Καθ’ όλη τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου στη Γερμανία και η κυβέρνηση της χώρας και οι πολιτικοί όλων των κομμάτων (εξαιρείται η Αριστερά), όποτε κάποιος στην Ευρώπη έθετε θέμα ελληνικού χρέους ή πρότεινε διάλογο για τα ανοιχτά ζητήματα της Ε.Ε., έλεγαν «μη μας απασχολείτε τώρα, πάμε σε εκλογές».

Ads

Οι πάντες το σεβάστηκαν, ασχέτως αν οι αξιωματούχοι της Γερμανίας δεν είχαν πράξει αναλόγως στις εκλογικές διαδικασίες άλλων χωρών. Ο,τι ήθελαν ζητούσαν – απαιτούσαν είναι η σωστή λέξη – να προωθηθεί, αδιαφορώντας για τη συγκυρία και τις δυσκολίες που αντιμετώπιζαν οι κυβερνήσεις στη διαχείριση σύνθετων προβλημάτων.

Στο ίδιο μήκος κύματος και το ΔΝΤ (δεν θα μπορούσε να κάνει διαφορετικά), το οποίο μετατόπιζε συνεχώς στο μέλλον την απόφασή του για το αν θα συμμετάσχει ή όχι στο ελληνικό πρόγραμμα και με ποια ιδιότητα.

Οι εκλογές έγιναν, και τώρα η πολιτική τάξη της Γερμανίας ζητάει από τους Ευρωπαίους, κυρίως από τον Γάλλο πρόεδρο Μακρόν, ο οποίος έχει καταθέσει τις ιδέες του για έναν διαφορετικό τρόπο λειτουργίας της Ε.Ε. και της ευρωζώνης, να περιμένουν μέχρι να σχηματιστεί κυβέρνηση. Νέα καθυστέρηση. Η πραγματικότητα όμως φωνάζει.

Ads

Οι τάξεις των ευρωσκεπτικιστών πυκνώνουν, ο εθνικισμός φουντώνει και η Ακροδεξιά βγαίνει ενισχυμένη και απειλεί. Η άποψη ότι «αν δεν αλλάξουμε θα βουλιάξουμε» υποστηρίζεται σήμερα με έμφαση όχι μόνον από τους συνήθεις υπόπτους της ριζοσπαστικής Αριστεράς, αλλά και από πολλούς Ευρωπαίους πολιτικούς οι οποίοι μέχρι τώρα μας έλεγαν ότι όλα πάνε πρίμα, ότι η Ευρώπη αργεί, αλλά στο τέλος κάνει τις απαραίτητες κινήσεις και πρέπει να δίνουμε χρόνο ώστε να ωριμάσουν οι συνθήκες.

Ακόμη και ο Κυριάκος Μητσοτάκης δήλωσε ότι οι επόμενοι 15 μήνες θα είναι πολύ κρίσιμοι για το μέλλον της Ευρώπης. Στην πολιτική, όμως, το θέμα του χρόνου είναι πολύ σοβαρό. Αυτό που φάνταζε πρόωρο χθες, αύριο μπορεί να αποδειχθεί ανεπαρκές και κατώτερο των περιστάσεων.

Μέχρι λοιπόν να «ωριμάσουν οι συνθήκες» (αρκεί να μη σαπίσουν) η Ελλάδα είναι υποχρεωμένη να υλοποιεί μια πολιτική εξαιρετικά επώδυνη που περιλαμβάνει στόχους για απίθανα πλεονάσματα και δεν προβλέπει ουσιαστική ελάφρυνση του χρέους.

Το παραδέχονται με αρκετή καθυστέρηση και μερικοί απ’ αυτούς που από άλλη θέση στο παρελθόν την αποθέωναν και αντιδρούσαν επιθετικά σε κάθε σκέψη για τροποποίησή της. Τώρα που είναι «πρώην» έχουν άλλη γνώμη: «Δεν μπορεί κανείς να απαιτεί από την Ελλάδα αποκλειστικά και μόνο περικοπές των δημοσίων δαπανών και αυστηρά μέτρα λιτότητας.

Καμιά χώρα δεν βγήκε έτσι από την κρίση. Πρέπει, επίσης, να γίνει κατανοητό, ιδίως στη Γερμανία, ότι τα πακέτα βοήθειας δεν είναι βοήθεια, αλλά πρόκειται για χρήματα τα οποία δεν φτάνουν ποτέ, αφού δίνονται για αποπληρωμή των δανείων.

Η Ελλάδα πληρώνει προηγούμενα δάνεια με νέα. Δεν εισρέει φρέσκο χρήμα με το οποίο να μπορεί κανείς να κάνει κάτι εδώ». Δεν είναι λόγια κάποιου ακτιβιστή του αντικαπιταλιστικού κινήματος, πρόκειται για τον Ερνστ Βέλτεκε, πρώην πρόεδρο της Bundesbank (συνέντευξη στο ΑΠΕ-ΜΠΕ). Καλώς τονε κι ας άργησε.

Ανάγωγα

«Ο Τσίπρας είναι ένα στιγμιαίο λάθος» είπε ο αντιπρόεδρος της Ν.Δ., Αδωνις Γεωργιάδης. Νέα εκδοχή της «αριστερής παρένθεσης». Για το αν είναι λάθος, είναι θέμα προτιμήσεων. Περί ορέξεως κολοκυθόπιτα. Σ’ ό,τι αφορά το στιγμιαίο όμως, δεν νομίζω ότι ισχύει. Ο Τσίπρας έχει κερδίσει τέσσερις εκλογικές αναμετρήσεις (ευρωεκλογές, Γενάρης του 2015, δημοψήφισμα, Σεπτέμβρης του 2015) και είναι ο μακροβιότερος πρωθυπουργός την περίοδο της κρίσης. Ε, δεν τον λες και στιγμιαίο…

Εφημερίδα των Συντακτών