Το τυφλό ρατσιστικό έγκλημα στην καρδιά της Αθήνας, με θύμα έναν 20χρονο Ιρακινό, δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία. Είναι η κορύφωση της σταδιακής κλιμάκωσης της ξενοφοβίας και του ρατσισμού μέσα στην ελληνική κοινωνία, που άρχισε να εκδηλώνεται αρχικά με τα «έξω οι ξένοι» που εμφανίστηκαν στους τοίχους της Αθήνας, αρθρώθηκε λεκτικά ως επιχείρημα του προεκλογικού αγώνα, όταν το να «ξεβρωμίσει ο τόπος, έχει μαυρίσει το μάτι μας» προβλήθηκε ως η απόλυτη απάντηση σε όλα: στην οικονομική κατάρρευση, στη φτώχεια, στην ανεργία, στα αδιέξοδα, στην εγκληματικότητα, όλα κρίκοι της ίδιας αλυσίδας, στην κορυφή της οποίας τοποθετήθηκε ως κεφαλή ο παράνομος μετανάστης.

Ads

Aκολούθησαν οι επιδρομές και οι ξυλοδαρμοί από ομάδες εποχούμενων κρανοφόρων, οι εισβολές σε καταλύματα σύγχρονων αθλίων.

Η δολοφονία έγινε μεγάλο θέμα. Δεν μπορεί να αγνοηθεί το ομαδικό μαχαίρωμα μέχρι θανάτου ενός ανθρώπου. Δεκάδες άλλα περιστατικά, ωστόσο, με χαρακτηριστικά τυφλής ρατσιστικής βίας, όχι μόνο στην Αθήνα, αλλά σε ολόκληρη τη χώρα, μένουν στην αφάνεια, ενώ ο αριθμός τους συνεχώς αυξάνεται.

Με ευθύνη της Πολιτείας, που για χρόνια απέφυγε να διαμορφώσει ολοκληρωμένη πολιτική, το πρόβλημα της παράνομης μετανάστευσης αφέθηκε να γιγαντωθεί. Τώρα που η επίσημη Πολιτεία αποφάσισε, ενδεχομένως και υπό την πίεση της ενίσχυσης της «Χρυσής Αυγής», να αντιδράσει και να αναθεωρήσει την πολιτική της σε μια προσπάθεια να αντιμετωπίσει το ζήτημα, δείχνει να διαμορφώνεται μια πρωτόγνωρη κατάσταση, με ορατό τον κίνδυνο να χαθεί τελείως ο έλεγχος.

Ads

Ο αυξανόμενος αριθμός επιθέσεων με ρατσιστικά κίνητρα προκαλεί δικαιολογημένες υπόνοιες ότι πρόκειται για συντονισμένη δράση και όχι για αυθόρμητες εκδηλώσεις «αγανάκτησης». Τα κίνητρα, σαφή και ευδιάκριτα. Εάν η επίσημη Πολιτεία καταφέρει με αστυνομικές επιχειρήσεις, με αποκατάσταση ροής επαναπατρισμού παράνομων μεταναστών, με τη δημιουργία χώρων υποδοχής και κράτησης να συμμαζέψει την κατάσταση, θα στερήσει την εύκολη και ανέξοδη μισαλλόδοξη και ρατσιστική επιχειρηματολογία, στην οποία εξαντλούν ορισμένοι την πολιτική υπόστασή τους.

Παράλληλα, θα τους στερήσει τον ρόλο των αυτόκλητων σωτήρων που προβάλλουν δι’ εαυτούς, εμφανιζόμενοι ως αυθεντικοί εκφραστές της «δίκαιης αγανάκτησης» του μέσου πολίτη, ως προστάτες των ηλικιωμένων και των αδυνάμων απέναντι στους αλλότριους «εισβολείς».

Εκτός εάν, κλιμακώνοντας τη ρατσιστική βία, αυξάνοντας σε αριθμό και ένταση τις επιθέσεις, μπορούν εκ των υστέρων να ισχυρισθούν ότι δεν ήταν οι… λάιτ αστυνομικές επιχειρήσεις που περιόρισαν το πρόβλημα της παράνομης μετανάστευσης, αλλά η δική τους «δυναμική» δράση.

Ο επικίνδυνος ασκός της προβαλλόμενης ως δίκαιης αυτοδικίας έχει ανοίξει για τα καλά. Είναι ευθύνη της επίσημης Πολιτείας να προστατεύσει τον θεσμικό ρόλο της και να υπερασπισθεί το έργο της. Και είναι υποχρέωση των αρχών ενός σύγχρονου κράτους δικαίου να μην κάνουν καμιά διάκριση μεταξύ εγκλημάτων, να τα διερευνούν με την ίδια ζέση, προκειμένου οι δράστες να εντοπίζονται και να τιμωρούνται.

Πηγή: Καθημερινή