Παραλίγο να μην συναντήσω την Καμίλα Βαγιέχο (Camila Vallejo). Έχασε την πτήση της από την Χιλή και την ώρα που θα έπρεπε να είχε φτάσει βρισκόταν ακόμα 7,000 μίλια μακριά, στο Σαντιάγο. Προς μεγάλη μου έκπληξη, την επομένη δέχτηκα ένα τηλεφώνημα. Να το ξαναπροσπαθήσουμε;

Ads

H Βαγιέχο είχε καταφέρει να μπει σε άλλη πτήση και ήδη διέσχιζε τον Ατλαντικό. «Αν μπορεί να σταματήσει την ζωή σε μια πόλη…» διαπίστωσε με εμβρίθεια ο εκπρόσωπος τύπου της «εθνικής ένωσης φοιτητών» (NUS) που είχε προσκαλέσει την Βαγιέχο ως ομιλήτρια σε μια διεθνή συνάντηση ηγετών του φοιτητικού κινήματος, «…φυσικό είναι να μπορεί να μπει σε όποια πτήση θέλει».
 
Εξάλλου η εικοσιτετράχρονη Βαγιέχο είχε κάνει κάτι ανάλογο ήδη από το 2011. Εκείνη την χρονιά, η ηγέτιδα του σημαντικότερου φοιτητικού συνδικάτου Βαγιέχο -μια επίδοξη γεωγράφος- ενέπνευσε ένα κύμα διαμαρτυριών που σχεδόν σταμάτησε την ζωή μιας χώρας ολόκληρης. Δεκάδες πανεπιστήμια και εκατοντάδες σχολεία καταλήφθηκαν επί μήνες. Σε πάμπολλα εκπαιδευτικά ιδρύματα χρειάστηκε να επαναληφθεί ολόκληρη η χρονιά. Κάθε εβδομάδα στο Σαντιάγο γίνονταν πορείες 200,000 φοιτητών, σε ένα είδος διαρκούς καρναβαλιού. Η αστυνομική αντίδραση ήταν συχνά βίαιη: δακρυγόνα και εκτοξευτήρες νερού. Υπήρξαν μέχρι και «περιπτώσεις βασανισμού και σεξουαλικής κακοποίησης», ισχυρίζεται η Βαγιέχο. Η αστυνομία πυροβόλησε και σκότωσε έναν νεαρό. Η ίδια η Βαγιέχο παγιδεύτηκε μια μέρα και την έλουσαν με χημικά: «όλο μου το σώμα έκαιγε… Ήταν πολύ βίαιο».
 
Δεν μιλάμε εδώ για ένα φοιτητικό κίνημα ανάλογο με το βρετανικό, που αναπτυσσόταν παράλληλα: Στην Χιλή ήταν πολύ ριζοσπαστικότερο, πολύ δημοφιλέστερο, και αποδεδειγμένα πολύ αποτελεσματικότερο. Στην κορύφωσή του, το 2011, το επιδοκίμαζε το 70% του λαού της Χιλής. Η κυβέρνηση της Χιλής εξαναγκάστηκε σε πολλές υπαναχωρήσεις, και δύο υπουργοί της οδηγήθηκαν σε παραίτηση. Και στο κέντρο αυτού του ορυμαγδού στεκόταν η Βαγιέχο, «μια καλλονή φτιαγμένη λες από τον Μποτιτσέλι (Botticelli)» σύμφωνα με τα λόγια του Φρανσίσκο Γκόλντμαν (Francisco Goldman), που σε ηλικία 23 ετών ήταν ήδη ένας εθνικός θησαυρός με πίρσινγκ στην μύτη κι ένας αστέρας πρώτους μεγέθους της διεθνούς αριστεράς.
 
Όταν επισκέφτηκε το Μεξικό τον περασμένο Ιούνιο, ο κόσμος στεκόταν μες στην βροχή για να την δει. «Σε αγαπάμε!» της φώναζαν και της πετούσαν λουλούδια. «Καμίλα Βαγιέχο: καρδιοχτυπώ για πάρτη της» έγραψε ο ‘Αλεξ Καπράνος (Alex Kapranos) του συγκροτήματος «Φραντς Φέρντιναντ», ένας από τους πεντακόσιους χιλιάδες ακολούθους της στο «τουίτερ».
 
Είναι περίεργο να την συναντάει κανείς σε ένα τόσο ήρεμο πλαίσιο: ένα γκρίζο πρωινό στο «πανεπιστήμιο του ανατολικού Λονδίνου», θαμμένο ανάμεσα στις χωματερές και στις λεωφόρους των Ντόκλαντς. Έξω, κάθε λεπτό ακούγεται το ουρλιαχτό των αεροπλάνων που πηγαινοέρχονται στο αεροδρόμιο. Μέσα, καμιά σαρανταριά ηγέτες φοιτητικών κινημάτων από όλον τον κόσμο, ζαλισμένοι ακόμα από το τζετ λαγκ, γλιστρούν υπναλέα στην αίθουσα όπου διεξάγεται η διήμερη συνάντησή τους, αρκετοί εξ αυτών με ολιγόλεπτη καθυστέρηση. Η Βαγιέχο περιμένει ήρεμα στο βάθος. Είναι ένα μέρος όπου δεν θα περίμενε κανείς πως θα συναντούσε μια επαναστάτρια.
 
Ποια είναι τα αιτήματά της; Πρώτα και πάνω απ’ όλα, η δωρεάν εκπαίδευση. Σύμφωνα με τους «Νιου Γιορκ τάιμς», η Χιλή διαθέτει αναλογικά την ακριβότερη πανεπιστημιακή εκπαίδευση στον κόσμο: τα δίδακτρα είναι της τάξης των 2,600 χιλιάδων ευρώ τον χρόνο, με μέσο ετήσιο εισόδημα 6,500 ευρώ. Ακόμα πιο επαχθές είναι το γεγονός πως μόνο το 40% των μαθητών λυκείου φοιτούν δωρεάν στο σχολείο. «Η επιλογή που έχουν οι άνθρωποι είναι είτε να καταχρεωθούν, είτε να μην μορφωθούν» μου λέει αργότερα η Βαγιέχο.
 
Αλλά τα αιτήματα της Βαγιέχο πάνε μακρύτερα: η γενιά της απαιτεί έναν ευρύτερο επανασχεδιασμό της χιλιανής νεοφιλελεύθερης κοινωνίας, που όπως ισχυρίζεται δεν άλλαξε και τόσο από την εποχή του Αουγκούστο Πινοσέτ (Augusto Pinochet), κι είναι μια από τις κοινωνίες με το μεγαλύτερο χάσμα μεταξύ πλουσίων και φτωχών στον κόσμο.
 
«Συνειδητοποιήσαμε πως το πρόβλημα είναι πολύ ευρύτερο, είναι δομικό» μου λέει η Βαγιέχο, ή μάλλον μου λέει πως το λέει η διερμηνέας μας Ροσάνα Λεάλ (Rossana Leal), μια Χιλιανή που μεγάλωσε στην Σκωτία για να διαφύγει από το καθεστώς Πινοσέτ. Εγώ δεν μιλάω ισπανικά κι η Βαγιέχο δεν μιλάει αγγλικά, οπότε κάθε συνδιαλλαγή μας αναγκαστικά περνάει από το φίλτρο της στωικής Λεάλ. Λόγω της διερμηνείας, όλα μοιάζουν δύσκολα και μπερδεμένα. Δεν νιώθω να συναντάω την ίδια Βαγιέχο που την ευφράδεια και την ελκυστική παρουσία μπορεί να διαπιστώσει ο καθένας εύκολα στο «γιου τιουμπ». Μιλάμε επί 75 λεπτά, αλλά έχουμε πει όσα θα λέγαμε σε ένα τέταρτο, αν μιλούσαμε την ίδια γλώσσα.
 
Αλλά φυσικά δεν έχουμε άλλη επιλογή από το να συνεχίσουμε. «Κάποια στιγμή η συζήτηση επικεντρώθηκε στη σχέση μεταξύ του εκπαιδευτικού μας συστήματος και του γενικότερου οικονομικού μας μοντέλου», λέει η Βαγιέχο, εξηγώντας την ριζοσπαστικοποίηση του χιλιανού φοιτητικού κινήματος.
 
Αυτό το μήνυμα, που αποτελεί την κεντρική ιδέα της παρέμβασή της, ακούγεται παράφωνα στο συγκεκριμένο περιβάλλον. Η ομιλία της έχει στριμωχτεί ανάμεσα σε εκείνη του λόρδου Μάικλ Μπέιτς (Michael Bates), ενός Συντηρητικού που υπερψήφισε την αύξηση των διδάκτρων και του Λούις Χιούστε (Luis Juste) ενός Ισπανού τραπεζίτη που τώρα έχει μετασχηματισθεί σε γκουρού της εταιρικής ευθύνης στο Σαταντέρ. Λοιπόν, πώς νιώθει ανάμεσα σε έναν τραπεζίτη και έναν βαρόνο του Συντηρητικού κόμματος; Και πόσα κοινά έχει στην πραγματικότητα εκείνη, μια κομμουνίστρια, με την κεντροαριστερή NUS; Σε ένδειξη πραγματισμού, η NUS ζητάει αναμόρφωση των διδάκτρων στα πανεπιστήμια και όχι την πλήρη κατάργησή τους, ενώ οι ηγέτες της δεν ήταν πάντοτε ιδιαιτέρως ένθερμοι οπαδοί των φοιτητικών διαδηλώσεων.
 
«Ίσα-ίσα που αυτό κάνει την παρουσία μου εδώ πολύ πιο σημαντική» μου απαντάει η Βαγιέχο και μου χαμογελάει στραβά ενώ η Λεάλ μεταφράζει. «Είναι σημαντικό να μην μιλάμε μόνο με ομοϊδεάτες μας. Θέλουμε να διευρύνουμε την συζήτηση για το τι πραγματικά τρέχει με την εκπαίδευση».
 
Εξάλλου το χιλιανό κίνημα ριζοσπαστικοποιήθηκε μετά από μια ανάλογη μακρά συζήτηση, μου λέει. «Το 2011 ήταν προϊόν δέκα ετών συζήτησης» προσθέτει ο Πάουλ Φλορ Πιλκουίλ (Paul Floor Pilquil), σύντροφος της Βαγιέχο στην «συνομοσπονδία φοιτητών πανεπιστημίου της Χιλής» (FECh) Εδώ και μια δεκαετία, λέει, οι φοιτητικές οργανώσεις της Χιλής ασχολούνταν με τα ελάσσονα ζητήματα που απασχολούν σήμερα τους Βρετανούς φοιτητές. «Αλλά μετά αρχίσαμε να συνδέουμε όλα τα μεμονωμένα προβλήματα».
 
Η παρατήρηση του Πιλκουίλ είναι σημαντική, όχι μόνο για ό,τι λέει, αλλά μόνο και μόνο διότι λέει κάτι. Υποτίθεται πως αυτή η συνέντευξη θα ήταν μόνο με την Βαγιέχο, αλλά, για λόγους κομματικής τάξεως, ο Πιλκουίλ είναι επίσης παρών! Γιατί αυτό; Μα διότι η Βαγιέχο δεν είναι πια πρόεδρος της FECh. Αντικαταστάθηκε το περασμένο χειμώνα από έναν φοιτητή νομικής, τον Γκαμπριέλ Μπόριτς (Gabriel Boric) και σήμερα είναι πια απλά αντιπρόεδρος. Ως τέτοια, δεν μπορεί πια να της επιτρέπεται να συγκεντρώνει μόνη τα φώτα της δημοσιότητας. Εννέα μήνες αργότερα, η Βαγιέχο γελάει για αυτή της την υποβάθμιση. Ήταν μάλλον μια ευλογία, ισχυρίζεται. «Ο ρόλος του προέδρου είναι πολύ γραφειοκρατικός. Κοιτάει πού πάνε τα λεφτά».
 
Αλλά η προεδρία ήταν επώδυνη για πολλούς ακόμα λόγους. Η Βαγιέχο δέχτηκε απειλές κατά της ζωής της που οι γονείς της, βετεράνοι αντιστασιακοί επί Πινοσέτ, που τώρα πουλάνε κλιματιστικά, εκτίμησαν ως αρκετά σοβαρές και την έπεισαν να επιστρέψει στο πατρικό της για περισσότερη ασφάλεια. «Σκοτώστε την πουτάνα», έγραψε στο «τουίτερ» ένας κυβερνητικός αξιωματούχος που αργότερα αναγκάστηκε να παραιτηθεί, επαναλαμβάνοντας υποτίθεται μια ρήση του Πινοσέτ.
 
Η Βαγιέχο όμως έχασε την προεδρία εν πολλοίς διότι θεωρήθηκε πως προετοίμαζε την ανάμειξή της με την θεσμοποιημένη πολιτική. Αν και κομμουνίστρια αναζητούσε να συνάψει συνεργασίες με άλλα κεντροαριστερά κόμματα και δεν απέκλειε το ενδεχόμενο να είναι υποψήφια στις εκλογές. «Τώρα μιλάμε για το παρόν», σχολιάζει σχετικά η Βαγιέχο. «Για το πώς θα προωθήσουμε τις θέσεις μας στις εκλογές θα μιλήσουμε του χρόνου».

Αυτή είναι μια στάση που δεν την θέτει απλά σε σύγκρουση με αρκετούς Χιλιανούς φοιτητές, αλλά με ένα μεγάλο μέρος του ανερχόμενου διεθνώς αριστερού κινήματος. Το διεθνές κίνημα των καταλήψεων, στο οποίο συχνά κατατάσσεται και το κίνημα των χιλιανών καταλήψεων, θεωρείται κατ’ εξοχήν αντιεξουσιαστικό· απορρίπτει την κοινοβουλευτική δημοκρατία και υπογραμμίζει σε κάθε ευκαιρία τις διαφορές του με το παραδοσιακό εργατικό αριστερό κίνημα. Αντιθέτως, η Βαγιέχο θεωρεί πως η κομματική πολιτική έχει νόημα.
 
Πώς αυτό; Οι λόγοι είναι πολιτιστικοί, λέει η Βαγιέχο. Ο Σαλβαδόρ Αλιέντε (Salvador Allende), ο μαρξιστής πρόεδρος της Χιλής που ανατράπηκε από τον Πινοσέτ το 1973,  ήταν «μια από τις σημαντικότερες πολιτικές φυσιογνωμίες, που την θαυμάζω απεριόριστα». Αλλά ο Αλιέντε κατέλαβε την εξουσία με δημοκρατικές εκλογές, πράγμα που οδηγεί την Βαγιέχο στην άποψη πως οι εκλογές μπορεί να αξιοποιηθούν για την προώθηση ακροαριστερών στόχων.
 
Πολλοί συνομήλικοί της διαφωνούν, αλλά αυτό δεν φαίνεται να ενοχλεί ιδιαίτερα την Βαγιέχο: «δεν πρόκειται να αρνηθώ πως έχουμε διαφορετικές πολιτικές απόψεις, και δεν είμαι βέβαιη πως με την συζήτηση θα καταλήξουμε ποτέ σε ομοφωνία» λέει η Βαγιέχο ενώ ένα ακόμα τζετ θορυβεί, καταφτάνοντας στο αεροδρόμιο. «Αυτό που ξέρω είναι πως η συζήτηση είναι από μόνη της σημαντική».
 
Από μια άποψη είναι μια παράδοξα ήπια καταληκτική δήλωση για μια συνέντευξη. Αλλά αυτό ήταν εξαρχής ένα παράδοξο πρωινό: μια γκρίζα μέρα στα Ντόκλαντς μια νεαρή κομμουνίστρια από την Χιλή κάπως «χώθηκε» σε μια πτήση κι έφτασε στην άλλη άκρη του κόσμου μόνο και μόνο για να βρεθεί σε ένα πάνελ με έναν μεσήλικα Συντηρητικό από την Βρετανία.

Patrick Kingsley είναι συγγραφέας και δημοσιογράφος

Ads

The Guardian (Αναδημοσιεύθηκε από την Προοδευτική Πολιτική)