Ο «Ηγεμόνας» είναι μια πολιτική πραγματεία του Φλωρεντίνου Νικολό Μακιαβέλι. Γράφτηκε το 1513 και δημοσιεύτηκε το 1532, πέντε χρόνια μετά το θάνατό του. Ήταν αφιερωμένη στον Λορέντζο Β’ των Μεδίκων και μνημονεύεται εξαιτίας του μειωτικού όρου «Μακιαβελικός». Τα διπλά ηθικά κριτήρια που αναφέρονται στην πραγματεία είναι καθοριστικής σημασίας για τον επιτυχημένο πολιτικό και τον εν δυνάμει ηγήτορα. Αυτός, σύμφωνα με τον Μακιαβέλι, οφείλει να διαχωρίζει την προσωπική ηθική από την ηθική που εφαρμόζει προκειμένου να διατηρήσει ένα κράτος ισχυρό στη διεθνή πολιτική σκηνή. Ο όρος «Μακιαβελικός» εμπεριέχει τις έννοιες της μηχανορραφίας, της δολοπλοκίας, του κυνισμού και του ωφελιμισμού, καθώς και την άρση κάθε ηθικού φραγμού για την επίτευξη των στόχων, προκειμένου ο «ηγεμόνας» να προστατέψει την ευημερία του, εξουδετερώνοντας με κάθε τρόπο και μέσο εσωτερικούς και εξωτερικούς «εχθρούς».

Ads

Μέσα από το έργο αυτό, η πολιτική παρουσιάζεται ως μια δραστηριότητα που στηρίζεται στην αρετή και απαιτεί ισχύ και ικανότητα για να ασκηθεί με στρατηγικό τρόπο. Διαμορφώνει συμμαχίες, επενδύοντας σ’ αυτές, ασκεί βία εφόσον απαιτηθεί και εκμεταλλεύεται τις ευκαιρίες για να πετύχει. Η τύχη δεν αφήνεται στην τύχη της, αλλά πετυχαίνεται. Η βία είναι θεωρείται αναγκαία στην πολιτική σφαίρα, γιατί κατ’ αυτό τον τρόπο, διασφαλίζεται η εξουσία και διαφυλάσσεται ο κάτοχός της. Όπως είχε διαπιστώσει η Χάνα Άρεντ, αυτή η βία είναι η διαστρέβλωση του Αριστοτελικού όρου «πολιτικό ζώο» σε «ζώο κοινωνικό». Πάνω σ’ αυτήν τη διαστρεβλωμένη εικόνα, βασίστηκε η μεταγενέστερη πολιτική φιλοσοφία, θεωρώντας ότι η βία εντός της πολιτικής επιτρέπεται ή δικαιολογείται (σε αντίθεση με την αρχαία Αθήνα, όπου θεωρούνταν καταστροφική).

Η πλατωνική και αριστοτελική φιλοσοφία θεωρούσαν ότι ο εξαναγκασμός των ανθρώπων μέσω της βίας και όχι με την πειθώ, αποτελούσε έναν προπολιτικό τρόπο ανθρώπινων συναναστροφών και κοινωνικών διεργασιών (ο άνθρωπος είναι «ζώο λόγον έχων»). Η θέση του Μακιαβέλι για τη βία πέρασε στην πολιτική θεωρία και πράξη δικαιολογώντας τις πράξεις βίας με σκοπό την κατάληψη ή τη διατήρηση και διαφύλαξη της εξουσίας. Η αντίληψη του αναγκαστικού της βίας, επέδρασε καθοριστικά τόσο σε επαναστατικές πράξεις, όσο και σε αντεπαναστατικές.

Ο Φλωρεντίνος πολιτικός στοχαστής υποστήριξε ότι ο ηγεμόνας (βλέπε σήμερα πολιτικός ηγέτης) πρέπει να διαθέτει «καλούς νόμους» και «καλά όπλα» για να επιβάλει την εξουσία του. Ο νόμος ταιριάζει στους ανθρώπους, ενώ τα όπλα στα κτήνη. Όταν οι πρώτοι δεν επιδρούν αποτελεσματικά, τότε τα δεύτερα τίθενται σε εφαρμογή. Ο ηγεμόνας πρέπει να γνωρίζει καλά τον ρόλο του ανθρώπου, καθώς και το ρόλο του κτήνους. Επίσης, ο ηγεμόνας πρέπει να είναι αρεστός και ατρόμητος, να τον αγαπούν και να τον φοβούνται τα πλήθη. Αυτά τα δύο – φαινομενικά εκ διαμέτρου αντίθετα – στοιχεία της προσωπικότητας ενός πολιτικού ηγέτη, πρέπει να αξιοποιούνται εάν χρειαστεί να ασκηθεί βία (σωματική ή λεκτική) και χρησιμοποιηθεί ο φόβος και η επιβολή πειθαρχίας, ώστε οι εξουσιαζόμενοι να μην μισήσουν ή να νιώσουν απέχθεια γι’ αυτόν, οπότε και διακινδυνεύσει την εξουσία του.

Ads

Στην εξέλιξη της πολιτικής ιστορίας και με την πάροδο των χρόνων, οι θέσεις του Μακιαβέλι θεωρήθηκαν ότι εξέφραζαν το αποκτηνωμένο πρόσωπο της εξουσίας, την εκμετάλλευση των πολιτικών σε βάρος των πολιτών και την υλοποίηση πολιτικών μέτρων με βάση τη ρήση «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα». Σύμφωνα όμως με τον Αντόνιο Γκράμσι, η μελέτη του Μακιαβέλι, δεν ενδιαφέρει την άρχουσα τάξη, αλλά τους απλούς πολίτες που θα πρέπει να γνωρίζουν με ποιον τρόπο οι εξουσιαστές επιδιώκουν να τους επιβληθούν. Οπότε, η γνώση του «Ηγεμόνα» λειτουργεί επιμορφωτικά για τους εξουσιαζόμενους, διαφωτίζοντάς τους για τις τακτικές που εφαρμόζει σε βάρος τους, ο εξουσιαστής τους. Όπως αναφέρει ο τίτλος του παρόντος σημειώματος, η εξ αριστερών «ηγεμονία» δεν μπορεί και δεν πρέπει να χρησιμοποιήσει είτε κατά λέξη, είτε μεταφορικά τις αναλύσεις του Μακιαβέλι. Πρωτίστως, γιατί αυτές στηρίζουν μία άνωθεν επιβαλλόμενη εξουσία, την εξουσία του ενός άρχοντα ή το πολύ, των ελαχίστων πραιτόρων του. Μια εξουσία που στηρίζεται στο δίκαιο της επιβολής, στην άσκηση κρατικής βίας και στην εξαναγκαστική πειθαρχία.

Η εξ αριστερών «ηγεμονία», οφείλει να λάβει υπόψη της τη ρήση του Βία του Πριηνέα – ενός από τους επτά σοφούς της αρχαίας Ελλάδας, ποιητή, δεινού ρήτορα και γνωστού για τη δικαιοσύνη του (με ένα όνομα που βρίσκεται σε απόλυτη αναντιστοιχία με την σημασία της λέξης «βία», που ουσιαστικά προέρχεται από το όνομα της μυθολογικής θεότητας, Βίας, αδελφή του Κράτους, του Ζήλου και της Νίκης και μονίμων συνοδών του Δία – όπως βλέπουμε η Βία, ως μυθολογική θεότητα τάχθηκε με την πλευρά της εξουσίας, τον Δία, στηρίζοντας και προστατεύοντάς τον). Η ρήση του Βία του Πρινηέα αναφέρει: Πείσας λαβέ, μη βιασάμενος (να παίρνεις με την πειθώ, όχι με τη βία). Η νέα «ηγεμονία» οφείλει να θέτει ερωτήματα και να καλεί τους πολίτες να δίνουν τις απαντήσεις. Γιατί, «αρχής απάσης ηγεμών έστω λόγος» (Μένανδρος).

Και επειδή η Λογική πάντοτε υπήρχε, ο Μαρξ μας θύμισε ότι αυτή δεν εμφανιζόταν πάντοτε σε μια λογική μορφή. Η εξ αριστερών «ηγεμονία» πρέπει να δώσει στη Λογική, όσο περισσότερη λογική μορφή, ώστε η επικρατούσα αστική «λογική» θέση περί σκοπού, αγιοσύνης του και άλλων τινών, να μην αφορά και να μην εμπλέκει τον εξ αριστερών «ηγεμόνα». Κλείνοντας το παρόν σημείωμα, ο Σόλων ο Αθηναίος είχε πει ότι «άρχεσθαι μαθών άρχειν επιστήσει» (όταν μάθεις να διοικείσαι, τότε θα μάθεις να διοικείς). Αυτό δεν είναι απαραίτητο να μεταφραστεί ως ότι η γνώση της πολιτικής διοίκησης αποκτιέται με την οικειοποίηση των προτροπών του Μακιαβέλι, ούτε ασφαλώς με τις μεταλλάξεις που έχουν πάρει αυτές, είτε από τα νεοφιλελεύθερα αγόρια του Σικάγο ή τους υποστηρικτές της γερμανόφερτης «ρεαλιστικής πολιτικής».

Η άσκηση διοίκησης στην εξ αριστερών «ηγεμονία» πρέπει να ανατρέχει σε οικεία κείμενα και όχι σε θέσεις που στηρίζονται στις καθολικές και τις προτεσταντικές πολιτικές δοξασίες. Οι αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι προσέφεραν υψηλότατα δείγματα πολιτικής ηθικής, πρακτικής και διοίκησης. Αξίζουν την προσοχή τους από τους εξ αριστερών «ηγεμόνες».