Η ιστορία είναι επιστήμη. Μόνο που αρκετοί αναρμόδιοι θεωρούν, ότι κάτι σημαντικό έχουν να πουν ή να μαρτυρήσουν περί αυτής. Κι αυτό είναι το δυστύχημα. Ενώ, ας πούμε, κάποιος δεν διανοείται να πάει στον γιατρό και να του υποδείξει αυτός τι φάρμακα να δίνει στους ασθενείς του, το ίδιο δεν μπορεί να ισχύσει στην ιστορία. Με άνεση χιλίων σοφών μάλιστα ο σοφιστικός λόγος επιδοκιμάζει ή καταδικάζει τους πάντες, όπως του ταιριάζουν. Να συνεισφέρω και την άποψη του Αντόνιο Γκράμσι, που ισχυρίζεται ότι «εκείνος που κρίνει το παρελθόν, κάνει σύγχρονη πολιτική». Μετά την αρχική ανάρτηση περί δικτάτορα Καποδίστρια, ήδη απαντούν χειρότερα ίσως ορισμένοι καποδιστριολόγοι, που αντέταξαν πόσο καλός για την πατρίδα και το έθνος ήταν ο κερκυραίος κυβερνήτης, για να ακολουθήσουν οι Μανιάτες. Άλλωστε σειρά μπορεί να έχουν οι «προσκυνημένοι» πρόκριτοι, η «ψυχή του έθνους» Μακρυγιάννης, ο «μηχανορράφος» Μαυροκορδάτος και άλλοι πολλοί. Υπομονή να έχουμε, και θα δουν πολλά ακόμη τα μάτια μας εν όψει του ’21. Ας ελπίσουμε να μη βάλει το χέρι της και η Επιτροπή του 2021.

Ads

Δεν νομίζω ότι μπορεί να γίνει σοβαρή συζήτηση στην άποψη περί δικτάτορα Καποδίστρια. Η δικτατορία είναι ένα φαινόμενο του 20ου αιώνα. Έχει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά διακυβέρνησης, προϋποθέτει -ανάμεσα στα άλλα- την κατάργηση των κοινοβουλευτικών θεσμών και τον έλεγχο της δικαστικής εξουσίας. Με άλλα λόγια επιχειρήθηκε η ερμηνεία της πολιτικής του Κυβερνήτη με τρέχοντες όρους. Το ίδιο ισχύει προφανώς για τον ‘φιλελευθερισμό’ των ηγετών της επανάστασης του 1821. Όσο κι αν αναζητήσει κανείς, δύσκολα θα αποδώσει φιλελεύθερες απόψεις στους πρωταγωνιστές της εποχής. Επιπλέον για την επιστημονική κοινότητα διαφορετική είναι η σημασιοδότηση του κλασικού φιλελευθερισμού στις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα, όπου αντανακλά τις επαναστατικές αρχές της αναδυόμενης αστικής τάξης θέτοντας τα φυσικά δικαιώματα του ανθρώπου και τη λαϊκή κυριαρχία, και διαφορετική σήμερα με τη μορφή που παίρνει η ιδεολογική και πολιτική σύγκρουση ανάμεσα στο κεφάλαιο και την εργασία και τον ρόλο του κράτους.

Αποτελεί σύμπτωμα της κυρίαρχης αντίληψης -δεν εξαιρούνται και κάμποσοι επιστήμονες του παρελθόντος- που απέδωσαν τις αντιδράσεις στην πολιτική του Κυβερνήτη, αλλά και τις εμφύλιες συγκρούσεις που είχαν προηγηθεί στη διάρκεια του Αγώνα, στο προαιώνιο ένστικτο της διχόνοιας των Ελλήνων! «Είμαστε λαός που αρέσκεται στη διαίρεση και την αντιπαλότητα» ακούς και από επίσημα χείλη, το «κακό μας παρελθόν, η τραγωδία του αλληλοσπαραγμού», και άλλα μύρια φληναφήματα. Τόσο οι αντιδράσεις προς τον Καποδίστρια που οδήγησαν και στον βίαιο θάνατό του, όσο και οι εμφύλιες διενέξεις του 1824-25 αποτελούν απότοκα της επανάστασης του 1821 και οφείλουν να διερευνώνται σε συνάρτηση μ’ αυτήν. Δεν συνιστούν γεγονότα/παραδείγματα προς αποφυγή, καθότι κάποιοι λόγοι τα επέβαλαν, αφού σχετίζονται πρωταρχικά με τις χαρακτηριστικές ιδιαιτερότητες που συνέχουν τις συλλογικές νοοτροπίες των πρωταγωνιστών της επανάστασης.

Είναι φαινόμενο αντι-ιστορικό να αποδίδει κανείς ρόλους και ιδιότητες στους  ανθρώπους ή και τις συλλογικότητες του παρελθόντος με νοηματοδοτήσεις του σήμερα. Κι αυτό διότι το πλαίσιο των συλλογικών νοοτροπιών (ηθικές αξίες, πολιτικές συμπεριφορές και ιδεολογίες, κοινωνικές σχέσεις) είναι απολύτως διαφορετικό. Ο ιστορικός οφείλει να διεισδύει στην εποχή που διερευνά, να κατανοεί το ανθρωπογεωγραφικό περιβάλλον, τους ανθρώπους και τις νοοτροπίες τους, έτσι ώστε να μπορεί να ερμηνεύει συμπεριφορές και απόψεις. Γιατί η ερμηνεία είναι το έργο του ιστορικού, που στηρίζεται σε τεκμήρια και μέθοδο, ούτε απλή περιγραφή γεγονότων, αλλά ούτε αξιολόγηση ανθρώπων και δράσεων με βάση τρέχουσες προσλήψεις της πολιτικής και της ιδεολογίας.

Ads

Ο Καποδίστριας γαλουχήθηκε στο περιβάλλον της τσαρικής δεσποτείας και διπλωματίας, η οποία λειτουργούσε σε καθεστώς δουλοπαροικίας, συνεπώς δεν μπορούσε να είναι διαφορετικός από αυτό που ήταν.

Συγκεντρωτικός, αποφασιστικός, με διάθεση να εμπιστευθεί εκείνους που θα συμφωνούσαν με τις αρχές του. Και διψασμένοι για εξουσία ήταν αφενός οι πρόκριτοι, αφού τη διέθεταν και στα χρόνια της οθωμανικής κατάκτησης, και αφετέρου οι οπλαρχηγοί, πόσω μάλλον που είχαν και το ηθικό δικαίωμα του αγώνα που είχαν διεξάγει. Το διατυπώνει εύγλωττα ο Μακρυγιάννης, πληρεξούσιος Άρτας, όταν αντιτάσσει στην Δ’ Εθνοσυνέλευση του Άργους (καλοκαίρι 1829), το δικαίωμα των οπλαρχηγών στο εκλέγεσθαι, με τη φράση «όμως πρέπει να ‘χωμεν πληρεξουσίους, όσο να θεωρήσουμε τα δίκια μας … ότι όλοι οι πολιτικοί πλερώνονται χοντρούς μιστούς και των στρατιωτικών τους δίνουν από μίαν ομολογίαν είκοσι πέντε γρόσια τον μήνα». Και πώς να μην αντιδράσουν εκείνοι οι τοπικοί πρόκριτοι που ιδιοποιούνταν τους φόρους με το γνωστό σύστημα της δημοπρασίας των γαιοπροσόδων, έχοντας αναδειχθεί σε πολιτικούς, οικονομικούς και διοικητικούς επικυρίαρχους στο πλαίσιο του κοινοτισμού, μπρος στην πρόθεση του Κυβερνήτη να συστήσει κεντρική εξουσία;

Απαιτεί μεγαλύτερη σοβαρότητα η ενασχόληση με την ιστορία. Ούτε δικτάτορας ήταν ο Καποδίστριας, ούτε φιλελεύθεροι όσοι τον αντιπολιτεύτηκαν. 

*Ο Βασίλης Καρδάσης είναι Ιστορικός, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κρήτης