Πριν από μερικές μέρες, πραγματοποιήθηκε στην Αποθήκη Γ’ του λιμανιού της Θεσσαλονίκης μία αξιοπρόσεκτη εκδήλωση από το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος με τίτλο «Διάλογοι». Αφορμή για την εκδήλωση στάθηκε ο χαρακτηρισμός της Θεσσαλονίκης από μερίδα του ξένου Τύπου ως «νέο Βερολίνο». Ανάμεσα στους πολύ αξιόλογους ομιλητές ήταν και ένας από τους σημαντικότερους εν ζωή ιστορικούς παγκοσμίως, ο Mark Mazower, συγγραφέας μεταξύ άλλων έργων, του εμβληματικού «Θεσσαλονίκη. Πόλη των Φαντασμάτων».

Ads

Στέκομαι σε ένα από τα πιο χαρακτηριστικά σημεία της ομιλίας του Mazower, όπου ο Βρετανός ιστορικός επιχειρεί -και σωστά- να υπερβεί τις στερεοτυπικές συγκρίσεις: «Η Θεσσαλονίκη είναι η μοναδική ίσως παγκοσμίως “αληθινή πόλη”. Έχει διαχρονία ύπαρξης και αδιάλειπτης λειτουργίας ως πόλη -όχι ως κωμόπολη- 2,5 χιλιάδων χρόνων. Ένας νέος σήμερα μπορεί να περπατά στην Εγνατία Οδό και να βρίσκεται στο ίδιο ακριβώς σημείο όπου περπατούσε ένας Ρωμαίος συνομήλικός του πριν από 20 αιώνες. Είναι η πόλη που εξακολουθεί να με εκπλήσσει. Ποιο Βερολίνο-Βαρκελώνη-Βιέννη, ακόμα και το Παρίσι; Αυτές είναι πόλεις μεσαιωνικές. Η Θεσσαλονίκη ιδρύθηκε στους κλασικούς χρόνους κι έκτοτε παραμένει πόλη».

Η όλη συζήτηση πάει πολύ πίσω και συχνά απηχεί εκσυγχρονιστικές και οριενταλιστικές προσεγγίσεις του 19ου και του 20ου αιώνα. Η Βηρυτός π.χ. ονομάστηκε ‘’το Παρίσι της Μέσης Ανατολής’’ ενώ πριν 10 χρόνια η Ελλάδα θα μεταμορφωνόταν σε ‘’Δανία της Μεσογείου’’. Βεβαίως η Θεσσαλονίκη συμμετέχει στο σχετικό διαγωνισμό κάπως καθυστερημένα. Μέχρι πρότινος, τον επίσημο τίτλο της κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση του Βερολίνου μητρόπολης έφερε βεβαίως (ποιος της τον απέδωσε;) η Αθήνα.

Ένα ερώτημα που δημιουργείται από όλη αυτή τη συζήτηση είναι το εξής: σε τι ωφελεί, σε τι μας χρειάζεται μια τέτοια συζήτηση- σύγκριση; Ερώτημα που προϋποθέτει ότι το Βερολίνο υπερτερεί σε όλα τα επίπεδα πολιτιστικής δημιουργίας, Ιστορίας, αύρας ή ότι άλλο βάλει οποιοδήποτε πολυεθνικό ταξιδιωτικό website στο ζύγι. Είναι κατανοητή η αγωνία μιας κατεστραμμένης οικονομικά χώρας και μιας ακόμα πιο εξαθλιωμένης πρωτεύουσας (ή λιγότερο εξαθλιωμένης συμπρωτεύουσας) να προσπαθεί να προβάλλει το μοναδικό εξαγώγιμο προϊόν που της απέμεινε -το κεφάλαιο της ανθρώπινης δημιουργικότητας για να μιλήσουμε τη γλώσσα αυτής της προσέγγισης. Το καινούριο Μουσείο Γουλανδρή απέχει μόνο 15 λεπτά από την Πλατεία Ομονοίας και τα γύρω στενά. Το ίδιο και ο Παρθενώνας από το ημίφως του Αγίου Παντελεήμονα. Αλλά ούτε στην Ομόνοια, ούτε στον Άγιο Παντελεήμονα ανθίζουν εναλλακτικά underground stages ή μαζικά στέκια πολιτισμού. ‘’Το Βερολίνο είναι η νέα Αθήνα’’ κατέληξε στο συμπέρασμα ένας ανώνυμος γκραφιτάς στην περιοχή του Ψυρρή, σαν να λέει ‘’νισάφι πια’’.

Ads

Πάντως το ερώτημα του τί γεννά την αγωνία του να μοιάσει η πόλη σου σε μια άλλη ιδεατή μητρόπολη παραμένει όσο τα Τρίκαλα συγκρίνονται με το Άμστερνταμ και στο Wikipedia η Αθηναϊκή Ριβιέρα έχει πια το δικό της χώρο. Ίσως κάποια συγκριτικά σχήματα, κάποιοι φαντασιακοί ‘’τόποι’’ κοινής αναφοράς να πυροδότησαν αυτές τις συζητήσεις που με τη σειρά τους προκαλούν στις χώρες του νότου το αντίστοιχο άγχος;

Στο νου μου έρχονται πρώτες οι ‘’Πολιτιστικές Πρωτεύουσες της Ευρώπης’’, θεσμός που άρχισε να εκφυλίζεται κατά τα πρώτα έτη του 21ου αιώνα. Το αδιερεύνητο σκάνδαλο της Πάτρας (2006) και μία λίστα όπου εμφανίζονται το Σιμπιού της Ρουμανίας (2007), το Πεκς της Ουγγαρίας (2010), το Μονς του Βελγίου (2015) και η Πάφος της Κύπρου (2017) διευρύνουν τις προς συζήτηση πτυχές του ζητήματος ειδικά αν οι παραπάνω συγκριθούν με τις κατά σειρά προκατόχους τους από το 1985 έως το 1999 : Αθήνα (ω ναι), Φλωρεντία, Άμστερνταμ, Δυτικό Βερολίνο, Παρίσι, Γλασκώβη, Δουβλίνο, Μαδρίτη, Αμβέρσα, Λισαβόνα, Λουξεμβούργο, Κοπεγχάγη, Θεσσαλονίκη (ω ναι), Στοκχόλμη, Βαϊμάρη. Είναι προφανές ότι από μία πραγματολογική εξέταση του πού παράγεται πολιτιστική δημιουργία, κατά τα πρώτα 15 χρόνια του θεσμού, μετέβημεν σε μία ευρωπαϊκή εκδοχή μιας πολιτισμικής παγκοσμιοποίησης όπου πια δεν υποστηριζόταν η ήδη διακεκριμένη δημιουργία αλλά, αντίθετα, πακτωλοί χρημάτων επενδύονταν στην προσπάθεια να δημιουργηθούν άρον άρον υποδομές που ίσως στο μέλλον, αν οι τοπικές αρχές δεν ήταν διεφθαρμένες, να προσέφεραν στέγη σε μια πολιτιστική δημιουργία συγκεκριμένων standards.

Στην εποχή που το κυρίαρχο πολιτισμικό χρηματιστήριο στο οποίο συναγωνίζονται οι ευρωπαϊκές μητροπόλεις είναι το AirBnB, οι υπόλοιπες συγκρίσεις, αν δεν είναι αφελείς, τότε ίσως εξυπηρετούν τον αιώνιο στόχο: το κέρδος. To gentrification σε Εξάρχεια και Croitsberg, τα lofts σε Πλάκα και Tiergarten υπερέβησαν τον πολιτισμό ως διαδικασία που εμπλέκει δημιουργούς (η μία σημασία του culture στα αγγλικά) και έγινε κουλτούρα (η δεύτερη σημασία της λέξης), η κουλτούρα μιας Ευρώπης που δεν ανακαινίζεται, που ‘’Αθήνα, Άμστερνταμ ή Βερολίνο’’, έχει ξεχάσει που ακριβώς θέλει να πάει.

1. https://www.snf.org/el/protoboulies/dialogoi/dialogoi-thessaloniki-septe…
2. Mazower Mar, Θεσσαλονίκη.Πόλη των Φαντασμάτων, Εκδόσεις Αλεξάνδρεια, 2006
3. Γιώργος Μπλάνας, Ποίηση και Παγκοσμιοποίηση, Academia.edu, 2019, σελ. 6
4. ‘’Τα έργα, οι καταγγελίες και οι… αρπαχτές’’, Δήμητρα Κρουστάλλη, Το Βήμα 23/10/2005 (https://www.tovima.gr/2008/11/24/politics/ta-erga-oi-kataggelies-kai-oi-…)