Η εκλογή του κ. Κυριάκου Μητσοτάκη στην ηγεσία της ΝΔ ανέτρεψε όλα τα δεδομένα που φαίνονταν ότι είχαν διαμορφωθεί κατά την εκκίνηση της προεκλογικής περιόδου της εσωκομματικής μάχης, στο τέλος του περασμένου Σεπτεμβρίου 2015. 

Ads

Ο κ. Ε. Μεϊμαράκης, μεταβατικός τότε Πρόεδρος, είχε τη συμπάθεια και την αναγνώριση της συντριπτικής πλειοψηφίας της εκλογικής βάσης της ΝΔ, καθώς ανέλαβε την ηγεσία σε μια στιγμή που το κόμμα είχε καταρρεύσει δημοσκοπικά – μετά τις διαδοχικές ήττες στις εκλογές του Ιανουαρίου 2015 και στο δημοψήφισμα – φέρνοντας ένα εκλογικό αποτέλεσμα τουλάχιστον αξιοπρεπές (το οποίο μάλιστα θα έδειχνε ακόμη περισσότερο θετικό αν οι δημοσκοπήσεις δεν έδειχναν ντέρμπι μεταξύ ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ, που ποτέ δεν έγινε…). 

Ο κ. Α. Τζιτζικώστας, νέος  και άφθαρτος, με σχετικά πρόσφατη την εντυπωσιακή του εκλογή στην Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας, κόντρα μάλιστα στις επιλογές του τότε Πρωθυπουργού κ. Α. Σαμαρά, συγκέντρωνε σημαντικό μέρος του ρεύματος της ανανέωσης του κόμματος και της ανάδειξης ενός ηγέτη που θα μπορούσε να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τον κ. Α. Τσίπρα στις επόμενες εκλογικές μάχες, ενώ ο κ. Α. Γεωργιάδης  με την υποψηφιότητα της κυριολεκτικά τελευταίας στιγμής, έδειχνε να αποσπά το πιο δεξιό και λαϊκό τμήμα της παράταξης. 

Η θέση του κ. Κυρ. Μητσοτάκη λοιπόν, ήταν σχετικά δυσχερής: στο σχετικά «γερασμένο» εκλογικό σώμα της ΝΔ, το οποίο αγωνιούσε για την ενότητα και τη συνοχή της παράταξης την επόμενη μέρα,  ο κ. E. Μεϊμαράκης είχε σαφές προβάδισμα,  ο κ. A. Τζιτζικώστας είχε την ορμή του νέου και τη φρεσκάδα του άφθαρτου, ο κ. A. Γεωργιάδης μπαρουτοκαπνισμένος από τις τηλεοπτικές μάχες με την Αριστερά και τους εκπροσώπους της, είχε φανατικό κοινό στα δεξιά του κόμματος και στη λαϊκή του βάση. Την ίδια στιγμή, ο Κυριάκος είχε αρκετά μειονεκτήματα. Κατ’ αρχήν κουβαλούσε ένα βαρύ, αλλά και φορτισμένο επώνυμο, με φίλους αλλά και ορκισμένους εχθρούς, ενώ είχε διατελέσει «μνημονιακός» Υπουργός με μέτρα που τον ταύτισαν με σκληρές αποφάσεις απολύσεων στο Δημόσιο Τομέα

Ads

Στην προεκλογική περίοδο όμως, κατάφερε να ανατρέψει  όλα τα αρχικά δεδομένα και να βγει νικητής σε μια μάχη που δεν είχε τον πρώτο λόγο όταν ξεκίνησε. Εμφανίστηκε με χαμηλούς, αλλά στιβαρούς τόνους, ήταν ο μόνος που διατύπωσε – κατά κοινή ομολογία –  σαφείς πολιτικές θέσεις και εμφάνισε ξεκάθαρη πολιτική ατζέντα και, εκμεταλλευόμενος την αναβολή του Α’ Γύρου των εκλογών που έφερε περαιτέρω  αγανάκτηση, προβληματισμό αλλά και ανασφάλεια στη βάση του κόμματος, αναδείχθηκε σταδιακά στον πόλο εκείνο που θα μπορούσε να εκφράσει την ανανέωση («κλέβοντας» αυτό το ρόλο από τον κ. Α. Τζιτζικώστα που μάλλον ατύχησε στην προεκλογική του καμπάνια), αλλά ταυτόχρονα μπορούσε να δώσει προοπτική νίκης στο κόμμα απέναντι στον μεγάλο αντίπαλο, το ΣΥΡΙΖΑ και τον κ. Α. Τσίπρα. 

Η αναβολή του Α’ Γύρου των εκλογών φάνηκε ότι σαφώς έπληξε τον κ. Ε. Μεϊμαράκη, που χρεώθηκε από μια μερίδα της βάσης τη «μερική» ευθύνη για το φιάσκο, ενώ η τακτική του κ. K. Μητσοτάκη να μείνει μακριά από τις αψιμαχίες και τις προσωπικές επιθέσεις για τις ευθύνες μεταξύ των κ.κ. E. Μεϊμαράκη και A. Τζιτζικώστα, κάτι που ενίσχυσε το ηγετικό και ενωτικό του προφίλ. Το αποτέλεσμα ήταν η είσοδός του στο Β’ Γύρο με σαφή διαφορά από τον κ. A. Τζιτζικώστα,  ανατρέποντας τις αρχικές εκτιμήσεις, κυρίως κατά το τελευταίο δεκαήμερο πριν τις κάλπες του Α’ Γύρου.

Η είσοδος στο Β’ Γύρο και η διαχειρίσιμη διαφορά από τον κ. E. Μεϊμαράκη (στο επίπεδο του 10%), αλλά και η σχετικά σαφής απόσταση του πρωτοπόρου κ. E. Μεϊμαράκη από τον πήχη του  50% + 1, σε συνδυασμό με την άμεση και ανοικτή υποστήριξη από τον κ. A. Γεωργιάδη (ο οποίος είχε λάβει το διόλου ευκαταφρόνητο 11%), δημιούργησαν συνθήκες κλεισίματος της ψαλίδας του Α’ Γύρου μεταξύ του κ. E. Μεϊμαράκη και του κ. K. Μητσοτάκη, σε ανταγωνιστικά επίπεδα. 

Εκ του αποτελέσματος δε φάνηκε, ότι αφενός οι ψηφοφόροι που στον Α’ Γύρο επέλεξαν τον κ. A. Τζιτζικώστα κατευθύνθηκαν στη μεγάλη τους πλειοψηφία στον κ. K. Μητσοτάκη και όχι στην αποχή, ενώ η μείωση του απόλυτου αριθμού των ψήφων του κ. E. Μεϊμαράκη μεταξύ Α’ και Β’ Γύρου, δείχνει ότι δεν εισέπραξε σχεδόν τίποτα από τους ψηφοφόρους των δύο υποψηφίων που έμειναν εκτός μάχης στον Α’ Γύρο από τη μία, και από την άλλη, έχασε και μερίδιο των ψήφων του Α’ Γύρου, είτε απευθείας στον κ. K. Μητσοτάκη που είχε πλέον αποκτήσει σημαντική δυναμική, είτε προς την αποχή, ενδεχομένως λόγω και του εφησυχασμού που είχε δημιουργηθεί σε κάποιους που θεωρούσαν την εκλογή E. Μεϊμαράκη – εύκολα ή δύσκολα – δεδομένη. 

Η δε στήριξη – όπως έντονα και δημοσίως εμφανίζονταν χωρίς καμία διάψευση –  του πρώην Πρωθυπουργού κ. K. Καραμανλή στον κ. E. Μεϊμαράκη, σε συνδυασμό με τη φημολογία για τις καλές σχέσεις και επαφές του πρώην Πρωθυπουργού με τον νυν, μάλλον ενίσχυσαν περαιτέρω τον κ. K. Μητσοτάκη, ως φορέα σκληρότερης αντιπολίτευσης στην Κυβέρνηση σε περίπτωση εκλογής του.

Η επόμενη μέρα στο πολιτικό σκηνικό είναι σαφώς διαφορετική μετά την εκλογή του κ.  Κ. Μητσοτάκη στην ηγεσία της ΝΔ. Η ενδεχόμενη μετακίνηση της ΝΔ σε πιο φιλελεύθερες θέσεις (σε οικονομικό, αλλά και κοινωνικό επίπεδο) είναι πιθανό να συμπιέσει το Ποτάμι, το ΠΑΣΟΚ και την Ένωση Κεντρώων. 

Βέβαια, ο κ. K. Μητσοτάκης δεν έχει μπροστά του ανέφελο ορίζοντα: η διαχείριση της δεξιάς και σαφώς πιο συντηρητικής (σε κοινωνικά τουλάχιστον ζητήματα) στήριξης που έλαβε από τον κ. Α. Γεωργιάδη, φανερά, και άλλους εκπροσώπους της δεξιάς πτέρυγας του κόμματος, λιγότερο ηχηρά, είναι από μόνη της μια πρόκληση, καθώς δε σε πολλά θέματα υπάρχει σαφής διάσταση απόψεων μεταξύ του νέου Αρχηγού και της πτέρυγας αυτής, η δε προσέγγιση των κεντρώων ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ, του Ποταμιού και της Ένωσης Κεντρώων (αλλά και δυσαρεστημένων κεντρώων ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ) θα είναι δύσκολη, αν η σκληρή δεξιά πτέρυγα διεκδικήσει πρωταγωνιστικό ρόλο. 

Και βέβαια, είναι πιθανό να αρχίζει να διακρίνεται και μια νέα τομή στο εκλογική σώμα: μετά το μνημόνιο – αντιμνημόνιο και το παλιό – νέο που κυριάρχησαν στις εκλογικές αναμετρήσεις της προηγούμενης τριετίας, η διάκριση ιδιωτικός – δημόσιος τομέας ενδεχομένως να είναι μια νέα τμηματοποίηση του εκλογικού σώματος, ειδικά μετά την παρουσίαση της Κυβερνητικής πρότασης για το ασφαλιστικό και σε συνδυασμό με τις γνωστές απόψεις του νέου αρχηγού της ΝΔ για την οικονομία.

* Ο Πασχάλης Αλέξανδρος Τεμεκενίδης είναι Διευθυντής Ερευνών της Palmos Analysis