Λίγο πριν τα τανκς των συνταγματαρχών καταλύσουν τη δημοκρατία στην Ελλάδα, ο Ιταλός στοχαστής, Ουμπέρτο Έκο, στο βιβλίο του, «Σημειολογία στην καθημερινή ζωή» έγραφε: «Σήμερα μόνο οι ηλίθιοι κάνουν δικτατορίες με τανκς αφού υπάρχει η τηλεόραση». Ο Παπαδόπουλος και η παρέα του δεν είχαν μάλλον εντρυφήσει στο βιβλίο και έτσι έβγαλαν στους δρόμους τα άρματα μάχης και το στρατό, φροντίζοντας πάντως να καταλάβουν αμέσως το κτίριο του ΟΤΕ και της ραδιοτηλεόρασης.

Ads

Τα χρόνια, οι δεκαετίες καλύτερα, πέρασαν και κάποιοι άλλοι φρόντισαν να μελετήσουν πολύ καλά τον Ουμπέρτο Έκο και να ακολουθήσουν τη… συμβουλή του. Διότι αυτό που παρακολουθούμε τα τελευταία χρόνια από τα ιδιωτικά Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης και μερίδα του Τύπου, αποδεικνύει του «λόγου το αληθές».

Όλα τα μεγάλα κανάλια, των Αθηνών κυρίως, έχουν καταπατήσει κάθε έννοια δεοντολογίας, προβάλλοντας ότι εξυπηρετεί μια πολιτική τάξη που καταρρέει και η οποία είναι απολύτως ελεγχόμενη μιας επιχειρηματικής ελίτ η οποία, όπως αναφέρουν και τα ξένα ΜΜΕ, δεν έχει πατριωτικά χαρακτηριστικά.

Σταδιακά από τα μέσα της δεκαετίας του ’80 και μετά οι εφημερίδες της εποχής αλώνονται από ισχυρά οικονομικά συμφέροντα, τα οποία κάνουν τη μεγάλη έφοδο με τη λειτουργία της ιδιωτικής τηλεόρασης, της «ελεύθερης» όπως παρουσιάστηκε στις αρχές του ’90. Με την κίνηση αυτή αλλάζει ουσιαστικά ο ρόλος του Τύπου και των ΜΜΕ στην Ελλάδα με προκλητικό τρόπο. Αντί να ελέγχει την εξουσία και κυρίως να αποκαλύπτει τη διαπλοκή της επιχειρηματικής τάξης με την εκτελεστική εξουσία, γίνεται όργανο της πρώτης προκειμένου να εξυπηρετούνται καλύτερα οι απαιτήσεις και τα συμφέροντά της.

Ads

Εργολάβοι, προμηθευτές του δημοσίου, επιχειρηματίες που έχουν σχέση με το δημόσιο χώρο, εκβιάζουν πλέον μια πολιτική τάξη αδύναμη, που υποχωρεί και υποκύπτει στις απαιτήσεις τους, προκειμένου να απολαμβάνει την προβολή και των θετικών ρεπορτάζ. Όσοι τολμούν να αντιδράσουν δέχονται ανηλεή επίθεση που τους αναγκάζει είτε να συμβιβαστούν, είτε να αποχωρήσουν από το πολιτικό προσκήνιο κρατώντας την αξιοπρέπειά τους. Κοντά τους μεγαλοδημοσιογράφοι που δέχτηκαν να γίνουν πειθήνια όργανά τους, χωρίς αιδώ.

Αυτό όμως που παρακολουθούμε τον τελευταίο καιρό έχει ξεπεράσει κάθε όριο. Στα λεγόμενα συστημικά ΜΜΕ, προβάλλονται μόνο τα θέματα που εξυπηρετούν την πολιτική της συγκυβέρνησης Ν.Δ.- ΠΑΣΟΚ και κατ’ επέκταση της τρόικας, γιατί αυτή κυβερνά τη χώρα, ενώ αποκρύπτονται προκλητικά σημαντικά θέματα. Για παράδειγμα το μεγάλο κανάλι διαθέτει 20 λεπτά σε ρεπορτάζ και σχολιασμούς για την απόσυρση μιας υποψήφιας από το ευρωψηφοδέλτιο του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά δεν λένε κουβέντα για την Ντόρα Μπακογιάννη που αποκαλεί σε τηλεοπτική της συνέντευξη μικρό κόμμα τη Ν.Δ.

Προβάλλουν ανελέητα κάθε θέση της συγκυβέρνησης, αποκρύπτουν κάθε στραβό και ανάποδο, αλλά πρωτοστατούν στην πολεμική, χωρίς εντιμότητα, στα Κόμματα που έχουν διαφορετική άποψη. Ενισχύουν το συναίσθημα του φόβου στους πολίτες, προσπαθώντας να τους πείσουν ότι η χώρα θα… εξαφανιστεί, εάν δε συνεχίσουν να κυβερνούν εκείνοι που μας έφεραν σε αυτή την οικτρή κατάσταση, καταπατώντας κάθε έννοια δημοκρατίας.

Η προσπάθεια ελέγχου της συνείδησης των Ελλήνων βρίσκεται σε εξέλιξη οργανωμένη από επαγγελματίες του είδους. Εκείνο που διαπιστώνουμε στη χώρα μας είναι η επιβολή της λεγόμενης «δημοκρατικής λογοκρισίας», όπως την περιγράφει ο Ιγνάσιο Ραμονέ στο βιβλίο του, «η τυραννία των ΜΜΕ» όπου σημειώνει: «Ανέκαθεν, η έννοια της λογοκρισίας ήταν αδιάρρηκτα συνδεδεμένη με την απολυταρχική εξουσία, της οποία αποτελεί σημαντική συνιστώσα. Λογοκρισία σημαίνει κατάργηση, απαγόρευση, παρεμπόδιση, περικοπή και παρακράτηση της πληροφορίας, αφού η εξουσία θεωρεί ότι ένα σημαντικό στοιχείο της δύναμής της είναι ο έλεγχος της έκφρασης και της επικοινωνίας».
 
Δημοσκοπήσεις
 
Αυτή την προσπάθεια ελέγχου των συνειδήσεων βλέπουμε και στις δημοσκοπήσεις που παρουσιάζουν τα συστημικά ΜΜΕ, λίγες μέρες πριν τις εκλογές για την Τοπική Αυτοδιοίκηση και την ευρωβουλή.
Μέσα σε λίγες μέρες το προβάδισμα του ΣΥΡΙΖΑ που μπορεί να φτάσει και τις πέντε μονάδες αλλάζει υπέρ της ΝΔ με πολύ μικρή διαφορά, ξαφνικά η λεγόμενη παράσταση νίκης μεταβάλλεται υπέρ της «γαλάζιας» παράταξης, ενώ ο Αντώνης Σαμαράς είναι… καταλληλότερος ακόμη και για να κάνουν παιδιά μαζί του οι γυναίκες μας.

Την ίδια ώρα αποκρύπτουν το κυριότερο στοιχείο των δημοσκοπήσεων, που είναι η οργισμένη αντίδραση της μεγάλης πλειοψηφία των πολιτών, όταν στην άλλη άκρη της τηλεφωνικής τους γραμμής ακούνε την λέξη δημοσκόπηση. Μόλις ένας στους δέκα πολίτες δέχεται πλέον να απαντήσει, δείχνοντας τη μεγάλη ρευστότητα του εκλογικού σώματος.

Όσοι δημοσκόποι θέλουν να κρατήσουν τη σοβαρότητά τους επισημαίνουν αυτό εύρημα, τονίζουν την οργή και το θυμό των πολιτών, υπογραμμίζοντας ότι το βράδυ της 25ης Μαΐου το πιθανότερο είναι να δούμε απίστευτα πράγματα. Και αυτή είναι η πραγματικότητα όταν η πραγματική ανεργία έχει ξεπεράσει το 30%, οι ανασφάλιστοι που δεν έχουν πρόσβαση σε ιατροφαρμακευτική περίθαλψη είναι εκατομμύρια, όταν το εισόδημα των Ελλήνων έχει μειωθεί μέσα σε τρία χρόνια πάνω από 50%, και η ανεξαρτησία της χώρας έχει παραδοθεί στους δανειστές.

«Η Ελλάδα έχει παραιτηθεί από την εθνική της κυριαρχία, αυτοκαταλύεται ως ανεξάρτητο κράτος και γίνεται υποτελής στους δανειστές της, αυτοκαταλύεται ένα κράτος χωρίς πόλεμο εν καιρώ ειρήνης. Πρόκειται για πρωτοφανές ιστορικό γεγονός», γράφει στο νέο του βιβλίο, «Αγαπημένο μου Σύνταγμα», ο πρώην πρόεδρος του Αρείου Πάγου, Βασίλειος Νικόπουλος, σημειώνοντας ότι το Σύνταγμα της Ελλάδος για πρώτη φορά στην ιστορία του τόπου γνώρισε τέτοια περιφρόνηση, κάνοντας λόγο για ξεκάθαρη συνταγματική εκτροπή.

Αυτές τις θέσεις και τις απόψεις δεν πρόκειται να τις δούμε σε κάποιο από τα μεγάλα τηλεοπτικά κανάλια της χώρας, που πιστεύουν ότι ελέγχοντας τις συνειδήσεις θα κρατήσουν στην εξουσία ένα φαύλο πολιτικό σύστημα προκειμένου να το ελέγχουν οι ιδιοκτήτες τους και να κάνουν τις… δουλειές του. Μόνο που δεν έχουν αντιληφθεί ότι καταρρέουν μαζί του. Γιατί όπως γράφει ο Ιγνάσιο Ραμονέ: «Ο έλεγχος των ΜΜΕ, και της τηλεόρασης ειδικότερα, δεν συνεπάγεται αυτόματα και έλεγχο των συνειδήσεων. Η διάχυση ιδεών και η διαμόρφωση συνειδήσεων δεν είναι σε καμία περίπτωση μια απλή, μηχανική πράξη. Αντίθετα, εξακολουθεί να είναι εξαιρετικά περίπλοκη».