διάκριση ανάμεσα στις κατασκευασμένες ειδήσεις και την παραπληροφόρηση ή τη διαταραχή της πληροφόρησης. Στην Ελλάδα δεν υφίσταται τέτοια διάκριση καθώς είναι όλες επινοημένες.

Λίγο μετά τη «σύζυγο πιλότου» εμφανίστηκε η πρόσληψη στο πολιτικό γραφείο Φλαμπουράρη ενός ειδικού σε θέματα «αφρικανικής κόνεως».  Υπήρξαν και γνωστοί δημοσιογράφοι, μάλιστα, που έπεσαν θύματα και έσπευσαν να το παραδεχτούν έγκαιρα στα κοινωνικά δίκτυα αποσύροντας τη σχετική ανάρτηση. Υπήρξαν και αρκετοί που υπερέβαλαν καθώς βρίσκονται σε μια κατηγορία ανθρώπων που έχουν εγκαταλείψει από καιρό τα όρια της δημοσιογραφίας και βρίσκονται στην περιοχή της ακραίας αντικυβερνητικής προπαγάνδας. Δεν θα μπορούσαμε να αγνοήσουμε ότι υπάρχουν και αντίστοιχες περιπτώσεις δημοσιογράφων που υποστηρίζουν με πάθος την κυβέρνηση. Αλλά εδώ μιλάμε για κάποιες, πραγματικά κλινικές, περιπτώσεις που έσπευσαν να αναπαράξουν το συγκεκριμένο «διορισμό» και μάλιστα συνεχίζουν να φανατίζονται στα κοινωνικά δίκτυα μαζί με άλλους οπαδούς, αυτοεπαίρονται ή χλευάζουν, 24 ώρες αφού έχει αποκαλυφθεί ότι είναι ψευδές το χαρτί. Μοιάζει περίπου με σέχτα ακραίας αίρεσης ή ψεκασμένους οπαδούς διαφόρων προφητών και επίδοξων σωτήρων. Και είναι ένα ανησυχητικό σύμπτωμα για την κοινωνία καθώς κινητοποιείται από πολύ πρωτόγονα και αρνητικά ένστικτα ή σύνδρομα. 

Αρχικά καταλαβαίνεις ότι, όπως κάθε ψευδής είδηση, εξυπηρετεί ένα ιδιοτελή σκοπό, ώστε να διαδοθεί, να δημιουργήσει εντύπωση πολλαπλασιαστικά και αυτή να μην ανατραπεί όταν πολύ αργά αποκαλυφθεί η απάτη. Είναι ακριβώς έτσι και το τέχνασμα συνήθως πετυχαίνει και επαναλαμβάνεται συστηματικά. Εν προκειμένω θα ήταν εύκολο να διεγείρει τα αντανακλαστικά του αδικημένου άνεργου που βλέπει άλλους να «διορίζονται» (παρελκυστική η  χρήση του όρου γιατί πρόκειται για μετακλητούς ή αποσπασμένους) ή κάποιους κομματάρχες που δεν πρόλαβαν να διοριστούν από την πίσω πόρτα όταν ξέσπασε η κρίση. Αλλά πρέπει να είναι τουλάχιστον αληθοφανής.​

Ads

​Πόσο ανόητος μπορεί να είναι κάποιος για να πιστέψει μια απόφαση όπου ο υποτιθέμενος υπάλληλος ονομάζεται «Εξοικονομάκης», η ειδίκευσή του είναι στον τομέα της  «αφρικανικής κόνεος» και ο  αριθμός διαδικτυακής ανάρτησης έχει μείνει αυτούσιος, ώστε να είναι ανιχνεύσιμη σε δευτερόλεπτα η αληθινή απόφαση στη ΔΙΑΥΓΕΙΑ​ !​ ​Αρχίζεις να σκέφτεσαι ​πως κάποιοι ΣΥΡΙΖΑίοι δημιουργούν τόσο χονδροειδή ψεύδη ώστε να το αναρτήσουν κάποιοι αντιπολιτευόμενοι και να τους διασύρουν αμέσως μετά, διακινώντας την πραγματική είδηση. Γιατί διαφορετικά κάποιοι είναι εντελώς απελπισμένοι ή εντελώς ηλίθιοι. Σε κάθε περίπτωση επικίνδυνοι.

Η καθημαγμένη δημοσιογραφική τιμή, πατημένη κάτω από payroll, συμφέροντα νεοδιαπλεκόμενων, πολιτικάντηδες, μπράβους και «εργολάβους λάσπης» ή trolls δεν μπορεί να πέσει πιο χαμηλά στην κλίμακα της αξιοπιστίας. Αλλά η υπόθεση αρχίζει να ξεφεύγει από τα μιντιακά όρια και να γίνεται κοινωνικό φαινόμενο, κατά μία έννοια δημόσιος κίνδυνος. Ούτε σε πολεμική περίοδο δεν συναντώνται τόσες κατασκευασμένες ειδήσεις.

Κάποιοι είναι τόσο εθισμένοι όπως οι δήθεν «πεθέρες» και «νύφες» που κάνουν «τολμηρές εξομολογήσεις» σε μαγκαζίνο της πρωινής ή μεσημβρινής ζώνης. Ακόμη και οι υπέργηρες θείες μας στο πιο απομακρυσμένο χωριό έχουν καταλάβει ότι είναι τόσο αληθινές όσο η …Αθανασία Νταβαρίνου αλλά τις παρακολουθούν γιατί θέλουν να δουν  μέχρι που είναι διατεθειμένες να φτάσουν, πόσο μπορούν να το «χοντρύνουν». Τέτοια είναι και η διαστροφή των δημοσιογράφων που παρακολουθούν τις «τρολιές» περιμένοντας να δουν πόσο χαμηλά θα πέσουν ακόμη κάποιοι, πόσο μπορούν  να το «χοντρύνουν».

Κάπως έτσι η πολιτική ζωή έγινε μεσημεριανή ζώνη. Για την ακρίβεια όλη μας η νεοελληνική καθημερινότητα είναι πια μεσημεριανή ζώνη.