Η έκθεση του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ (World Economic Forum – WEF) για τη διεθνή ανταγωνιστικότητα (Global Competitiveness Report – GCI) έχει τεράστια επιρροή στις επενδύσεις και στις διαρθρωτικές πολιτικές παγκοσμίως. Κρίσιμη η κάθε γραμμή της για την Ελλάδα, όπου την τελευταία οκταετία οι λέξεις «μεταρρύθμιση» και «προσδοκία επενδύσεων» έχουν τεράστια συναισθηματική φόρτιση σε κάθε τομέα.

Ads

Σύμφωνα λοιπόν με την έκθεση αυτή για το 2016-2017 (Σελίδα 191), η ποιότητα της Ελληνικής Ανώτατης Εκπαίδευσης είναι χειρότερη από των περισσότερων Αφρικανικών χωρών, αφού αξιολογείται στην θέση 108 παγκοσμίως [1].  Για παράδειγμα, χειρότερα απ’ ότι:  Albania = 34, Bangladesh = 84, Cameroon = 79, Ethiopia = 83, Gambia = 40, Ghana = 60, Kenya = 35, Nepal = 77, Rwada = 46, Senegal = 82, Sri Lanka = 41, Uganda = 90, Zambia = 53, Zimbabwe = 51. 

Αν συμφωνούμε ότι αυτά είναι «παράλογα», τότε κάποιοι ΔΕΝ κάνουν καλά τη δουλειά τους για την ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ των Ελληνικών ΑΕΙ, ενώ κάποιοι κάνουν ΚΑΛΑ τη δουλειά τους για τη ΔΥΣΦΗΜΙΣΗ των Ελληνικών ΑΕΙ. Γιατί;

Όπως σε κάθε ετήσια έρευνα για το GCI, για το 2016-2017 η αξιολόγηση της ποιότητας της Ελληνικής Ανώτατης εκπαίδευσης για το WEF στηρίχθηκε σε απαντήσεις σε ερωτηματολόγιο 81 Ελλήνων Business Executives που επιλέχθηκαν τυχαία την περίοδο 2015-20161.  Η υποκειμενική άποψή τους είναι ΕΥΘΕΩΣ ΑΝΤΙΣΤΡΟΦΗ της εικόνας που προκύπτει από τη μοναδική αντικειμενική λίστα κατάταξης, η οποία αφορά στον αριθμό επιστημονικών εργασιών και στις αναφορές σ’ αυτές. Σύμφωνα με την βάση δεδομένων SCHIMAGO/SCOPUS που δημιουργήθηκε από τον μεγαλύτερο Εκδοτικό Οίκο παγκοσμίως (Elsevier), το 2014 η διεθνής θέση της Ελλάδος βρισκόταν στη θέση 34 με βάση τον συνολικό αριθμό δημοσιευμένων άρθρων (18694), στη θέση 32 σύμφωνα με τον συνολικό αριθμό αναφορών στα άρθρα (47142), στη θέση 30 σύμφωνα με τον δείκτη H-index (354) [2] και στη θέση 35 σύμφωνα με αναλογία άρθρων ανά 1 εκ. κατοίκους.

Ads

Από τα στοιχεία προκύπτει ότι η θέση και ο αριθμός δημοσιευμένων άρθρων (σε παρένθεση) των προαναφερόμενων χωρών που επιλέχθηκαν ως παράδειγμα είναι: Albania = 103 (521), Bangladesh = 59 (3727), Cameroon = 86 (1148), Ethiopia = 74 (1733), Gambia = 136 (158), Ghana = 78 (1425), Kenya = 35 (2287), Nepal = 91 (923), Rwada = 126 (260), Senegal = 98 (646), Sri Lanka = 85 (1206), Uganda = 84 (1227), Zambia = 114 (424), Zimbabwe = 99 (622).  

Αθροιστικά, οι 14 αυτές χώρες έχουν μικρότερο αριθμό επιστημονικών άρθρων (16307) απ’ ότι η Ελλάδα μόνη της (18694), κι ας έχουν 44 φορές μεγαλύτερο πληθυσμό (484 εκ.) και 30 φορές περισσότερα ΑΕΙ-ΤΕΙ (1001) [3] σε σχέση με τον πληθυσμό της Ελλάδας (11 εκ.) και τον αριθμό των Ελληνικών ΑΕΙ/TEI (33).

Μήπως είναι παραμύθια Ελλήνων καθηγητών ΑΕΙ; Όμως και οι αλλοδαποί ερευνητές Pastor, Serrano & Zaera το 20154 (Σελίδα 1869) στο έγκυρο περιοδικό Scientometrics, συμπεραίνουν ότι οι Έλληνες καθηγητές ΑΕΙ δημοσιεύουν πολύ περισσότερο αναλογικά με τη χρηματοδότηση που παίρνουν σε σχέση με ΟΛΟΥΣ τους άλλους Ευρωπαίους καθηγητές ΑΕΙ. Για την ακρίβεια η αναλογία επιστημονικών  εργασιών/χρηματοδότηση στην Ελλάδα είναι υπερδιπλάσια σε σχέση με το μέσο όρο των άλλων Ευρωπαϊκών χωρών. Περίεργα πράγματα θα πείτε. Μα ποια ήταν η συνολική χρηματοδότηση της χώρας για έρευνα κι ανάπτυξη όταν λεφτά υπήρχαν, το σωτήριον έτος 2007;  Σύμφωνα με την αντιπαθητική Eurostat5, 0.57% του GPD στην Ελλάδα, δηλ., το ένα τρίτο του 1.85% που ήταν ο αντίστοιχος μέσος όρος για την Ευρώπη των 27, ή περίπου το ένα πέμπτο του 2.54% του GDP της Γερμανίας, ενώ 2.90% του GPD ήταν για την Τσεχία, 3.47% του GPD για Φιλανδία (είναι τρελοί οι Φιλανδοί!), κλπ. Με το ένα έκτο των επενδύσεων για έρευνα και ανάπτυξη της Φιλανδίας δεν είναι τόσο άσχημα να έχεις ίδιο αριθμό δημοσιεύσεων με τους Φιλανδούς, έστω κι αν έχεις τον διπλάσιο πληθυσμό της Φιλανδίας (πάντως όχι εξαπλάσιο!)

Θα πείτε άλλο η έρευνα και άλλο η εκπαίδευση. Όμως τόση απόκλιση βρε αδερφέ;  Θα πείτε οι Έλληνες Business Executives κρίνουν τα αποτελέσματα της εκπαίδευσης στην πράξη, με βάση την αποτελεσματικότητα των υπαλλήλων τους στις επιχειρήσεις τους. Όμως τι πιστεύουν για την ποιότητα της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης στην Ελλάδα; Σύμφωνα με την κρίση τους λοιπόν, η Ελλάδα είναι στη θέση 82. Και στα δημοτικά λοιπόν η Ελλάδα είναι χειρότερα από πολλές Αφρικανικές και άλλες αναπτυσσόμενες χώρες: Albania = 22, Cameroon = 61, Gambia = 62, Kenya = 76, Rwada = 52, Sri Lanka = 33, Zimbabwe = 50. Μα πώς μπορεί η ποιότητα στα δημοτικά σχολεία της Rwanda, που ακόμη θρηνεί εκατομμύρια νεκρούς και πρόσφυγες, να είναι καλύτερη των Ελληνικών, και μάλιστα όταν σχεδόν το 30% των κατοίκων της Rwanda αδυνατεί ακόμη να διαβάσει και να γράψει6; Πόσα δημόσια δημοτικά σχολεία στην Ελλάδα, στο Cameroon ή στη Rwada έχει επισκεφθεί ο κάθε Έλληνας Business Executive για να κατατάξει τη θέση της χώρας σ’ αυτό τον τομέα; Με τι πληροφορία και κριτήρια αξιολογεί την πρωτοβάθμια εκπαίδευση;

Ένας νόμος στην ψυχολογία λέει ότι πολύ ευκολότερα αποδίδουμε λάθη και ευθύνες στους άλλους απ’ ότι στον εαυτό μας. Καλό είναι να τον έχουν υπόψη τους οι Έλληνες Business Executives. Αντί να αποδίδουν όλα τα κακά του προσωπικού τους στα σχολεία και στα ΑΕΙ ας προβληματιστούν για το ότι στη διάρκεια της  ανάπτυξης 2002-2007 ο ετήσιος ρυθμός αύξησης των εξόδων για «έρευνα και ανάπτυξη» από τον Ελληνικό επιχειρηματικό τομέα είχε αρνητικό πρόσημο, η μία από τις δύο μόνο Ευρωπαϊκές περιπτώσεις με αρνητικό πρόσημο γι’ αυτή την περίοδο6. Αυτά σύμφωνα με την καταραμένη Eurostat. Η οποία αποκαλύπτει ότι το ποσοστό εξόδων των Ελληνικών επιχειρήσεων για Έρευνα και Ανάπτυξη έφτασε στο τρομερό ποσοστό του 0.15% του GPD το σωτήριον έτος 2007, στον πάτο όλων των Ευρωπαϊκών χωρών μαζί με Βουλγαρία, Ρουμανία και Κύπρο. Ως μέτρο σύγκρισης, τα έξοδα για έρευνα και ανάπτυξη του επιχειρηματικού τομέα ως ποσοστό του GPD, ήταν περίπου 1.0% στην Ευρώπη των 27 (1.7% Γερμανία, 2.3% στη Φιλανδία, κλπ.).

Αυτά τότε, που λεφτά υπήρχαν. Για το παρών και το μέλλον, αξία έχει να κατανοήσουν οι Έλληνες Business Executives ότι οι επενδύσεις επιχειρήσεων σε έρευνα κι ανάπτυξη έχουν καίρια επίδραση στην υψηλής ποιότητας κατάρτιση του προσωπικού τους καθώς και στην αύξηση της παρακίνησης των εργαζομένων τους.  Συχνά αυτά τα οφέλη για μια επιχείρηση είναι σημαντικότερα και με μεγαλύτερη διάρκεια απ’ ότι ένα καινούργιο προϊόν ή μια καινούργια υπηρεσία που άμεσα θα παραχθεί. Γι’ αυτό έχει σημασία μέρος της έρευνας και διάχυσης της παραγόμενης γνώσης να γίνεται εντός της επιχείρησης. Με πρωτοβουλία και πάθος από τον επιχειρηματία.

Επιστρέφοντας στην «παράλογη» θέση στην οποία διεθνώς κατατάσσεται η Ελλάδα ως προς την ποιότητα της εκπαίδευσης, αυτό που θα έπρεπε να προβληματίζει περισσότερο πρυτάνεις, υπουργούς, ΠΟΣΔΕΠ, ΣΕΒ και κάθε λογής ειδικούς σε θέματα εκπαίδευσης και ανταγωνιστικότητας είναι το γεγονός ότι σε χειρότερη θέση από τις χώρες της Αφρικής και του αναπτυσσόμενου κόσμου εμφανιζόμαστε εδώ και 20 χρόνια που δημοσιεύεται η έκθεση του WEF. Π.χ., το 2008-2009  η Ελλάδα ήταν στη θέση 82 ως προς την ποιότητα ανώτατης εκπαίδευσης, χειρότερη από την Αλβανία (80) και τη Νιγηρία (60). Και όλα αυτά τα χρόνια κανείς δεν παρατήρησε ότι ή κορόιδα ήταν οι Αλβανοί και οι γονείς του Αντετοκούνμπο που ξενιτεύτηκαν στην Ελλάδα, ή αδιαφορούσαν για τις σπουδές των παιδιών τους όταν αποφάσιζαν να ξενιτευτούν. 

Επειδή έχω άλλη άποψη επαναλαμβάνω: Κάποιοι κάνουν ΚΑΛΑ τη δουλειά τους για τη ΔΥΣΦΗΜΙΣΗ των Ελληνικών ΑΕΙ (με μεγαλύτερη ένταση στο τέλος κάθε καλοκαιριού που ξεκινούν οι εγγραφές στα κολλέγια).  Και πες-πες κάτι θα μείνει.  Στοιχεία σαν αυτά που παρατίθενται εδώ δεν χρειάζονται για δυσφήμιση. Αρκεί μια μόνιμη στήλη που κάνει τον αρθρογράφο διάσημο, ειδικό επί παντός επιστητού και «έγκυρο» αναλυτή, ώστε να αρκεί ο λόγος του χωρίς στοιχεία και επιστημονικές  αποδείξεις. Και μόλις ο ειδικός μυριστεί μια κατάληψη, μια ανοησία σε μια σχολή από μια νεανική παρέα που αυτο-αποκαλείται αναρχική, ορίστε η αρθράρα σε εθνικό επίπεδο που καλεί στις επάλξεις για να σωθούν τα ΑΕΙ.

Όμως και κάποιοι ΔΕΝ κάνουν καλά τη δουλειά τους για την ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ των Ελληνικών ΑΕΙ και της δημόσιας εκπαίδευσης.  Πρωτίστως αυτοί που ψηφίζονται για να προάγουν το έργο των Ελληνικών ΑΕΙ. Να δεχθώ ότι δεν το κάνουν σκόπιμα, απλά δεν είναι σε όλα ιδιαίτερα αποτελεσματικοί. Όμως γιατί αναλαμβάνουν ρόλους ηγέτη; Kι εμείς, οι ψηφοφόροι, ο λαός, με τι κριτήρια επιλέγουμε ηγέτες να προωθήσουν τη δημόσια παιδεία, το δημόσιο συμφέρον;  Και τέλος, τόσοι Έλληνες Υπουργοί Παιδείας, μα κανείς τους δεν διαμαρτυρήθηκε στο WEF «Μα χειρότερα και από τη Rwanda;»;

* Ο Αθανάσιος Παπαϊωάννου είναι καθηγητής στο πανεπιστήμιο Θεσσαλίας

Αναφορές
1. World Economic Forum (2016). The Global Competitiveness Report 2016–2017  
2.  Ο δείκτης h εκφράζει τον αριθμό άρθρων (h) του περιοδικού που έχουν λάβει τουλάχιστον h αναφορές. Μετράει τόσο την επιστημονική παραγωγικότητα του επιστημονικού περιοδικού όσο και τον επιστημονικό αντίκτυπο και ισχύει επίσης για επιστήμονες, χώρες κ.λπ.
3. Wikipedia: Lists of universities and colleges by country.  (downloaded 25/4/2017) 
4. Pastor, J. M., Serrano, L., & Zaera, I. (2015). The research output of European higher education institutions. Scientometrics, 102(3), 1867-1893
5. Eurostat (2010). Science, technology and innovation in Europe.
6. Wikipedia: Rwanda. (downloaded 25/4/2017)