Συνεχίζοντας την ανασκόπηση του βιβλίου του Αλέξη Παπαχελά «Ένα σκοτεινό δωμάτιο 1967-1974», το οποίο περιγράφει λεπτομερώς την πορεία της ελληνικής χούντας προς το πραξικόπημα και την εισβολή στην Κύπρο, θα ήθελα στο παρόν άρθρο να επικεντρωθώ σε ένα πολύ σημαντικό έγγραφο, που κατά τη γνώμη μου χρήζει περαιτέρω επεξεργασίας. 

Ads

Πρόκειται για την επισκόπηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή για το Κυπριακό ζήτημα, την οποία κατάθεσε μεταξύ της πρώτης και δεύτερης εισβολής ενώπιον των υπουργών Εθνικής Αμύνης και Δημοσίας Τάξεως και των αρχηγών των Ενόπλων Δυνάμεων της Ελλάδας.

Ο Έλληνας πρωθυπουργός ανασκόπησε 20 χρόνια πορείας του Κυπριακού μέσα σε λίγα λεπτά και εντόπισε μια σειρά από σημαντικά λάθη τόσο της Ελληνικής όσο και της Ελληνοκυπριακής πλευράς. Για τον Καραμανλή, η προσφυγή της Ελλάδας στα Ηνωμένα Έθνη το 1954 ήταν το πρώτο:

«Το Κυπριακόν είχε ακαίρως και άνευ διπλωματικής και ψυχολογικής προπαρασκευής εγερθή το 1954 και ενώ ήτο γνωστόν ότι θα προεκάλη την αντίθεσιν της Βρετανίας και της Τουρκίας και θα ήγαγεν εις διάλυσιν το Βαλκανικό Σύμφωνο, καθιστώντας προβληματικήν την θέσιν της Ελλάδος εις το ΝΑΤΟ» (σ. 504-505).

Ads

Όντως, με την προσφυγή της Ελλάδας στα Ηνωμένα Έθνη και με την έναρξη του ένοπλου αγώνα της ΕΟΚΑ ένα χρόνο μετά, η Τουρκία και η Βρετανία αντέδρασαν με έντονο τρόπο. Διαλύθηκε το Βαλκανικό Σύμφωνο. Η Βρετανία υλοποίησε την πολιτική «Διαίρει και Βασίλευε». Η Τουρκία έγινε ενδιαφερόμενο μέρος του Κυπριακού για πρώτη φορά μετά από τη Συμφωνία της Λωζάνης.

Με το γνωστό πογκρόμ (τα Σεπτεμβριανά) θυματοποιήθηκε η ελληνική μειονότητα της Τουρκίας. Κινητοποιήθηκαν οι Τουρκοκύπριοι κατά του αιτήματος των Ελληνοκυπρίων για Ένωση και εκδηλώθηκαν οι δικοινοτικές συγκρούσεις. Το νησί οδηγήθηκε στα πρόθυρα της τριχοτόμησης με το βρετανικό σχέδιο ΜακΜίλαν.

Ο Έλληνας πρωθυπουργός ισχυρίζεται ότι οι λάθος χειρισμοί συνεχίστηκαν και μετά από την ανεξαρτησία της Κύπρου.  Ενώ συστήθηκε από την Ελληνική κυβέρνηση στον Μακάριο να καλλιεργήσει κλίμα «υφέσεως»,  «συνεργασίας και εμπιστοσύνης μεταξύ Ε/Κ και Τ/Κ» (σ.506), ο Αρχιεπίσκοπος όχι μόνο δεν καλλιέργησε κλίμα εμπιστοσύνης και συνεργασίας, αλλά προέβη και σε οργάνωση παρακρατικών ένοπλων ομάδων, όπως η ομάδα Ακρίτας.

Απέφευγε, επίσης, πεισματικά να υλοποιήσει τη διάταξη του Κυπριακού Συντάγματος για ξεχωριστούς δήμους. Αποτελεί ειρωνεία της ιστορίας, πως όταν Ελλάδα και Τουρκία συζητούσαν την ανεξαρτησία και διαπραγματεύονταν το αίτημα της Τουρκίας για τη δημιουργία ξεχωριστών δήμων, ο πρώτος που συμφώνησε ήταν ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος, λέγοντας πως οι Τούρκοι της Κύπρου είναι φτωχοί και ελεεινοί, και δεν θα καθαρίζουν οι Ελληνοκύπριοι τους δρόμους τους.

Ως προς την εξωτερική πολική, η ελληνική κυβέρνηση είχε προτείνει στον Μακάριο, όπως το νεοσύστατο κράτος ενταχθεί στους διάφορους διεθνείς οργανισμούς (ΟΗΕ, Συμβούλιο της Ευρώπης και ΝΑΤΟ), στους οποίους βρισκόταν και η Ελλάδα. Ο Μακάριος, παρά τις παραινέσεις και την αντίθετη άποψη του αντιπροέδρου της κυβέρνηση του, Δρ. Φαζίλ Κουτσιούκ, επέλεξε να ενταχτεί στο κίνημα των Αδεσμεύτων.

Με τα λόγια του  Καραμανλή, «ατυχώς ο Μακάριος ηκολούθησε την πολιτικήν των Αδεσμεύτων. Τούτων διαπιστοθέντων και μετά εξάμηνον περίπου από την υπογραφήν των συμφωνιών, του ελέχθη εκ νέου ότι παρασχεθείσης της ανεξαρτησίας της Κύπρου, ο τρίτος κόσμος ουδέν δεν τον ωφελεί πλέον, αλλά αντιθέτως ήτο επιβεβλημένη ευθυγράμμισις μετά της μητρός Πατρίδος. Εν τούτοις ο Αρχιεπίσκοπος διέπραξε το σφάλμα της τηρήσεως αδεσμεύτου πολιτικής, με αποτέλεσμα την δημιουργίαν διασπάσεως μεταξύ Ελλάδος και Κύπρου» (σ.507).

Ένα άλλο σημαντικό σφάλμα του Μακαρίου, σύμφωνα με τον Έλληνα πρωθυπουργό, ήταν η αμφισβήτηση των Συμφωνιών Ζυρίχης-Λονδίνου μετά τον τερματισμό της κυβέρνησης Καραμανλή το 1963. Αυτή η κίνηση του Μακαρίου οδήγησε σε σημαντικές κρίσεις και όπως είπε και ο Καραμανλής, «σχεδόν εις πόλεμον» (σ.507).

Κατ’ ακρίβεια ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος εξέφρασε την πρόθεσή του για αλλαγή των Συμφωνιών όταν ακόμα η Εθνική Ριζοσπαστική Ένωση(το κόμμα του Κων. Καραμανλή) ήταν ακόμα στην κυβέρνηση. Μάλιστα,  ο Έλληνας ΥΠΕΞ  κ. Αβέρωφ, με επιστολή του ημερομηνίας 19 Απριλίου 1963, προειδοποιούσε τον Μακάριο πως η αμφισβήτηση των Συμφωνιών απειλεί να διαταράξει «εκ θεμελίων τας ελληνοτουρκικάς σχέσεις».

Ταυτόχρονα εφιστά την προσοχή του Μακαρίου στην τύχη των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης σε περίπτωση αναταραχών στην Κύπρο. Όντως μετά τις δικοινοτικές συγκρούσεις του 1964, οι Έλληνες υπήκοοι απελάθηκαν από την Τουρκία. Ακολούθησαν και άλλες κρίσεις…

Αντίθετα με το κυρίαρχο ιστορικό αφήγημα στην Ελλάδα και Κύπρο που τοποθετεί την αποκλειστική ευθύνη της κυπριακής τραγωδίας στην ελληνική χούντα και την τουρκική εισβολή, ο Κ. Καραμανλής βλέπει τη διαίρεση της Κύπρου ως το αποτέλεσμα μιας σειράς λανθασμένων πολιτικών αποφάσεων:

«(…) Τα αλλεπάλληλα σφάλματα κατά τον χειρισμόν του Κυπριακού και η τηρηθείσα κακή πολιτική τόσον εις Κύπρον όσο και εις Ελλάδαν έχουν οδηγήσει εις την παρούσαν κατάστασιν, με αποκορύφωμα το προσφάτως διαπραχθέν μέγα σφάλμα κατά του Μακαρίου (σ.σ το πραξικόπημα), όπερ και παρέσχεν εις την Τουρκίαν την αφορμήν την οποία ανεζήτει, διά να προβή εις τας προσφάτους ενεργείας της» (σελ.507).

Όπως μπορεί να δει κανείς, ο έμπειρος πολιτικός δεν διστάζει να μιλήσει για σοβαρά λάθη εκ μέρους της Ελληνοκυπριακής και Ελληνικής ηγεσίας. Μάλιστα στην πρώτη συνάντηση του με τον Μακάριο και άλλους πολιτικούς αρχηγούς της Κύπρου (στα τέλη Νοέμβρη 1974 στην Αθήνα), δε μάσησε τα λόγια του. Είπε πως αν ο Κύπριος πρόεδρος αξιοποιούσε σωστά τις ευκαιρίες που του δόθηκαν, δεν θα φτάναμε στην τουρκική εισβολή και τη διχοτόμηση.