Πληροφορήθηκα, με καθυστέρηση είν’ η αλήθεια λόγω απουσίας μου, την ατυχή έμπνευση να δοθεί το όνομα του Αντώνη Βρατσάνου σε μία από τις σήραγγες της παράκαμψης Τεμπών. Ασφαλώς δεν προκαλεί  πλέον έκπληξη το θράσος με το οποίο χρησιμοποιείτε οτιδήποτε θα μπορούσε να αποτελέσει σύμβολο εξέγερσης προκειμένου να ξεπλύνετε την κατάπτωσή σας· ούτε το ότι τολμήσατε να μετατρέψετε τους εγχώριους αγωνιστές σε ρεκλάμες διαπλεκόμενων μεγαλοεργολάβων.

Ads

Πώς να εκπλαγεί κανείς άλλωστε από την έλλειψη ευαισθησίας μίας ακόμα παρεΐτσας εντεταλμένων υπαλλήλων που απ’ τη μια μεριά παριστάνουν τους αριστερούς και απ’ την άλλη προδοτικά και απροκάλυπτα παραδίδουν έργα στην κοινωνία, από τα οποία θα πλουτίσουν  ακόμα περισσότερο τα παρασιτικά αφεντικά τους…

Ο Ρήγας, ο Αντύπας, ο Βρατσάνος είναι μεγέθη δυσθεώρητα, τόσο αντίθετα απ’ τη δική σας ηθική. Ή μήπως αμφιβάλλετε ότι δε θα δεχόντουσαν ποτέ να φιγουράρει καμαρωτά και μετά τιμής τ’ όνομά τους σε δρόμους που οι πολίτες σε λίγο δε θα μπορούν να διασχίσουν. Το δικαίωμα στην ελεύθερη μετακίνηση εντός της ελληνικής επικράτειας είναι συνταγματικά κατοχυρωμένο, για όσους καμώνονται πως το λησμονούν. Θα μου πείτε βέβαια ποιος νοιάζεται πια γι’ αυτό το κουρελόχαρτο, σ’ αυτό το ανέκδοτο που αποκαλείται δημοκρατία;

Για να τελειώνουμε:

Ο Βρατσάνος, αν και ήταν από τους πρώτους που τη δεκαετία του ’80 πήρε σύνταξη ως αναγνώριση των υπηρεσιών του στην Εθνική Αντίσταση, αρχικά δεν ήθελε να τη δεχτεί, πικραμένος και οργισμένος που δε δόθηκε στο σύνολο των αγωνιστών. Τελικά την αποδέχτηκε για τον εξής απλό και, για ανθρώπους σαν κι αυτόν, αυτονόητο λόγο: κάθε τρεις και λίγο περιόδευε στη Θεσσαλία και μοίραζε τη σύνταξη στα παλικάρια του όπως πάντα τον άκουγα να αποκαλεί τους συντρόφους του.

Ads

Όταν το κράτος θέλησε να του δώσει το βαθμό του στρατηγού εν αποστρατεία με τις ανάλογες απολαβές ο Βρατσάνος αρνήθηκε. Θεωρούσε, και πολύ σωστά, ότι η δράση του στο βουνό δεν ήταν εξατομικοποιημένες πράξεις ανδρείας αλλά κομμάτι του συλλογικού αγώνα κατά του ναζισμού. Άλλωστε ερχόταν σε κόντρα και με το εντυπωσιακά ταπεινό του χαρακτήρα του· ο Αντώνης, όπως και κάθε κανονικός άνθρωπος, απεχθανόταν τις φανφάρες. Κατά τη γνώμη μου κακώς αρνήθηκε και δεν τα πήρε από ένα τέτοιο κράτος-κλέφτη για να συνεχίζει να τα μοιράζει σ’ όποια από τα παλικάρια του ήταν ακόμα εν ζωή. Ένα κράτος-εχθρός που μια στο τόσο δοξάζει και τιμά μετρημένους στα δάχτυλα αγωνιστές για να ρίξει στάχτη στα μάτια της κοινής γνώμης, κρύβοντας την αποκρουστική και απολυταρχική του μούρη πίσω από ένα δήθεν προοδευτικό προσωπείο, ενώ αγνοεί προκλητικά όλους αυτούς τους άνδρες και τις γυναίκες που αντιστάθηκαν στον κατακτητή με ανεπανάληπτες σε διεθνή κλίμακα πράξεις και πέθαναν στην ψάθα ή εκτοπισμένοι.

Ένα χρόνο πριν πεθάνει η Προεδρεία της Δημοκρατίας θέλησε να παρασημοφορήσει το Βρατσάνο, ανάμεσα σε άλλες προσωπικότητες. Ξαναρνήθηκε. Όπως μου είχε πει θυμωμένος: Με φωνάξανε να μου δώσουνε παράσημο και για τα παλικάρια μου ούτε λόγος. Σαν να μην υπάρχουν. Δεν πάω πουθενά. Δε μ’ ενδιαφέρει

Όπως αντιλαμβάνεται και ο πλέον βραδύνους θα αρνιόταν και τον τρίτο φόρο τιμής του αντιδραστικού κράτους στο οποίο έχουμε την ατυχία να γεννηθούμε ουσιαστικά στερημένοι από την ιστορία και τα προτάγματα της αγωνιστικής μας παράδοσης. Κι εδώ ακριβώς βρίσκεται το διακύβευμα της επιστολής αυτής. Αν η πολιτεία ήθελε ανυπόκριτα να τιμήσει το Βρατσάνο θα φρόντιζε να διδάσκεται εις βάθος η Εθνική Αντίσταση στο σχολείο και να ενισχύεται έτσι η αντι-αποικιοκρατική αφήγηση συνολικότερα στην κοινωνία. Όπως αποσιωπάται ο βίος του έτσι αποσιωπάται και ό,τι μπορεί να αποτελέσει επικίνδυνη έμπνευση στις νεώτερες γενιές, συμπεριλαμβανομένων και των Ρήγα, Αντύπα οι οποίοι τυγχάνουν συντιμώμενοι και –παρεμπιπτόντως- το έργο τους διδάσκεται επιδερμικά.

Εν πάση περιπτώσει το κράτος θα είχε ευνοήσει εδώ και χρόνια μια τέτοια εξέλιξη εφόσον υπήρχε η βούληση για ένα σχολείο χρισμένο να εμφυσήσει στα παιδιά τα ιδανικά της ελευθερίας, της ισότητας και της δικαιοσύνης για όλους, της αληθινής δημοκρατίας δηλαδή που τόσο εχθρεύεται και φοβάται η εξουσία. Ένα αληθινό σχολείο- και όχι το γνωστό προβατοποιείο- που θα ανέτρεφε ελεύθερους ανθρώπους κι αυτοί με τη σειρά τους θα νοηματοδοτούσαν τη δράση του Βρατσάνου και κάθε αγωνιστή.

Κάντε μας λοιπόν τη χάρη και εκπλήξτε μας. Πάψτε να βεβηλώνετε οτιδήποτε φωτεινό έχει υπάρξει σ’ αυτόν τον τόπο με το απόλυτο σκοτάδι των σκοπιμοτήτων σας. Σεβαστείτε τη σίγουρη επιθυμία του θείου μου και αφαιρέστε οτιδήποτε σχετίζεται με την ύπαρξή του απ’ τις φιέστες σας. Ο Βρατσάνος δε θέλει να είναι κομμάτι όλου αυτού του χυδαίου τσίρκου. Το έχει αποδείξει. 

* Νίκος Χατζηδημητρίου, ανιψιός του Αντώνη Αγγελούλη ΒΡΑΤΣΑΝΟΥ