Ποιο είναι το όριο από την υπέρβαση του οποίου και μετά μια υγιής κοινωνία μετατρέπεται σε άρρωστη; Πόσοι άρρωστοι άνθρωποι κάνουν μια άρρωστη κοινωνία;

Ads

Πρέπει οι άρρωστοι να αποτελούν τη σιωπηρή πλειοψηφία, έστω μία βαριά νοσούσα μειοψηφία, ή η αρρώστια πρέπει να εκδηλώνεται σε κάθε έκφανση της ζωής; H κοινωνική ασθένεια είναι πάντα ορατή στο κοινωνικό σώμα ή επωάζεται και αποκρύπτεται για καιρό; Όταν αρρωσταίνει μια κοινωνία, αρρωσταίνουν όλα της τα τμήματα, όλα της τα μέλη και τα όργανα, ή ορισμένα τμήματά της μπορεί να διαθέτουν αντισώματα που θα τα κρατήσουν αμόλυντα; Χωράει πλάκα όταν μια κοινωνία πεθαίνει;

Αυτές είναι οι πιο νηφάλιες σκέψεις που μου προέκυψαν βγαίνοντας εχθές το βράδυ από τον ‘’Κωλόκαιρο’’ του Αντώνη Τσιοτσιόπουλου, σε σκηνοθεσία Γιώργου Παλούμπη (θέατρο Τζένη Καρέζη). Ωστόσο, έχω την εντύπωση ότι οι άλλες σκέψεις, οι πιο μπερδεμένες, οι λιγότερο αρθρώσιμες μέχρι και αυτή τη στιγμή, θα με ακολουθούν για καιρό. Αυτό ίσως είναι ένδειξη ότι το φρικτά μαγικό κείμενο με τις εφιαλτικά φυσικές ερμηνείες (Στάθης Σταμουλακάτος, Θάνος Αλεξίου, Βασιλική Διαλυνά, Στέλιος Δημόπουλος, Αντώνης Τσιοτσιόπουλος) δεν έμεινε στη φαινομενολογία της ρεαλιστικής αναπαράστασης ενός δαντικού οικογενειακού μακελειού του υποκόσμου αλλά βύθισε χειρουργικά το νυστέρι του σε τυφλά μου σημεία.

Ο ‘’Κωλόκαιρος’’ αποτελεί ισχυρό in-yer-face δείγμα υπέρβασης μιας υπερεικοσαετούς και κάπως ασφυκτικής κυριαρχίας δύο δραματουργικών άκρων που έχουν επιτυχώς επιχειρήσει να προσεγγίσουν το λούμπεν ως στοιχείο και συστατικό της νεοελληνικής συνθήκης: από τη μία το weird και queer ρεύμα, με τους εστέτ νεολογισμούς που μένουν στο «πράγμα καθ’ εαυτό» και στο σοκ της σήψης· από την άλλη ο Οικονομίδης και οι επίγονοί του και το ιδίωμά τους που εξελίσσεται σε δόγμα καθώς, αν και πέτυχαν την κατασκευή μιας νέας ερμηνευτικής εργαλειοθήκης, στην πορεία εξουθενώνουν την ελπίδα για την όποια ανατροπή της κοινωνικής αποδρομής.

Ads

Μερικά ακόμα ιδεολογικά σημεία που εντόπισα στο δημιουργικό σκεπτικό και την ερμηνευτική γραμμή.

Η αποδοχή του διαφορετικού ανθρώπου γίνεται the hard way, μέσα από την αρχική κυριαρχία του μίσους, της προκατάληψης και της μισαλλοδοξίας και, σταδιακά, βασανιστικά, την παταγώδη της ήττα. Μία γυναίκα προδομένη, διαλυμένη, ματαιωμένη φυλάει στο κεφάλι τον πρώην άντρα της που επέστρεψε αγνώριστος μετά από πέντε χρόνια. Ανεστραμμένοι Χριστός και Μαγδαληνή, πέρα από έμφυλους ρόλους, μέσα από ένα κοσμικό πρίσμα, μέσα σε ένα σκυλάδικο. Απόδοση δικαιοσύνης και αμανέδικη δοξολογία στη διαφορετικότητα χωρίς ίχνος άγχους τήρησης της νέας πολιτικής ορθότητας που καταδυναστεύει την όποια σχετική συζήτηση.

Η καταρρακτώδης βροχή που εντείνει τον εγκλωβισμό των χαρακτήρων μέσα στην αρένα όπου επιτελούν με εκπληκτική αφοσίωση τη μόνη τέχνη που έμαθαν ποτέ, την φυσική και ηθική αλληλοεξόντωση, έρχεται να ανακατευτεί με τα απόνερα ενός εκβιασμένου εκσυγχρονισμού.

Ο ’’Κωλόκαιρος’’ κάνει και κάτι ακόμα. Απενοχοποιεί το γέλιο που μπορεί να προκαλέσει το οικογενειακό και ευρύτερα κοινωνικό τραύμα. Σαν θεατής, και αφήνοντας στην άκρη τα ευφυή gags (‘’τον μαλάκα, ανάποδα τους έφτιαξε τους καφέδες’’), γελούσα σαν το παιδί που γελά όταν πέφτει ο γενικός ή όταν συμβαίνει κάτι περίεργο και όχι απαραίτητα αστείο. Γελούσα από άμυνα για δικά μου τραύματα. Και γι’ αυτό κλήθηκα να τα ξαναδιαχειριστώ. Όλη αυτή η διαδικασία εκμαιεύει την κριτική και δεν την θεωρεί προαπαιτούμενο για να κλείσεις εισιτήριο.

Είναι θέατρο απλό. Πάει να πει λαϊκό. Δηλαδή ανταποκρινόμενο στις αληθινές έγνοιες της πλειοψηφίας. Νοσούσας ή υγιούς: η ίδια μπορεί να ξαναθέσει το ερώτημα στον εαυτό της.