Στο πολυσυζητημένο βιβλίο του, «Ένα σκοτεινό δωμάτιο 1967-1974» ο Έλληνας δημοσιογράφος Αλέξης Παπαχελάς, αναφέρει χαρακτηριστικά: «Πήγα στην Κύπρο, στην ακτή της απόβασης. Ομολογώ πως είναι από τις στιγμές, που το συναίσθημα και η δουλειά μου μπερδεύτηκαν για τα καλά».
 
Δεν είναι μόνο ο κύριος Παπαχελάς που φορτίζεται συναισθηματικά όταν βρίσκεται στην ακτή της απόβασης των Τουρκικών στρατευμάτων. Έτσι νοιώθει κάθε Έλληνας που επισκέπτεται αυτό τον χώρο.
 
Ήμουν μάρτυρας μιας παρόμοιας συναισθηματικής αναταραχής από ένα γνωστό Έλληνα ιστορικό. Όταν φτάσαμε εκεί, στην ακτή της απόβασης, τον κατέβαλε μεγάλη θλίψη και δεν μίλησε για αρκετή ώρα. Όταν όμως μπόρεσε να ανοίξει το στόμα του για να αρθρώσει δυο λέξεις, είπε: «Πρέπει να αμφισβητηθεί ο Μακάριος»…
 
Ο διάσημος ιστορικός είχε υποδείξει προς τη σωστή κατεύθυνση. Για να κατανοήσει κανείς την κυπριακή τραγωδία, πρέπει να δώσει ιδιαίτερη σημασία στις πολιτικές και του «ευκταίου» που επικράτησαν μεταξύ του 1964 και 1974.
 
Συνήθως, το ελληνοκυπριακό και ελληνικό ιστορικό αφήγημα περιορίζεται, στην τουρκική επιθετικότητα για να εξηγήσει το Κυπριακό. Κάποιοι, βεβαίως, κάνουν και αναφορά στην ελληνική χούντα και στο ρόλο της ΕΟΚΑ Β.
 
Οι αριστεροί, δε, βλέπουν τον ιμπεριαλισμό, ως την κύρια δύναμη πίσω από την κυπριακή τραγωδία. Πιστεύουν, ότι ο δυτικός ιμπεριαλισμός ενθάρρυνε την ελληνική χούντα να κάνει πραξικόπημα κατά του Μακαρίου, και ύστερα την Τουρκία να κάνει απόβαση στην Κύπρο.
 
Δεν συναντάμε πολλές αναλύσεις για τις εθνικιστικές και μη ρεαλιστικές επιδιώξεις των ηγεσιών της Ελλάδας και της Κύπρου πριν από το 1974. Για την πρώτη πράξη της κυπριακής τραγωδίας (1960-1974), την κύρια ευθύνη φέρει -κατ’ εμένα – ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος. Ο Αλέξης Παπαχελάς κάνει κάποιες αναφορές, μέσα στις οποίες μπορεί κάποιος να δει και τις ευθύνες του πρώτου προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας, αλλά ουσιαστικά στις 600 τόσες σελίδες του βιβλίου του, ρίχνει το βάρος της ευθύνης αποκλειστικά στην ελληνική χούντα και τον «αόρατο δικτάτορα» Ιωαννίδη.
 
Το βιβλίο του ξεκινά με το εξής σκηνικό: «Τετάρτη 13 Μαΐου 1964. Οι καμπάνες σε όλη τη Λευκωσία κτυπούσαν πένθιμα. Δύο ημέρες πριν οι Τούρκοι είχαν σκοτώσει δύο Έλληνες αξιωματικούς και έναν Ελληνοκύπριο αστυνομικό που είχαν μπει στην περίκλειστη τουρκοκυπριακή γειτονιά στο φρούριο της Αμμοχώστου.
 
Η ηγεσία της Κύπρου, απλοί πολίτες και Έλληνες αξιωματικοί είχαν συγκεντρωθεί στον ναό της Παναγιάς της Ευαγγελίστριας στην Παλλουριώτισσα για να αποχαιρετήσουν τους τρεις νεκρούς. (…). Επικήδειο που έκανε αίσθηση, εκφώνησε και ένας Έλληνας ταγματάρχης ο οποίος υπηρετούσε στην ελληνική στρατιωτική δύναμη στην Κύπρο. Ο Δημήτρης Ιωαννίδης.
 
Απευθύνθηκε στον ένα νεκρό αξιωματικό, που ήταν και φίλος του , και του είπε με συγκίνηση: “Έπεσες δια την ελευθερίαν της Ελληνικότατης Κύπρου”. Μετά με πάθος βροντοφώναξε “ΑΘΑΝΑΤΟΙ ΝΕΚΡΟΙ” και κατέληξε: “Η μνήμη σας θα μείνει αιώνια και η θυσία σας δεν θα πάει επί ματαίω. Εμείς οι συνάδελφοί σας και οι στρατιώται σας σας υποσχόμεθα ότι θα εκδικηθούμε τον άδικο χαμό σας και θα φέρωμεν εις πέρας το έργο σας”.
 
Ένας άλλος Ελλαδίτης αξιωματικός, ο οποίος βρισκόταν σε αποστολή στην Κύπρο, ήταν και αυτός στην κηδεία, και θεώρησε ότι η ομιλία του ταγματάρχη ήταν “έξαλλη, συναισθηματικά φορτισμένη, και γεμάτη απειλές κατά όλων, κυρίως των Τούρκων”».
 
Ο Αλέξης Παπαχελάς, μετά από αυτή την εισαγωγική περιγραφή, κάνει χρονολογικό άλμα και βρίσκεται απ’ ευθείας στις 20 Ιουλίου 1974, όταν τα τουρκικά στρατεύματα έκαναν απόβαση στην Κύπρο. Αν όμως ο συγγραφέας έμενε λίγο ακόμα στον Μάϊο του 1964, θα αντιλαμβανόταν, ότι η τραγωδία της Κύπρου ξεκίνησε πολύ πιο πριν από το πραξικόπημα του «έξαλλου» Δημήτρη Ιωαννίδη.
 
 Θα συνειδητοποιούσε, ακόμα, πως οι απειλές «κατά των Τούρκων» που εκτόξευσε ο ταγματάρχης στην κηδεία, υλοποιήθηκαν στο έπακρο τον Μάϊο του 1964. Να σημειώσουμε επίσης, ότι ο πατέρας του Ελληνοκύπριου αστυνομικού που κηδεύτηκε το 1964 στην εν λόγω κηδεία -Μιχαλάκης Παντελίδης-, ήταν ένας από αυτούς που πυροβόλησαν στις 21 Δεκεμβρίου 1963 την πόρνη Τζεμαλιέ και το συνοδό της, πυροδοτώντας έτσι τις δικοινοτικές συγκρούσεις.
 
Θέλω να υπενθυμίσω στο συγγραφέα ότι μετά απο την κηδεία που περιγράφει,  τον Μάη του 1964, παραστρατιωτικές ελληνοκυπριακές ομάδες στην Αμμόχωστο μάζεψαν στην τύχη 32 Τουρκοκύπριους, τους οδήγησαν έξω από την πόλη και τους εκτέλεσαν. Μάλιστα, ο Άγγλος αξιωματικός Macey, ο οποίος ήθελε να ρίξει φως στην υπόθεση, εξαφανίστηκε μυστηριωδώς μαζί με τον οδηγό του στις 7 Ιουνίου του ίδιου χρόνου.
 
Είναι πασιφανές, λοιπόν, ότι η τραγωδία της Κύπρου δεν είναι έργο της ελληνικής χούντας μόνο.
 
Επίσης, ήθελα να υπενθυμίσω ότι στις 14 Μαΐου 1964, οι Ελληνοκύπριοι βουλευτές που καταδίκασαν στην Βουλή των Αντιπροσώπων το θάνατο των δύο Ελλήνων αξιωματικών και του Ελληνοκύπριου αστυνομικού, τόνισαν ότι θα αγωνιστούν μέχρι την «εθνική απελευθέρωση της Κύπρου». Δηλαδή, μέχρι την Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα.
 
Εδώ πρέπει να αναζητηθεί η πορεία της Κύπρου προς την τραγωδία: στην εμμονή της ιδέας της  Ένωσης μετά από την ίδρυση της Κυπριακής Δημοκρατίας. (Βεβαίως, υπάρχει και η εμμονή στη διχοτόμηση, από την τουρκική πλευρά, όμως σε αυτό το άρθρο, το θέμα μας είναι η ελληνική και ελληνοκυπριακή πολιτική).
 
Και εδώ θέλω να διευκρινίσω κάτι: Άλλο το αίτημα της Ένωσης κατά τη διάρκεια του αντιαποικιακού αγώνα, και άλλο το αίτημα της Ένωσης μετά και παρά την ανεξαρτησία του νησιού. Ας μη ξεχνάμε ότι με την ίδρυση της Κυπριακής Δημοκρατίας απαγορεύτηκε η Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα.
 
Ο Αλέξης Παπαχελάς σωστά λέει, ότι ο «αόρατος δικτάτορας» Ιωαννίδης, με το πραξικόπημα ενάντια στον Μακάριο ονειρευόταν την Ένωση. Δυστυχώς όμως δεν ήταν ο μόνος που είχε αυτό το όνειρο . Ήταν και αυτοί που δεν ήταν «έξαλλοι», αλλά «φρόνιμοι». Για παράδειγμα, ο πρώτος πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, ο οποίος έδωσε εντολή για ίδρυση παραστρατιωτικών ομάδων με σκοπό να τερματιστεί η κυπριακή ανεξαρτησία και να υλοποιηθεί η ένωση με την Ελλάδα.
 
Ήταν πολλοί, λοιπόν, αυτοί που ονειρεύονταν την ανέφικτη Ένωση. Από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, ο οποίος υπέγραψε τις Συμφωνίες Ζυρίχης- Λονδίνου, μέχρι τον Γεώργιο Παπανδρέου… Μάλιστα, όπως διαβάζουμε στο βιβλίου του κύριου Παπαχελά, ο Κ. Καραμανλής, ενώ υπόγραψε την ανεξαρτησία της Κύπρου, πίστευε πως υπο κάποιες περιστάσεις, η «φυσιολογική ροή των πραγμάτων» οδηγούσε προς την Ένωση…
 
*Αυτό το άρθρο αποτελεί μια επιμέρους ματιά στο βιβλίο του Α. Παπαχελά. Θα συνεχίσω και με άλλες τοποθετήσεις για εμπλουτισμό της συζήτησης.
 
Ο Νιαζί Κιζιλγιουρέκ είναι καθηγητής πολιτικής ιστορίας του Πανεπιστημίου Κύπρου και ευρωβουλευτής του ΑΚΕΛ.