Ο εφιάλτης έλαβε σάρκα και οστά. Ο τρόμος δεν καταλαγιάζει. Τι; Ένας υποψήφιος τόσο σκληρός, τόσο απρόβλεπτος, τόσο δημοκόπος, μόλις αναρριχήθηκε στο ύπατο αξίωμα της πιο ισχυρής δημοκρατίας του κόσμου! 

Ads

Και θα μπορούσε να εφαρμόσει τα εξωφρενικά μέτρα που αποτέλεσαν το κεντρικό του σύνθημα, όπως η νομιμοποίηση των βασανιστηρίων, η απέλαση έντεκα εκατομμυρίων ανθρώπων ή ακόμη η περίφραξη πλέον των χιλίων χιλιομέτρων μεθοριακής γραμμής με ένα τείχος από μπετόν! 

Και τούτο σε μια χώρα, της οποίας ο ακοίμητος συμβολικός φρουρός είναι το άγαλμα της Ελευθερίας! Είναι βέβαιο; Είναι πιθανόν; Οπωσδήποτε, το αμερικανικό Σύνταγμα θα απαγορεύσει, εν μέρει, την εφαρμογή ενός τέτοιου προγράμματος και ο Ντόναλντ Τραμπ, αφ’ής στιγμής εγκατασταθεί στο Οβάλ γραφείο, θα αισθανθεί αναγκασμένος να σεβαστεί μερικές από τις παραδόσεις ελευθερίας που αποτελούν τον θεμέλιο λίθο της αμερικανικής ιστορίας. Το άγχος όμως ξαναγεννιέται, αμέσως μόλις θυμηθούμε ότι θα έχει την δικαιοδοσία να ορίσει τους δικαστές της επιλογής του στο Ανώτατο Δικαστήριο. 

Μετά την αρχική κατάπληξη, θέση έχει ο προβληματισμός… Τα στοιχειώδη αυτά συναισθήματα δεν πρέπει ωστόσο να μας στερήσουν μια ελάχιστη ευθυκρισία έναντι αυτού του καταστροφικού αποτελέσματος. Κι όπως λένε οι Αμερικανοί: What went wrong? («τι πήγε στραβά;») Το προϊόν της κάλπης έδειξε ότι ευθύνεται τόσο η αποστράτευση ενός μέρους του εκλογικού σώματος που πρόσκειτο στον Μπαράκ Ομπάμα, όσο και η έξαρση της «λευκής Αμερικής», για την κατατρόπωση της Χίλαρι Κλίντον. 

Ads

Η άκρως κλασική υποψηφιότητά της που συνδέεται με την καθεστηκυία τάξη, ως συνέχιση μιας σχεδόν φυλετικής εξουσίας, έπαιξε κάποιον ρόλο. Επειδή όμως η υποχώρηση των προοδευτικών μπροστά στην άνοδο ενός επιθετικού εθνικισμού παρατηρείται παντού, από την Ουγγαρία μέχρι την Μεγάλη Βρετανία, περνώντας από την Ιταλία, την Πολωνία, την Σκανδιναβία… ή την Γαλλία, διαισθάνεται κανείς ότι υπάρχει κάτι βαθύτερο. Όπως φαίνεται, το Δημοκρατικό κόμμα, όπως και η αριστερά σε πολλές χώρες, δεν μπόρεσε να απαντήσει στον φόβο και την οργή αναφορικά με δύο ζητήματα. 

Ο φόβος της απώλειας της κοινωνικής θέσης και της έκπτωσης, που πλήττει μια μεγάλη μερίδα των μεσαίων και λαϊκών κοινωνικών στρωμάτων, είχε ολοσχερώς υποτιμηθεί από τις παγκόσμιες ελίτ, πλήρως απασχολημένες καθώς ήταν, με το να εξυμνούν την φιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση της οποίας είναι οι κατ’ εξοχήν ωφελούμενοι. Η διείσδυση του Ντόναλντ Τραμπ είναι πιο εμφανής στις βιομηχανοποιημένες Πολιτείες της λεγόμενης Rust Belt, όπου υφίσταται μια κατηγορία μισθωτών της οποία η ίδια η κοινωνική υπόσταση απειλείται. Ο Τραμπ, με ασυνήθιστη οξυδέρκεια, προτείνει ένα εκτεταμένο πρόγραμμα ανανέωσης των δημοσίων υποδομών. Το είχε διακηρύξει κανείς πριν από εκείνον; Και στην Ευρώπη, προς τι όλες αυτές οι φθοροποιές καθυστερήσεις και η αναποφασιστικότητα γύρω από τα προγράμματα εσωτερικής ανάκαμψης, που αποτελούν πάγια και διαρκή απαίτηση της Γαλλίας και αρκετών άλλων χωρών; Κάποτε έπρεπε να καταβληθεί το τίμημα για την λιτότητα που επιβλήθηκε στους λαούς και όχι στους ηγέτες τους, για την συγκέντρωση του πλούτου στην κορυφή της κοινωνικής πυραμίδας. Η στιγμή αυτή έφτασε τώρα. 

Θεωρητικά, η αριστερά έπρεπε να βγει ωφελημένη από μια τέτοια διαμαρτυρία κόντρα στην ανισότητα. Εδώ λοιπόν, είναι που περιπλέκονται τα πράγματα. Ένας δεύτερος φόβος ήρθε να διαρρήξει τον παραδοσιακό δεσμό των λαϊκών τάξεων με τους προοδευτικούς: ο φόβος της κρίσης ταυτότητας. Διότι αιχμή του δόρατος του «τραμπισμού» είναι η «λευκή Αμερική».

Η απόρριψη της παγκοσμιοποίησης μετατρέπεται σχεδόν παντού σε φόβο του αγνώστου, σε αίτημα περιχαράκωσης, σε ξενοφοβία. Η αριστερά δεν κατάφερε να αντιπαραθέσει σε αυτήν την αναζήτηση ταυτότητας ένα σχέδιο με προοπτική, εφικτές αξίες, ισχυρά σύμβολα.

Μπροστά στο δεινό του εθνικισμού, το όνειρό της ξεθώριασε. Ο εφιάλτης δεν έχει τελειώσει.

Πηγή: Liberation
Μετάφραση – Επιμέλεια: Γεωργία Πρωτογέρου