Το σύνδρομο του κακού παίκτη είναι η επιμονή στη χασούρα. Ενώ χάνει συνεχώς και το βράδυ δεν τον πάει, συνεχίζει να είναι στο τραπέζι, διότι πιστεύει στην καλή του τύχη, στο άστρο του. Στο τέλος φυσικά φεύγει άφραγκος. Αντίθετα ο καλός παίκτης διαισθάνεται τον κίνδυνο και έχει αίσθηση του χρόνου. Φεύγει ήσυχος χωρίς να χάσει πολλά και περιμένει το επόμενο βράδυ. Δεν εκβιάζει την τύχη του.

Ads

Η κυβέρνηση  πιστεύει ακράδαντα στην τύχη της, παρασυρμένη από την ολόθερμη υποστήριξη των ευρωπαίων και των αμερικανών και στη δύναμη της εξουσίας. Ξέχασε όμως πως αφενός η εξουσία παραπλανά και δημιουργεί αντικατοπτρισμούς εκλογικών οάσεων, ενώ αφετέρου – και συνήθως – η υποστήριξη των μεγάλων δυνάμεων είναι προσωρινή, υπό αίρεσιν. Όταν δουν πως χάνεις την πλειοψηφία του εκλογικού σώματος- διότι οι πρέσβεις τους διαβάζουν καλά τις δημοσκοπήσεις και έχουν σαφή εικόνα των τάσεων- τότε επενδύουν στον επόμενο. Κανένας τους δεν επιθυμεί να συγκρουστεί με την γενική βούληση. Και σε αφήνουν μόνο, παύουν να σε στηρίζουν πια.

Σ’ αυτό ακριβώς σημείο βρισκόμαστε τώρα. Η κυβέρνηση έχασε την ευκαιρία να πάει σε εκλογές όταν είχε διασφαλισμένο ένα αξιοπρεπές ποσοστό, στα τέλη του 17, ενώ το παιχνίδι τόχασε οριστικά το βράδυ της κρίσιμης διαπραγμάτευσης, όταν οι ευρωπαίοι του έθεσαν το δίλημμα, ή να φύγει ή να υποκύψει. Ο Τσίπρας δεν έπρεπε ούτε στιγμή να διστάσει τότε, έπρεπε από τότε να αρνηθεί, να πάει σε εκλογές, να παραμερίσει και να διατηρήσει αλώβητο το πολιτικό του κεφάλαιο. Αντ’ αυτού δέχθηκε να υλοποιήσει το νέο σκληρότατο μνημόνιο, να δώσει το σύνολο της δημόσιας περιουσίας στους δανειστές και να υποπέσει στο βαρύτερο πολιτικό αμάρτημα: στην εξαπάτηση του λαού.

Από τότε ακολούθησε πορεία συνεχών υποχωρήσεων και βεβιασμένων αλλά ατελέσφορων χειρισμών επικοινωνιακής τακτικής.  Ένας απ’ αυτούς είναι και ο τελευταίος, το σκάνδαλο Novartis. Κάποιοι το είδαν ως μεγάλη ευκαιρία πολιτικής ανατροπής, καθώς υπήρχε το δέλεαρ FBI και επομένως διαγράφονταν λογική η κατηγορία εναντίον της αντιπολίτευσης.

Ads

Πλην όμως στην πολιτική και κυρίως στη δικαιοσύνη των δυτικών κρατών υπάρχουν κανόνες δικαίου. Υπάρχει η δικονομία. Ο τύπος εδώ είναι η ουσία. Κανένας δεν μπορεί να διωχθεί και πολύ περισσότερο να καταδικαστεί, χωρίς να έχει ακολουθηθεί η διαδικασία που προβλέπει ο νόμος. Εάν αυτό δεν συμβεί, τότε ο διώκτης θα κατηγορηθεί για εσκεμμένη κατηγορία, δηλαδή για πολιτική σκευωρία.

Αυτό στη συγκεκριμένη περίπτωση λέγεται μπούμεραγκ. Όταν στέλνεις δικογραφία στη Βουλή εναντίον του Σαμαρά και του Βενιζέλου, εναντίον του Στουρνάρα και του Αβραμόπουλου, βάζεις απέναντί σου το σύνολο της αντιπολίτευσης, εν σώματι τον αστικό πολιτικό κόσμο και ταυτόχρονα την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και την Κομισιόν. Για να το κάνεις αυτό το πράγμα θα έπρεπε είτε να είχες ατράνταχτα στοιχεία και να είχες ακολουθήσει πιστά τους δικονομικούς κανόνες, είτε να έχεις έκτακτες επαναστατικές εξουσίες.

Η κυβέρνηση τίποτα από τα δύο δεν διαθέτει. Και  μια τόσο πρόχειρα σχεδιασμένη κατηγορία οδηγεί φυσικά στην συσπείρωση όλης της αντιπολίτευσης και στρέφει το σύνολο του πολιτικού κόσμου εναντίον της, σε ένα συμπαγές αντικυβερνητικό μέτωπο. Όταν ένας πρωθυπουργός φτάσει στο σημείο αυτό αντιμετωπίζεται πλέον από όλους τους παράγοντες, εντός και εκτός της χώρας, ως εμπόδιο.

Με τα δεδομένα αυτά το σκοπιανό είναι πλέον απίθανο να λυθεί, η χώρα δεν έχει πολιτική ευστάθεια για να αντιμετωπίσει τους οικονομικούς κλυδωνισμούς διεθνώς, που δυσκολεύουν την έξοδο στις αγορές και επιπλέον ο Τσίπρας μοιάζει απομονωμένος πολιτικά στο εσωτερικό.

Και πλέον όλων των άλλων δημιουργούνται και  ρεβανσιστικές τάσεις, οι οποίες δεν θα βραδύνουν καθόλου να εκδηλωθούν, μετά την ήττα του Συριζα στις επερχόμενες εκλογές.

Όλα λοιπόν φαίνεται πως γίνονται λάθος. Η εμμονή της ηγεσίας του Συριζα με την εξουσία, την οδήγησε σε πολιτικό αδιέξοδο. Έτσι όπως έχουν έρθει τα πράγματα, το μόνο που μένει να γίνει είναι είτε μια στροφή 180 μοιρών προς την συναίνεση, είτε η μετωπική σύγκρουση των άμεσων εκλογών, σύγκρουση όμως η οποία ενέχει μεγάλο πολιτικό ρίσκο, καθώς η αντιπολίτευση, που σήμερα κατηγορείται,  έχει ήδη ανακοινώσει το δικό της κατηγορητήριό  για την επομένη των εκλογών, το οποίο είναι ιδιαίτερα βαρύ και δυσοίωνο.