Κάποιοι πιστεύουν ότι τα κόμματα του 20ου αιώνα, ζουν και θα βασιλεύουν για πολύ ακόμα. Ψηφίζονται με ισχυρά ποσοστά, διαθέτουν κομματικές βάσεις και προσβάσεις στην κοινωνία…

Ads

Κάποιοι άλλοι, πιστεύουν ότι όλα αυτά είναι μια εικονική πραγματικότητα.

Στην “πραγματική πραγματικότητα” τα κόμματα αυτά είναι ήδη κλινικά νεκρά. Απλά, οι κομματικές ηγεσίες – όπως και οι απατημένοι σύζυγοι – είναι οι τελευταίοι που θα το μάθουν!

Εικονική “δημοκρατία” και πραγματικότητα

Ads

Το βέβαιο είναι ότι τα κόμματα όπως τα ξέρουμε, βυθίζονται όλο και περισσότερο στα αδιέξοδα και  την παρακμή, αντανακλώντας ως ένα βαθμό την κρίση δημοκρατίας  των κοινωνιών τους, την οποία και ανατροφοδοτούν.

Κι αυτό, ανεξάρτητα από τα εκλογικά τους  ποσοστά και των αριθμό των εγγεγραμμένων μελών τους. 

Ίσως η πιο απλή απόδειξη της ανυποληψίας τους, είναι το γεγονός ότι, χρόνια τώρα, η εμπιστοσύνη των πολιτών προς τα κόμματα κινείται από  4- 17% σε όλες τις μετρήσεις (με σχετικά υψηλότερα ποσοστά στην Β. Ευρώπη) .

Όλο και περισσότεροι πολίτες – ψηφοφόροι, ανακαλύπτουν ότι δεν χωρούν σε μια εικονική “δημοκρατία” όπου η ζωή τους δεν τους ανήκει. Όλο και περισσότερα μέλη των κομμάτων, ασφυκτιούν στο περιθώριο της κομματικής εικονικής “δημοκρατίας” τους.  

Και στην κοινωνία και στα κόμματα, οι “συμμετέχοντες”  δεν αποφασίζουν επί της ουσίας για τίποτα.

Η κρίση της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας και η κρίση της αντιπροσωπευτικής λειτουργίας των κομμάτων είναι δυο φαινόμενα, όπου το ένα τροφοδοτεί το άλλο. Το πρόβλημα, για διαφορετικούς λόγους και από διαφορετικές αφετηρίες αγκαλιάζει όλα τα κόμματα και την αριστερά.

Πολιτικά κόμματα: Η ολοκλήρωση ενός κύκλου

Παρά το νεαρό της ηλικίας τους – μόλις 200 χρόνια ζωής και 70 περίπου συνταγματικής υπόστασης – τα πολιτικά κόμματα  μοιάζει να έχουν ολοκληρώσει έναν πλήρη κύκλο (γέννηση, ακμή, παρακμή και μετάλλαξη).

Από τον ιδρυτικό, δημοκρατικό τους ρόλο ως θεσμός πολιτικής εκπροσώπησης της κοινωνίας και των αιτημάτων της, μέχρι την αυτονόμηση τους και το ρόλο του μεσάζοντα ανάμεσα στην κοινωνία και το κράτος.

Από  τη συνεχή επαφή με την κοινωνία και τις ανάγκες της, μέχρι το ρόλο του διαρκούς εκκρεμούς ανάμεσα στην αγνόηση από τη μια της τρέχουσας ζωής στο όνομα της όποιας “καθαρότητας”, και την άκριτη υπόκλιση, από την άλλη, στις επιθυμίες των πολιτών, με επιδίωξη την αναπαραγωγή και διαιώνισή τους.
 
Από τη δημοκρατική αρχή του διαφωτισμού, για άσκηση ελέγχου της κοινωνίας σε κάθε πολιτική ή κομματική εξουσία, για συμμετοχή και συναπόφαση σε όσα την αφορούν, μέχρι την πλήρη αντικατάσταση της αρχής “με την κοινωνία” από την αρχή “για την κοινωνία”.

Στην Ελλάδα, παρά τις όποιες εγχώριες ιδιαιτερότητες, τα πολιτικά κόμματα ακολουθούν και τελικά συγκλίνουν στην ίδια πορεία,  αν και σε συνθήκες ρηχής και περιορισμένης σε “διαλλείματα” δημοκρατίας (αριστερά στην παρανομία, δικτατορία κλπ).

Από τη μορφή της φατρίας και των στελεχών – κομματαρχών, περνάμε στα “ξενικά” κόμματα κι ύστερα στα κόμματα μαζών μέχρι το πέρασμα στην Γ’ Ελληνική Δημοκρατία (1974) και στα μαζικά πολυσυλλεκτικά  κόμματα (με πρωτοπόρο εκφραστή τους το ΠΑΣΟΚ) μέχρι σήμερα στα κόμματα της τηλεόρασης και της επαγγελματικής διαχείρισης  του εκλογικού ανταγωνισμού.

Το “Κομματικό Φαινόμενο” σήμερα

Σήμερα, καθώς η συρρίκνωση της Δημοκρατίας και της Πολιτικής αποτελεί κεντρική επιδίωξη των κέντρων οικονομικής και μιντιακής ισχύος, την ίδια στιγμή, κάθε απόπειρα αλλαγής του πολιτικού και αναπτυξιακού μοντέλου και βαθέματος της δημοκρατίας, σκοντάφτει στην πράξη – εκτός των άλλων- και σε έναν ακόμη ισχυρό αντίπαλο:

Το παγιωμένο, ξεπερασμένο και απαξιωμένο μοντέλο, τρόπου ύπαρξης και λειτουργίας  των πολιτικών κομμάτων! Ένα μοντέλο με αρνητικές επιπτώσεις στην κοινωνία, στο συνδικαλιστικό κίνημα, τους φοιτητικούς συλλόγους, τελικά στην ίδια την πολιτική.

Αναζητώντας διαγνώσεις και αιτίες σε βάθος,  αυτής της κατάστασης, αρκετοί αναφέρονται στις εκρηκτικές αλλαγές στον τρόπο που οι άνθρωποι επικοινωνούν, την εντεινόμενη εξάρτηση των κομμάτων από το κρατικό χρήμα, την πολιτική και πολιτιστική καθυστέρηση, τον ιδιότυπο “αυτισμό” των κομμάτων, τον γραφειοκρατικό συγκεντρωτισμό, την παγκοσμιοποίηση κλπ

Το άρθρο αυτό, δεν φιλοδοξεί να εμβαθύνει στις αιτίες.

Αρκείται στο να εντοπίσει και να φωτίσει πλευρές των συμπτωμάτων από τη σκοπιά των πολιτών. Άλλωστε, οι κοινωνίες δεν βιώνουν τις αιτίες των πραγμάτων αλλά τις συνέπειες τους.

Μια αξονική τομογραφία στο κομματικό σώμα, ίσως μας πάει πιο βαθειά και πιο ουσιαστικά σε 2 βασικές ασθένειες του κομματικού φαινομένου:

1. Η καταστρατήγηση της αρχής της πλειοψηφίας

Δεῖ κύριον εἶναι μᾶλλον τὸ πλῆθος ἢ τοὺς ἀρίστους μὲν ὀλίγους δέ (Αριστοτέλης)
 
Στη δημοκρατία δεν κυβερνούν αυτοί που σώνει και καλά έχουν δίκιο – αυτό άλλωστε μένει να κριθεί μέσα στο χρόνο. Στη δημοκρατία, κυβερνούν οι πλειοψηφίες. Αυτή ήταν, από την αρχαιότητα, η διαφορά της δημοκρατίας από την ολιγαρχία και τους αριστοκράτες, αυτούς δηλαδή που πίστευαν ότι μόνο εκείνοι ξέρουν το σωστό και την αλήθεια, άρα μόνο αυτοί οι λίγοι και εκλεκτοί, πρέπει να κυβερνούν.
 
Στους καιρούς μας, αν και τα κόμματα δηλώνουν πίστη στην αρχή της πλειοψηφίας, έχουν “εξελιχθεί” στους πρώτους που την παραβιάζουν.

Κάτι τέτοιο, ίσως ήταν προβλέψιμο για τα κόμματα που τάσσονται υπέρ της διατήρησης της υπάρχουσας τάξης πραγμάτων (αστικά). Η “αφοσίωση”  στην αποστολή τους να κυβερνούν, η εξάρτηση τους από “απαιτητικά” συμφέροντα  και οι προσωπικές καριέρες, δεν αφήνουν πολλά περιθώρια  για δημοκρατικές “πολυτέλειες”.
Όμως, την “έκπληξη” κάνει η αριστερά.

Στην κομματική  αριστερά αποτελεί παράδοση να ορκίζονται στην αρχή της πλειοψηφίας και να εφαρμόζουν στο κόμμα και στο μαζικό χώρο, την αρχή της ολιγαρχίας (των επαϊόντων και αρίστων!)

Κλασικός εκφραστής, η λεγόμενη  ιστορική αριστερά (ΚΚΕ). Η “θρησκευτική αφοσίωση” στο κόμμα – μεσσίας, ευνοεί την ύπαρξη του ιερατείου, της ομάδας των ολίγων, που ξέρει, αποφασίζει και δίνει “γραμμή”  για το ποιοί και με ποιές απόψεις  θα επικρατήσουν – με κατευθυνόμενη σταυροδοσία –  ακόμη και στην πιο μικρή τοπική οργάνωση και σύλλογο γειτονιάς.
Το τελικό “ξέπλυμα” γίνεται σε κάποιο “ιστορικό”  συνέδριο με δόξα και τιμή.

Στον ΣΥΡΙΖΑ τα πράγματα γίνονται πιο περίπλοκα, γιατί οι “μοναδικοί” κάτοχοι  της “αλήθειας” είναι περισσότεροι του ενός και οι ευκαιρίες για προσωπικές καριέρες μεγαλύτερες. Το αποτέλεσμα όμως παραμένει το ίδιο.

Οι συγκρούσεις των ομάδων/”τάσεων”/μηχανισμών, αυτών δηλαδή που είναι “γνώστες και ειδικοί” και “δικαιούνται δια να κυβερνούν” διαμορφώνουν έγκαιρα τους συσχετισμούς, που συνήθως κορυφώνονται σε ένα συνέδριο “νομιμοποίησης” τεχνητών πλειοψηφιών.

Επικρατεί έτσι, η αντίληψη “αν δεν μπορώ να κατακτήσω την πλειοψηφία – πολιτικά και με πειθώ- κατασκευάζω μια δική μου πλειοψηφία”  αποφεύγοντας  το ρίσκο της πραγματικής δημοκρατίας.

Ίσως, γι’ αυτό στα συνέδρια, δεν  αναρτώνται  ούτε τα “βιογραφικά” των υποψηφίων ούτε οι φωτογραφίες τους. Γιατί, οι περισσότεροι εκλέκτορες ξέρουν από πριν, ποιούς θα σταυρώσουν ανάλογα τον μηχανισμό που υπηρετούν.

Το γεγονός ότι η δημοκρατία δεν είναι προϊόν “θερμοκηπίου” αλλά δρώσα ιστορία, δικαιολογεί ίσως σε ακραίες, οριακές στροφές της ιστορίας, εξαιρέσεις και παρεκτροπές της αρχής της πλειοψηφίας. Όμως αυτό δεν συνιστά άλλοθι.

Και πάντως, η αρχή της πλειοψηφίας είναι ο ασφαλέστερος τρόπος διατήρησης της συνοχής μιας ομάδας, καθώς οι αποφάσεις της νομιμοποιούνται αυτόματα.
….

Οι συνέπειες της καταστρατήγησης της αρχής της πλειοψηφίας είναι ένα καταστροφικό ντόμινο, για το πολιτικό σύστημα, τις εκάστοτε κυβερνήσεις αλλά και για τη χώρα, τα πολιτικά κόμματα, τα μέλη τους  και τους πολίτες:

– ακυρώνεται μια θεμελιώδης αρχή στην λειτουργία της Δημοκρατίας
– καθιερώνεται  η “αρχή” της άνισης ψήφου  όπου αυτοί που ελέγχουν τα “κουκιά” εκτοπίζουν όσους ξεκινούν με προίκα μόνο την ψήφο τους.
– καταργείται στην πράξη η αξιοκρατία, αφού πρωτεύον κριτήριο ανάδειξης είναι “να είναι δικοί μας για να μη βγουν οι άλλοι” και καλλιεργείται η εξοικείωση και ο εθισμός στον κυνισμό “ο σκοπός αγιάζει τα μέσα”.
– εμποδίζεται η πολιτική “άσκηση” και η σε βάθος πολιτικοποίηση του κομματικού σώματος, αφού οι συγκρούσεις από πολιτικές γίνονται, πλέον, κυρίως οργανωτικές  (πόλεμος των κουκιών)
– απαξιώνεται  η δημοκρατική αρχή της τήρησης συμφωνημένων κανόνων (καταστατικά κά) που πλέον ισχύουν κατά το δοκούν.
– εκλέγονται κατά τεκμήριο, μέτριοι και ανεπαρκείς αλλά σίγουροι “δικοί μας”, οι οποίοι με τη σειρά τους προωθούν μετριότερους για να αναπαράγουν με ασφάλεια το μητρικό μοντέλο.
– διαμορφώνεται ένα κλίμα υποκρισίας και συνενοχής όπου οι συμμετέχοντες στο “παιχνίδι” ένθεν κακείθεν, σφυρίζουν αδιάφορα, παριστάνοντας τους ανήξερους για την “παρανομία”.

Ειδικά για την Αριστερά – σε τέτοιες συνθήκες –  ακούγεται τουλάχιστον σαν ειρωνεία, κάποιοι να μιλούν για έναν “παιδαγωγικό ρόλο του κόμματος που μεταλαμπαδεύει αξίες στην κοινωνία”.

2. Η αυτονόμηση των ηγετικών ομάδων

Η καταστρατήγηση της αρχής της πλειοψηφίας, έχει ως επακόλουθο τη μη ομαλή και – επί της ουσίας- μη δημοκρατική λειτουργία των κομμάτων και την υποβάθμιση του ρόλου  των μελών.

Την κατάσταση αυτή επιτείνουν και οι αλλαγές στη σύγχρονη κομματική λειτουργία, όπου αυξάνεται ο ρόλος των “ειδικών” και “τεχνικών” καθώς πλέον :

– οι πολιτικές αποφάσεις απαιτούν, σοβαρή επιστημονική τεκμηρίωση και
– η επικοινωνία, την εμπλοκή των τεχνολογιών των MME και των τεχνικών του πολιτικού μάρκετινγκ στον επηρεασμό / διαμόρφωση της κοινής γνώμης.

Συνολικά, η “ολιγαρχική αντίληψη” σε συνδυασμό με την υπερ – αναβάθμιση των “ειδικών” σε παραγωγούς πολιτικής, γεννά ένα “υδροκέφαλο” σχήμα  όπου η επαφή με την κοινωνία αποδυναμώνεται και, σταδιακά, οι διάφορες ηγετικές ομάδες αυτονομούνται.

Έτσι,  αναπαράγεται  ένας ανάπηρος, γραφειοκρατικός οργανισμός με ατροφικά μέλη και πολιτικούς “θρόμβους” που μπλοκάρουν την κυκλοφορία των ζωτικών σχέσεων με την κοινωνία και τα κινήματά της.

Ποτίζοντας ένα τέτοιο έδαφος αρχών και λειτουργίας, αρχίζουν και ανθίζουν τα παράσιτα, οι καριέρες, και οι κυνηγοί της ευκαιρίας.

Το συγκεντρωτικό και αυταρχικό αυτό μοντέλο, επηρεάζει και αντανακλάται και στο πολιτικό σύστημα. Με αντίστοιχο τρόπο, διαμορφώνεται το φαινόμενο του “αυταρχικού κρατισμού” (Πουλαντζάς) όπου  τα κόμματα εξουσίας και οι μηχανισμοί τους, οργανώνουν και επιδιώκουν τον έλεγχο και την υποταγή της εκτελεστικής εξουσίας (διοίκησης) στις κομματικές επιταγές.

Έτσι, αυτονομούνται οι κυβερνητικές ελίτ και η κρατική γραφειοκρατία, υποβαθμίζοντας το ρόλο του κοινοβουλίου και την ισχύ των βουλευτών.

Η αριστερά και το καλούπι που πρέπει να σπάσει

” Να είσαι ριζοσπάστης σημαίνει να πιάνεις τα πράγματα από τη ρίζα.
Η ρίζα για τον άνθρωπο, όμως, είναι ο ίδιος ο άνθρωπος” (K Marx)
 
Είναι εντυπωσιακό, για την αριστερά, ότι ενώ μιλάει με άνεση για την εξάντληση του μοντέλου παραγωγής,  διανομής και ανάπτυξης, δεν τολμά να αγγίξει καν το θέμα της εξάντλησης του μοντέλου οργάνωσης και λειτουργίας των κομμάτων του 20ου αιώνα.  

Εδώ ο ριζοσπαστισμός ξεφουσκώνει. Αρνείται να “σπάσει το καλούπι”  και απλά θέτει λογικές βελτιώσεων του υπάρχοντος (περισσότερη δημοκρατία, εξωστρέφεια, πιο συλλογικές αποφάσεις κα)

Λογικές, παρόμοιες με αυτές της εποχής της κατάρρευσης του “υπαρκτού” όπου για ορισμένους δεν έφταιγε το μοντέλο αλλά η κακή εφαρμογή του!

Κι όμως,  η πραγματικότητα πιέζει ασφυκτικά προς μια νέα κατεύθυνση ανάκτησης της εμπιστοσύνης της κοινωνίας προς τα κόμματα.  

Χωρίς την εμπιστοσύνη, κανένα πρόγραμμα, καμία πρόταση εξόδου από την κρίση – όσο τεκμηριωμένη κι αν είναι- δεν θα αγγίξει τους πολίτες.

Μήπως όμως, όλο αυτό είναι λιγάκι ουτοπικό ρωτούν κάποιοι. Μήπως, αυτό που συμβαίνει είναι λιγάκι ελεεινό ρωτούν κάποιοι άλλοι. Το βέβαιο είναι, ότι η αυταπάτη του μοιραίου δρόμου των κομμάτων,  θα ανατραπεί από την ίδια τη δυναμική των πραγμάτων. Σε ποια κατεύθυνση όμως, πότε κι από ποιον;

Η ιδέα – πρόταση, για ένα νέο μοντέλο δημοκρατικής εκπροσώπησης των πολιτών και λειτουργίας των πολιτικών κομμάτων* έχει πραγματική βάση, είναι οραματική και θα αποτελούσε ρήξη και υπέρβαση των κατεστημένων στερεότυπων και σχημάτων, αναγκάζοντας σοβαρό μέρος του πολιτικού συστήματος να “ακολουθήσει”.

Ένας νέος καταστατικός  χάρτης πολιτικής λειτουργίας των κομμάτων,  προϊόν σοβαρών , υλοποιήσιμων επεξεργασιών, θα μπορούσε να “εκφράσει” την κοινωνία και ιδιαίτερα τους νέους αλλά και μέρος του 40% που καταγράφεται ως ΑΠΟΧΗ από τις εθνικές εκλογές.

Ο πολιτικός 20ός αιώνας ήταν ο αιώνας των κομμάτων.  Η ιστορική εξέλιξη τους είναι ένα αφήγημα αδιάκοπων μεταβολών στην οργανωτική, την κοινωνική και ιδεολογική τους δομή και ταυτότητα. Η αριστερά μπορεί(;) να απαντήσει στις έρπουσες, φασίζουσες λογικές περί κατάργησης των κομμάτων, προωθώντας την απαίτηση για άλλα διαφορετικά δημοκρατικά κόμματα και μορφές οργάνωσης, ξεκινώντας από τον ίδιο τον εαυτό της.  Θα μπορούσε η ίδια να γίνει η αρχή των κομμάτων του 21ου αιώνα.

* Η περιγραφή των χαρακτηριστικών των μελλοντικών μορφών πολιτικής οργάνωσης  για την  εκπροσώπηση της κοινωνίας και των αιτημάτων της, δεν είναι το αντικείμενο του άρθρου. Βέβαια, με τα “δεν” δεν γράφεται ιστορία.

Όμως και χωρίς μαγιά δεν φουσκώνει το ζυμάρι.