Οι κριτικές που ασκούνται στη Ν.Δ. για τις συμβολικές και έμπρακτες εξορμήσεις στα Εξάρχεια, αποτελούν ως επί το πλείστον παραλλαγές στο ρητορικό ερώτημα «Καλά, τα Εξάρχεια τους μάραναν; Εδώ ο κόσμος καίγεται, κυριολεκτικά και μεταφορικά, αυτοί παίζουν κλέφτες κι αστυνόμους στην πλατεία και τα πέριξ; Δεν ντρέπονται οι καραγκιόζηδες και οι ψευτόμαγκες;».

Ads

Εδώ να σημειώσω ότι οι σοβαροί αναλυτές, έστω όσοι λίγοι έχουν απομείνει στον δημοσιογραφικό χώρο, οι οποίοι καταγγέλλουν τις μεθοδεύσεις της νέας κυβέρνησης, δεν χρησιμοποιούν τέτοια γλώσσα και ομολογώ ότι είναι ίσως υπερ – απλουστευτικό εκ μέρους μου να αναγάγω τις αναλύσεις τους στο πιο πάνω ρητορικό ερώτημα.

Ας με συγχωρήσουν, δεν το κάνω από έλλειψη σεβασμού προς το δύσκολο έργο που επιτελούν σ’ έναν ασφυκτικό και δύσοσμο χώρο όπως είναι ο χώρος των ΜΜΕ. Ούτε έχουν χαρακτηρίσει την κυβέρνηση καραγκιόζηδες. Εγώ θα το έκανα χωρίς κανένα δισταγμό, αν και σκέφτομαι ότι θα ήταν άδικο στην αντι – ηρωική και ιστορικά εξόχως ανατρεπτική φιγούρα του καραγκιόζη. 

Όσον αφορά τους ακαδημαϊκούς σχολιαστές, οι αναλύσεις τους δεν αποκλίνουν αισθητά από την κεντρική θέση ότι ενώ τα πραγματικά προβλήματα είναι αλλού, η Ν.Δ. επιλέγει τους αναρχικούς ως βολικό στόχο για να το παίξουν προστάτες της κοινωνίας. Σκέφτομαι για παράδειγμα την σοβαρότατη εγκληματολόγο και τουλάχιστον για μένα προσωπικά φίλτατη Νατάσα Τσουκαλά η οποία τοποθετήθηκε πρόσφατα για το θέμα των Εξαρχείων.

Ads

Η ανάλυσή της, παρόλη την εντιμότητα και την πολιτική οξυδέρκεια, παραμένει κάπως εγκλωβισμένη στην λογική της κατασκευής του εσωτερικού εχθρού. «Μέσω της δημιουργίας ενός «εσωτερικού εχθρού» – του άνομου βίαιου ακροαριστερού / αναρχικού ατόμου -, η υπόλοιπη κοινωνία συσπειρώνεται γύρω από την εικόνα μιας κυβέρνησης προστατευτικής για τους νομοταγείς πολίτες χάρη στην αποφασιστική και αποτελεσματική δράση της» λέει η Νατάσσα (Αυγή, 9/9/2019).

Σ’ έναν βαθμό έχει δίκιο. Πρόκειται για μια συνήθη κοινωνιολογική ανάλυση η οποία σε αδρές γραμμές διατυπώνεται κάπως έτσι: η ΝΔ κατασκευάζει έναν βολικό εχθρό, έναν αχυράνθρωπο, τον παρουσιάζει ως απειλή για τους νοικοκυραίους, τούς έντιμους και αξιοπρεπείς πολίτες αυτής της ευλογημένης χώρας, του αποδίδει τρομαχτικές ιδιότητες που δεν έχει, μόνο και μόνο για να τον κατατροπώσει ηρωϊκά σε μια απόπειρα νομιμοποίησης και ως επίδειξη ισχύος, ηρωισμού αλλά και προειδοποίησης για όλους όσους, όχι μόνο αναρχικούς βέβαια, τολμήσουν στο μέλλον να αντισταθούν στο όραμα της (κάποιοι από μάς το λέμε εφιάλτη).

Τέλος πάντων, πρόκειται για έναν μηχανισμό πολύ γνωστό στην κοινωνική και πολιτική θεωρία ο οποίος χρησιμοποιείται από αμνημονεύτων χρόνων σε διάφορες και διαφορετικές ιστορικές συγκυρίες. 

Ωστόσο, κατά μια διαστροφική έννοια, ίσως αυτή η κυβέρνηση έχει κατανοήσει κάτι που φαίνεται να διαφεύγει της προσοχής ακόμα και των πιο σοβαρών αναλυτών. Ακόμα και ο Θ. Πλεύρης που είχε πάει στην πλατεία Εξαρχείων χαράματα πριν τις εκλογές και υποσχόταν ψιθυριστά στην κάμερα μην τον ακούσουν τα λιοντάρια και τον κατασπαράξουν, ότι την επαύριο των εκλογών η πλατεία θα παραδιδόταν στους κατοίκους της – είναι και διεθνιστής τρομάρα του, οι Κινέζοι επενδυτές ακινήτων θα πολιτογραφηθούν κάτοικοι Εξαρχείων φαίνεται – ακόμα λοιπόν κι αυτός ίσως έχει καταλάβει ότι η απειλή του αναρχισμού είναι όντως πολύ πιο σοβαρή απ΄ ότι φαντάζεται ο κόσμος.

Εδώ τίθεται ένα δύσκολο ερώτημα το οποίο αν και μπορεί να ακούγεται κάπως ακαδημαϊκό, δεν είναι. Έχει δίκιο η Ν.Δ. να θεωρεί ότι η αναρχική σκέψη και πράξη αποτελεί στην παρούσα ιστορική συγκυρία σοβαρή απειλή για τους Κούληδες (όχι αυτούς που τρώνε σκυφτοί ρύζι με κάρυ), τους Μπογδάνους, τους Πλεύρηδες, τους Βουλαρίνους, τους Καστανάδες, τους Μαρινάκηδες και τους λακέδες τους, οπαδούς, ψηφοφόρους και κάθε λογής συνοδοιπόρους τους;

Μήπως η επιρροή του αναρχισμού στο πολιτικό-κοινωνικό-συμβολικό-φαντασιακό γίγνεσθαι είναι πολύ μεγαλύτερη από όσο φανταζόμαστε, ή τουλάχιστον κάποιοι φαντάζονται; Όταν μιλάμε για επιρροή δεν μιλάμε βέβαια αναγκαστικά για αποδοχή. Καθόλου. Δεν θα μας απασχολήσουν εδώ τα «τεχνικά» ζητήματα του πώς εκτιμάται και μετριέται η μειονοτική επιρροή.

Απ’ ό,τι ξέρω υπάρχουν στο Πάντειο και στο ΕΚΠΑ σοβαροί Κοινωνικοί Ψυχολόγοι Κοινωνιολόγοι και Πολιτικοί επιστήμονες που ασχολούνται ερευνητικά με τέτοια θέματα και εύχομαι να διατηρήσουν το κουράγιο τους και να μπορέσουν να συνεχίσουν το έργο τους σε συνθήκες που προβλέπονται ιδιαζόντως αντίξοες για μια μερίδα κοινωνικών στοχαστών/ερευνητών.

Όπως και να ‘χει, αυτό το ερώτημα δεν φαίνεται να εγείρεται καν από τις διάφορες κατά τα άλλα σοβαρές αναλύσεις της στρατηγικής και των τακτικών της ΝΔ όσον αφορά τα Εξάρχεια, τον συμβολικό δηλαδή χώρο του αναρχισμού. Ίσως εδώ χρειάζεται να επισημανθεί έστω και τηλεγραφικά ότι ο λεγόμενος αναρχικός χώρος δεν είναι ενιαίος και συμπαγής και ποτέ δεν ήταν. Υπάρχουν αντιφάσεις, εντάσεις, διαφορές, ακόμα και ασυμβίβαστες διαφοροποιήσεις «μέσα» στον χώρο. Εντάσεις, διαφορές και διαφοροποιήσεις που αλλάζουν και μεταλλάσσονται ιστορικά. 

Ωστόσο, η υπόθεση ότι από περίπου τα τέλη της δεκαετίας του 60 η παγκόσμια επιρροή του αναρχισμού ως πολιτικής φιλοσοφίας έχει αυξηθεί σημαντικά,  δεν είναι καθόλου ευκαταφρόνητη ως υπόθεση. Αυτό μπορεί να ανιχνευθεί, έστω προσεγγιστικά, στην εντυπωσιακή άνοδο, άνθηση και πολλαπλασιασμό ριζοσπαστικών κινημάτων και συλλογικών δράσεων που παρά τον ξεκάθαρο αντι-καπιταλιστικό τους προσανατολισμό, δεν εντάσσονται στον χώρο της παραδοσιακής αριστεράς.

Το δικό μας ΚΚΕ, πιστό στις παραδόσεις του, διαφωνεί βέβαια, και δεν θα μπορούσε ίσως να είναι κι αλλιώς. Ο αναρχισμός γι’ αυτούς δεν αποτελεί καμία απειλή για τον καπιταλισμό. Το αντίθετο κιόλας. Εξάλλου, σου λένε οι άνθρωποι, πάντα πιστοί στις παραδόσεις τους, κάτι ήξερε αυτός ο γερο Μάρξ που πολέμησε τον Μπακούνιν με νύχια και με δόντια. Και κάτι ήξεραν ο Λένιν και ο Τρότσκι που εξαπέλυσαν λυσσαλέες, ύπουλες και βάρβαρες επιθέσεις κατά του αναρχικού στρατού του Νέστορ Μακχνό.

Γιατί προφανώς το ερώτημα περί της επιρροής του αναρχισμού δεν αφορά μόνο την Ελλάδα. Κατά μια έννοια μάλιστα, θα μπορούσε κάποιος να πει, έστω και κάπως προκλητικά και υπερβολικά, ότι τίποτα δεν γίνεται στην Ελλάδα. Αυτό ίσχυε τόσο για την επανάσταση του 1821 όσο και για την «επανάσταση της (επιστροφής της) κανονικότητας» που οραματίζεται η ΝΔ. Μπορεί παρεμπιπτόντως να αποκαλούμε, ατυχώς κατ’ εμέ, κάποιες επαναστάσεις βελούδινες, ή τέλος πάντων μη βίαιες. Τούτη δω πάντως δεν είναι μια απ αυτές. 

Οι επιδρομές και οι «παλικαρισμοί» στα Εξάρχεια δεν είναι φαρσοκωμωδία. Δεν είναι μια απλή απόπειρα νομιμοποίησης. Είναι αναπόσπαστο κομμάτι μιας σχεδιασμένης και συγκροτημένης βίαιης επίθεσης σε όσους αντιστέκονται στην επιστροφή στην κανονικότητα.

Ναι, σίγουρα, ο εχθρός κατασκευάζεται ποικιλοτρόπως. Ωστόσο τούτος ο εχθρός αντιστέκεται στην κατασκευή του. Ίσως η Ν.Δ. το καταλαβαίνει αυτό πολύ καλά. Μην την υποτιμούμε λοιπόν.

* O Αλέξης Κροκιδάς είναι κοινωνιολόγος – Κοινωνικός Λειτουργός

Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών