Η Τερψιχόρη, εκτός από προστάτιδα του χορού, μια από τις εννέα, είναι και το όνομα διάφορων πολιτιστικών συλλογών ανά την Ελλάδα ένας από αυτούς είναι ο πολιτιστικός σύλλογος που είχε έδρα ένα παράπηγμα στην πλαζ της Φρεαττύδας.

Ads

Του Ορέστη Κολοκούρη[1]
 
Η γνωριμία μου με το χώρο αυτό έγινε μέσα στον περασμένο χειμώνα και υπήρξε μια πραγματική ανακάλυψη ενός άλλου κόσμου δίπλα από το σπίτι μου. Ως πειραιώτης γέννημα θρέμμα που λέμε -με οικογενειακό παρελθόν στην πόλη αλλά έχοντας ζήσει τον Πειραιά της δεκαετίας του ογδόντα και πέρα- είχα  γνωρίσει έναν Πειραιά απόλυτα αστικοποιημένο και τετραγωνισμένο. Με πεζοδρόμια και παρκαρισμένα αμάξια, με νερατζιές που να ασφυκτιούν περιορισμένα σε λίγα εκατοστά χώματος, τραπεζοκαθίσματα και κάγκελα παντού… άντε και λίγα τετραγωνικά μέτρα τετραγωνισμένου πάρκου, σχεδόν πάντα εγκαταλελειμμένο από τις δημοτικές αρχές.
Ο χώρος γύρω από την Τερψιχόρη δεν έχει καμιά σχέση με τον Πειραιά που ήξερα, με τον Πειραιά που ξέρουμε όλοι μας.
 
Δυο παράγκες που όπως έμαθα φτιάχτηκαν στα μέσα της δεκαετίας του 70 πάνω σε ένα χώρο που δημιουργήθηκε από τα μπάζα που ξέμειναν από τα έργα προέκτασης των ακτών του χουντικού δημάρχου Πειραιά Αρ. Σκυλίτση. Στα επόμενα χρόνια ο κενός αυτός χώρος υποπροϊόν των μεγαλο-ιδεατικών σχεδίων της χουντικής δημοτικής αρχής αφέθηκε στη μοίρα του και υιοθετήθηκε από τη γειτονία. Σιγά σιγά δημιουργήθηκε ένα μικρό γαλατικό χωριό εκτός πόλεως. Το έδαφος από μπάζα και κοτρόνες γέμισε αρμυρίκια, πευκάκια και άλλα δέντρα μια αυλίτσα με κληματαριά παρτέρια με λουλούδια, καλαμιές. Ο χώρος είχε θαμώνες από τη γειτονιά που είχαν τη σοφία να κάνουν μια διαφορετική χρήση της πόλης μας από αυτή που έχουμε συνηθίσει. Μιας χρήσης που σίγουρα δεν εμπίπτει στις νόρμες μιας πολιτισμένης δυτικοευρωπαικής πολιτείας, αλλά βρίσκεται σε απόλυτη αρμονία με τη φύση/ κήπο που δημιουργήθηκε από τους ίδιους τους χρήστες και με μια δόση υπερβολής και τηρουμένων των αναλογιών (σε σύγκριση με τη χρήση της ακτής/ παραλίας για ξαπλώστρα και φραπέ που έχουμε γνωρίσει στις πόλεις μας) θα έλεγα ότι πλησιάζει το μοντέλο κοινοτικής/ βιωματικής σχέσης με τη κοντινή φύση σαν αυτή που βρίσκουμε σε άλλους πολιτισμούς εκτός Ευρώπης.
 
Ο σύλλογος έγινε πολύ αργότερα, το 2001. Τον τελευταίο καιρό μέσα στην κρίση έγινε και μοναδική παρηγοριά ανέργων, πρώην μεροκαματιάριδων πολλοί από αυτούς μουσικοί που γέμιζαν της βραδιές τους χειμώνα καλοκαίρι με μεζεδάκι, κρασάκι και μπουζουκάκι. Η μουσική ήταν βασικό στοιχείο ενός χώρου που μπορεί να χαρακτηριστεί άξιος συνεχιστής της ξακουστής τετράδας του Πειραιά[2]
 
Την ίδια στιγμή ο δήμος προχωράει το σχέδιο για ιδιωτικοποίηση των παρταλιών του Πειραιά, Φρεαττύδα και Βοτσαλάκια. Στο κέντρο της παραλίας κόπηκαν τα αλμυρίκια και μπήκε μια καντίνα με τα σχετικά τραπεζάκια και το γκαζόν της. Η πόλη του Πειραιά αναβαθμίζεται!
 
Δεν θα ξεχάσω ποτέ το πρωινό που πρωτοεμφανίστηκε μια μπουλντόζα του δήμου για να κάνει μια πρώτη επίδειξη δύναμης. Ήταν μεγάλη δευτέρα 29 του Απρίλη. Όταν τελείωσε το περιστατικό και αποχώρησε η μπουλντόζα κάθισα λίγο στην πλακόστρωτη αυλίτσα κάτω από την κληματαριά και είδα την άνοιξη! Ως τότε η άνοιξη στον Πειραιά μου γινόταν αντιληπτή μονάχα από την ευωδιά των νερατζολούλουδων που κολλούσαν και μαύριζαν στα πεζοδρόμια. Όμως εκεί με τη θάλασσα να χρυσαφίζει εμπρός και τα λουλούδια ν’ ανθίζουν δίπλα χωρίς ίχνος από μπετό ή ασφάλτου ή κάτι που να θυμίζει ότι είμαι στα πεντακόσια μέτρα από το λιμάνι του Πειραιά που βρίσκεται το σπίτι μου έβλεπα τη φύση σα σ’ ένα μικρό ψαροχώρι.
 
Στη συνέχεια ο σύλλογος αποφάσισε να ανοίξει αυτό τον ιδιαίτερο χώρο ώστε και να γίνει κτήμα των πολιτών του Πειραιά. Το καλοκαίρι του 2013 ο χώρος φιλοξένησε προβολές ταινιών και γλέντια υπό το φως της πανσελήνου, με συλλογική κουζίνα και δωρεάν κρασάκι. Ο χώρος έγινε γνωστός σε αρκετούς ενεργούς πολίτες διαμορφώνοντας χαρακτηριστικά αυτόνομου κοινωνικού χώρου ενώ εκκρεμούσε πάντα η απειλή κατεδάφισης από το Δήμαρχο. 
 
Στις 30.08.2013 την ώρα που η μπουλντόζα έριχνε τις παράγκες σπάζοντας όποιο δέντρο βρέθηκε μπροστά του και παραμερίζοντας άγαρμπα τα κομμάτια από τα τείχη του αρχαίου Πειραιά που καθόταν γύρω από την αυλίτσα θυμήθηκα μια άλλη εκκαθάριση για την οποία είχα διαβάσει πρόσφατα[3]. Πρόκειται για την Aldea Gay στο Buenos Aires, συνοικία από χαρτόκουτα των γκέι που η πόλη τους πέταγε μετά από κάποια ηλικία σε μια βαλτώδη έκταση δίπλα από το Πανεπιστήμιο του Μπουένος Άιρες εκεί γινόταν ένα με το βάλτο σαν μια σύγχρονη φυλή ιθαγενών. Η βαλτοπολιτεία μεγάλωσε με την κρίση που πέρασε η Αργεντινή και γέμισε και από πολλών λογιών νεόπτωχων. Η ανάκαμψη έφερε την εκκαθάριση με στόχο τη δημιουργία Φυσικού Πάρκου. Πρόκειται ακριβώς για τη σύγκρουση δύο μοντέλων χρήσης της φύσης που αναφέρθηκε παραπάνω ενός κοινοτικού τρόπου ζωής σε άμεση σχέση με τη φύση με την αγία (ή αγιοποιημένη) προστατευόμενη φύση. 
 
Το παράδειγμα ίσως να είναι ακραίο. Όμως ο χαρακτήρας του μικρού αυθαίρετου κάποιων ανθρώπων που είχαν μια άλλη επαφή με τη μικρή φύση που είχαν δημιουργήσει, σαν κηπουροί του και φύλακές του και το άνοιγμά του -σε καιρό κρίσης- αυθαίρετοι αλλά με μια άλλη πιο υγιή σχέση με την παραλία, γείτονες με ορισμένους περιθωριακούς (χασικλήδες και πρεζάκια τους έλεγε ο δήμαρχος τη στιγμή που ο σύλλογος δεν είχε τέτοιο χαρακτήρα και τέτοια μέλη) παρουσιάζει αρκετές αναλογίες με τον κοινοτικό τρόπο οικειοποίησης της φύσης των κατοίκων της Aldea Gay.    
 
Μια άλλη ουσιώδης διαφορά είναι ότι στο παράδειγμα του Μπουένος Άιρες μετά το κυνήγι των κατοίκων της Aldea Gay τουλάχιστον η πολιτεία προχωρούσε στη δημιουργία προστατευόμενης περιοχής, ενώ στο παράδειγμα του Πειραιά η όλη επιχείρηση κατέστρεψε χλωρίδα και στο μέλλον μάλλον μόνο τραπεζάκια θα μας επιφυλάσσουν τα σχέδια της δημοτικής αρχής. 
 
Ευχαριστούμε τον πεφωτισμένο δήμαρχο Πειραιά Βασίλη Μιχαλολιάκο που δάμασε την ατίθαση Τερψιχόρη διώχνοντας τα παραπήγματα για να μας φυτέψει καντίνες, τραπεζοκαθίσματα, ξαπλώστρες και ίσως λίγο «οικολογικό» γκαζόν!



[1]           Ο Ορέστης Κολοκούρης είναι Γεωγράφος και μέλος της Εκτελεστικής Γραμματείας των Οικολόγων Πράσινων
[2]           Μπάτης, Βαμβακάρης, Παγιουμτζής, Δελιάς και αργότερα στη θέση του Δελιά Κερομύτης.
[3]           Maria Carman, διδάκτορας κοινωνικής ανθρωπολογίας, τμήμα Φιλοσοφίας και Φιλολογίας του Πανεπιστημίου του Μπουένος Άιρες. La construction social de l’environnement a partir des conflits sociaux a Buenos Aires, Espaces et Sociétés,