Το ξόρκισμα του πολέμου

Ads

Το φάντασμα του πολέμου διαπερνά το δυτικό φαντασιακό. Γι αυτό και μια διαρκής έγνοια να ξορκιστεί. Από τον Καρτέσιο και μετά πολλοί διανοητές επιχειρούν να αντισταθμίσουν ένστικτα και πάθη με άλλα πιο ειρηνικά, πιο δημιουργικά. Tο εμπόριο ως απασχόληση θεωρείται το πλέον δημιουργικό και ειρηνικό αντιστάθμισμα. Στο ίδιο πνεύμα, σύμφωνα με τον Ν. Ελίας, επινοούνται τα αθλητικά παιχνίδια, το ποδόσφαιρο, προσομοιώσεις αναμετρήσεων με κανόνες που παράγουν ανάλογα συναισθήματα χωρίς τους κινδύνους της πραγματικής σύγκρουσης.

Παρά τους πολλούς τοπικούς πολέμους, τα εκατό χρόνια, από το 1815 ως το 1914, είναι από τα πιο ειρηνικά στην ευρωπαϊκή ιστορία. Γι αυτό αυξήθηκαν οι προσδοκίες για μια κοινωνία πιο ορθολογική, χωρίς πολέμους. Ορισμένοι πίστεψαν ότι η μάχη κερδήθηκε. Χαρακτηριστική η προσέγγιση των θετικιστών, των Σαινσιμονιστών και του Α. Κοντ ο οποίος ονομάζει το πρώτο από το τρία στάδια της ιστορίας θεολογικό ή πολεμικό. Αλλά και λίγο πριν από το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Σούμπετερ, ο σημαντικός αυτός οικονομολόγος, υποστηρίζει ότι ο καπιταλισμός είναι αντιπολεμικός, δεν μπορεί να υπάρχει χωρίς την ειρήνη, τρέφεται από αυτήν και την τρέφει.

Η επιστροφή. Κορωνοϊός ο «αόρατος εχθρός»;

Ο πόλεμος μας απωθεί αλλά και μας τρέφει. Τον απευχόμαστε αλλά η γλώσσα του μας πλημμυρίζει. Όχι μόνο γιατί διακυβεύονται συμφέροντα. Ούτε γιατί είμαστε ανώριμοι όπως θα έλεγε ο Καντ. Είναι πεδίο διάκρισης, βγάζει ήρωες. Μας κάνει ξεχωριστούς στα μάτια των άλλων, μένουμε στην ιστορία. Εύκολα προσφεύγουμε στη γλώσσα του πολέμου. Για ασύμμετρη απειλή έκανε λόγο ο πρωθυπουργός μας, όταν η Τουρκία έστελνε πρόσφυγες και μετανάστες στον Έβρο. Ήξερε ότι κάθε «νίκη» μεταφράζονταν φαντασιακά σε νίκη ενάντια στον «προαιώνιο» εχθρό.

Ads

Ενάντια στην πανδημία, ο Κ. Μητσοτάκης χρησιμοποίησε πάλι τη γλώσσα του πολέμου. Δάνειο από τον Γάλλο Πρόεδρο αυτή τη φορά. «Αόρατος εχθρός». Μόνο που ο Μακρόν, για να ανακτήσει τη χαμένη του δημοτικότητα, ανακαλούσε τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, τα χαρακώματα, για να θυμίσει ότι η Γαλλία πάλι θα νικήσει. Στο λόγο του Μητσοτάκη ήταν μία έκφραση αυτοαναφορική, ο καθένας μπορούσε να προσδώσει ιδιότητες. Εχθρός, ύπουλος, απρόβλεπτος…

Ο πόλεμος προϋποθέτει στρατό, αξιωματικούς και στρατιώτες. Πολέμαρχοι βρέθηκαν και βρίσκονται εύκολα, ο Πρωθυπουργός, κυβερνητικά στελέχη. Στο πλάι τους αναγκαστικά και οι ειδικοί. Όχι όμως στρατιώτες. Καλούμαστε να μείνουμε σπίτι, όχι σε κάποιο πεδίο μάχης. Έτσι, ακόμη κι αν στο κυβερνητικό στρατόπεδο δεν το πιστεύουν, συναίνεσαν στο να αναγορευτούν σε «στρατιώτες-ήρωες» οι εργαζόμενοι στο δημόσιο σύστημα υγείας. Υποσχέθηκαν ακόμη, ενάντια στις ιδεολογικές αρχές τους,  να το ενισχύσουν.

Έλεγχος και φόβος

«Δεν υπάρχει πόλεμος κάποιας διάρκειας σε μια δημοκρατική χώρα», έγραψε ο Τοκβίλ, «ο οποίος δεν θέτει σε μεγάλη δοκιμασία την ελευθερία (…). Αυξάνει τις αρμοδιότητες της κυβέρνησης και σχεδόν μοιραία μεταθέτει στα χέρια της τη διεύθυνση των ανθρώπων και τη χρήση όλων των πραγμάτων». Οι Ιστορικοί γνωρίζουν ότι οι πόλεμοι ανά τον κόσμο είναι καθοριστικοί για τη συγκρότηση των κρατικών μηχανισμών και τον έλεγχο των πολιτών. Στην περίπτωση της πανδημίας έχουμε πολέμαρχους αλλά όχι πόλεμο όπως τον γνωρίζουμε. Οι πολέμαρχοι δεν αντλούν τη νομιμοποίησή τους από τον πόλεμο αλλά από τους ειδικούς. Αυτοί μας λένε πόσο σοβαρή είναι η επιδημία και ποιος ο προσφορότερος τρόπος αντιμετώπισής της.

Ας φανταστούμε για μια στιγμή την εικόνα: πώς θα ήταν το καθημερινό απογευματινό πάνελ στα ΜΜΕ χωρίς ειδικό. Ποιος θα την παρακολουθούσε;

Ακόμη κι αν δεν είμαστε πεισμένοι, τους ειδικούς τους ακούμε: Μένουμε σπίτι. Ωστόσο, οι ειδικοί μας λένε για την επιδημία αλλά δεν μπορούν να πούνε, μας λέει ο Μ. Βέμπερ, καθώς μάλιστα δεν έχουν εποπτεία της συνολικής κατάστασης, ούτε πώς να κυβερνήσει η κυβέρνηση, ούτε πώς να μας πείσει να τηρήσουμε τις οδηγίες τους. Εδώ αρχίζουν τα φάλτσα. Οι ειδικοί ως ειδικοί πείθουν. Ο λόγος τους, λόγω αρμοδιότητας και εκ του αποτελέσματος είναι επιτελεστικός, παράγει δηλαδή άμεσα αποτελέσματα. Αλλά είπαμε ότι ο πόλεμος φτιάχνει ήρωες. Και στην περίπτωσή μας υπάρχουν πάντα κάποιοι που επιδιώκουν να κεφαλαιοποιήσουν την κρίση, ας πούμε να δοξαστούν.

Έτσι ξεδιπλώνεται μία πολιτική φόβου και ελέγχου. Πανδημίες στο παρελθόν υπήρξαν πολλές και ενδεχόμενα χειρότερες. Η πανώλη το 1347 σκότωσε το 1/3 των Ευρωπαίων (25 με 30 εκ. από τα 80). Η ισπανική γρίπη του 1918 εκτιμάται ότι σκότωσε 50 με 100 εκ., κοντά το σύνολο τότε των Γάλλων και των Άγγλων. Ασφαλώς, σήμερα βλέπουμε τη ζωή αλλιώς. Δεν θα πω, όπως λέγεται, ότι μεγάλωσε η αξία της –το έργο του Φ. Αριές μας λέει άλλα. Αυτό όμως δεν δικαιολογεί τη «θεωρία» του αόρατου εχθρού και την καλλιέργεια του φόβου. Ούτε βέβαια τη συντελούμενη, για να μην πω συντελεσθείσα, περιστολή ζωτικών λειτουργιών της Δημοκρατίας μας.

Οι «λίγοι απείθαρχοι» ως άλλοθι

Ιστορικά, ακόμη και στις πιο δύσκολες στιγμές, οι δημοκρατικές λειτουργίες βοήθησαν στο να έχουμε καθαρό μυαλό, να παρθούν οι σωστές αποφάσεις. Αυτό στην κυβέρνηση φαντάζομαι το γνωρίζουν αλλά το προσπερνούν. Στην αρχή οι κυβερνώντες μίλησαν για «ανθρωπισμό», Για να μην χάσουν τον έλεγχο πέρασαν στο απίθανο «επιχείρημα» ότι όλοι οι περιορισμοί επιβάλλονται για να πειθαρχήσουν κάποιοι λίγοι αμετανόητοι. Έτσι, προνοούν να μην βάλουν απέναντί τους τους πολλούς, αντίθετα να τους στρέψουν ενάντια στους «λίγους». Γι αυτό και η ανακάλυψη και η προβολή, κάθε φορά «απείθαρχων». Μπορεί, όμως, να πιστέψει κανείς ότι ο γύψος επιβλήθηκε εξαιτίας των λίγων απείθαρχων;  Είναι δυνατόν να προβληθεί ως επιχείρημα ότι η συντριπτική πλειονότητα πληρώνει την απειθαρχία των λίγων; Ίσως κάποιοι πολέμαρχοι να έχουν τέτοιες αναμνήσεις από τα σχολεία μας πριν δεκαετίες όταν η τάξη πλήρωνε για τον έναν, τον άτακτο. Κάποιοι είναι ακόμη εκεί.

Στην αναμπουμπούλα χαίρεται ο λύκος. Και χάρηκε. Στο γύψο γίναν καμπόσες αρπαχτές υπέρ ημετέρων. Όμως ο υποτιθέμενος πόλεμος τελειώνει και οι πολέμαρχοι μένουν χωρίς αντικείμενο. Πρόβλημά τους η εξαργύρωση της δόξας. Μπορούμε να ζήσουμε χωρίς αυτούς. Το πρόβλημα είναι η Δημοκρατία και η ευημερία των πολιτών. Ο φόβος και η ανασφάλεια κάθε είδους είναι θανάσιμοι εχθροί τους. Κάποιοι, εντός και εκτός συνόρων, επένδυσαν και επενδύουν σε αυτό. Ο δεύτερος κίνδυνος είναι η αναξιοπιστία, αλλιώς η ιστορία του βοσκού και του λύκου. Ο λόγος των ειδικών και η κατάσταση στην Ιταλία μας έπεισαν να τους ακούσουμε. Αν αποδειχτεί ότι κάποιοι έσπειραν ανέμους τότε θα θερίσουν θύελλες. Το εγχείρημα χειραγώγησης από τους πολέμαρχους θα οδηγήσει στο ακριβώς αντίθετο.  

*Ο Παντελής Κυπριανός είναι Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πατρών