Η τελευταία Σύνοδος Κορυφής του ΝΑΤΟ που πραγματοποιήθηκε στη Μαδρίτη την περασμένη εβδομάδα ήταν ακόμα ένα πεδίο σύγκρουσης μεταξύ της Άγκυρας του Ερντογάν και του δυτικού μπλοκ.

Ads

Ο Τούρκος Πρόεδρος, ήδη το άτακτο παιδί της Στρατιωτικής Συμμαχίας, ήθελε να υπηρετήσει έμμεσα τον Πούτιν, από τον οποίο είχε αγοράσει το σύστημα αεράμυνας S400, επέμεινε πολύ στην αρχήνα αντιτάσσεται στην υποψηφιότητα της Σουηδίας και της Φινλανδίας στο Σύμφωνο. Ισχυριζόταν ότι η Στοκχόλμη και το Ελσίνκι φιλοξενούσαν τους Κούρδους τρομοκράτες. Ενώ είναι απλώς πολιτικοί εξόριστοι, ακαδημαϊκοί, δημοσιογράφοι, διανοούμενοι που είχαν εγκαταλείψει το καθεστώς του Μονάρχη. Ο τελευταίος απειλούσε το ΝΑΤΟ ότι θα ασκήσει βέτο, για να μπλοκάρει την ένταξη των δύο χωρών. Ο Ερντογάν ήθελε να επιβάλει το δικό του ορισμό για την τρομοκρατία και την έκδοση στις δύο σκανδιναβικές χώρες, οι οποίες εξακολουθούν να έχουν μακρά παράδοση στην υποδοχή των καταπιεσμένων. Ο Τούρκος Πρόεδρος, ο οποίος θεωρεί τον εαυτό του πολύ έξυπνο, ήθελε ταυτόχρονα να βάλει τέλος στο εμπάργκο ως προς την πώληση όπλων στην Τουρκία από ορισμένες δυτικές χώρες. Ουσιαστικά ήθελε να αγοράσει F16s από τους Αμερικανούς. Για να το χρησιμοποιήσει τελικά εναντίον της Βόρειας Συρίας και ακόμη και της Ελλάδας!

Δεν γνωρίζουμε ακόμη λεπτομερώς τι συνέβη πίσω από τις κλειστές πόρτες των αιθουσών των διμερών (Άγκυρας/Ουάσιγκτον) και τριμερών (Άγκυρας, Στοκχόλμης/Ελσίνκι) διαπραγματεύσεων, αλλά ο τουρκικός αετός στη μέση της Συνόδου Κορυφής έγινε υποταγμένο σπουργίτι. Το μνημόνιο που υπεγράφη μεταξύ των τριών χωρών προβλέπει την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, την άρση του εμπάργκο στην πώληση όπλων στην Τουρκία και τηνέκδοση σύμφωνα με τους «κανόνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης» των εγκληματιών στην Τουρκία.

Η τουρκική Προεδρία, η μόνη παρεμπιπτόντως,  προέβη σε νικηφόρες ιαχές. «Κερδίσαμε», «ΟΕρντογάν ήξερε πώς να επιβάλει τους κανόνες του στους Ευρωπαίους» ήταν τα πρωτοσέλιδα των ΜΜΕ του Μονάρχη. Αλλά η χαρά ήταν βραχύβια. Διότι, καταρχάς, η τουρκική κοινοβουλευτική αντιπολίτευση και, στη συνέχεια, οι εκπρόσωποι Τύπου των δύο σκανδιναβικών χωρών ανακοίνωσαν τις θέσεις τους:

Ads
  • Η τουρκική, εθνικιστική και κρατικιστική επί της αρχής αντιπολίτευση, επέκρινε τον Ερντογάν ότι ενέδωσε και δεν έφτασε μέχρι τέλους. Αυτή η αντιπολίτευση που αποτελείται από Κεμαλιστές,απομεινάρια της ακροδεξιάς και ορισμένους δεξιούς φιλελεύθερους, μερικές φορές είναι πιο εθνικιστική και κρατικιστική από το Παλάτι.
  • Οι διπλωματικοί αξιωματούχοι της Σουηδίας και της Φινλανδίας διευκρίνισαν ότι οι πολιτικές τους για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και η θέση τους ως προς την έκδοση των εγκληματιών δεν έχουν αλλάξει.
  • Τέλος, η αμερικανική κυβέρνηση έκανε γνωστό ότι η πώληση των μαχητικών αεροσκαφών F16 εξαρτάται από το Κογκρέσο των Ηνωμένων Πολιτειών, μία άλλη διπλωματική φόρμουλα, για την ανακοίνωση της συνέχισης του εμπάργκο.

Οι Κούρδοι, από την πλευρά τους, δεν είναι καθόλου ευχαριστημένοι. Διότι, για πρώτη φορά, το όνομα του κόμματος «Μονάδες Προστασίαςτου Λαού» («YPG»), ένοπλου βραχίονα του κυβερνώντος «Κόμματος Δημοκρατικής Ένωσης»(«PYD») στη βορειοανατολική Συρία- αναφέρεται δίπλα σε τρομοκρατικές οργανώσεις. «Ο Ερντογάν μπορεί ανά πάσα στιγμή, παρά την αντίθεση της Ουάσιγκτον, της Μόσχας και των Βρυξελλών, να οργανώσει μία στρατιωτική επίθεση εναντίον των Κούρδων στη Βόρεια Συρία», φοβούνται.
Οι δύο σκανδιναβικές πρωτεύουσες δήλωσαν μετά τη λήξη της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ ότι δεν αποκαλούσαν το YPG «τρομοκρατική οργάνωση» και ότι θα συνεχίσουν να παρέχουν ανθρωπιστική βοήθεια στους Κούρδους στη Συρία.

Έτσι, ο εκβιασμός του Ερντογάν δεν απέδωσε. Μεγάλος χαμένος σε όλες τις δημοσκοπήσεις εδώ και τουλάχιστον ένα χρόνο, ο Ερντογάν, όλο και πιο αποδυναμωμένος λόγω της οικονομικής και χρηματοπιστωτικής κρίσης, ήλπιζε να ανακτήσει ψήφους χάρη σε μια επιχείρηση στη Συρία. Η κοινοβουλευτική αντιπολίτευση είναι ήδη έτοιμη να την υποστηρίξει και ο αντι-κουρδικός εθνικισμός εξακολουθεί να είναι ένα ατού στα χέρια του Προέδρου.

«Οι Ευρωπαίοι συνεχίζουν την πολιτική κατευνασμού τους απέναντι στον Ερντογάν, διότι και αυτοί γνωρίζουν ότι ο Ερντογάν θα αναγκαστεί να εγκαταλείψει την εξουσία μετά τις εκλογές του Ιουνίου του 2023», αναλύει ένας Καθηγητής Πολιτικών Επιστημών από την Άγκυρα.

«Η πολιτική και η διπλωματία βασίζονται σε μία ορθολογική και ρεαλιστική προσέγγιση», συνέχισε. «Αλλά το πραγματικό πρόβλημα είναιότι ο Ερντογάν δεν είναι ούτε λογικός, ούτε ρεαλιστής», κατέληξε.