Οι γερμανικές εκλογές τελείωσαν. Το ποιοι νίκησαν και ποιοι έχασαν είναι σαφές και το πολιτικό τοπίο άλλαξε εκ βάθρων. Αλλά τα πραγματικά δράματα δεν διεξήχθησαν στα μεγάλα κόμματα της χώρας, όσο στο περιθώριο του πολιτικού φάσματος.

Ads

 
Η καγκελάριος ‘Ανγκελα Μέρκελ (Angela Merkel) πανηγυρίζει μια σαρωτική νίκη, με τη «χριστιανική δημοκρατική ένωση» (CDU) να αποτυχαίνει ελάχιστα να πετύχει κοινοβουλευτική αυτοδυναμία. Αλλά το μέγεθος της επιτυχίας τους οφείλεται κυρίως στην κατάρρευση των κυβερνητικών τους εταίρων, του «κόμματος ελευθέρων δημοκρατών» (FDP), που για πρώτη φορά στην ιστορία της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας δεν θα εκπροσωπείται στην «μπούντεσταγκ».
 
Οι φιλελεύθεροι αποτελούσαν πάντοτε μια διακριτή οντότητα στην μεταπολεμική γερμανική δημοκρατία· αλλά να που μας άφησαν χρόνους. Η ευθύνη για την εξέλιξη αυτή βαραίνει, πρώτα και κύρια, το ίδιο το FDP. Κανένα κυβερνητικό κόμμα δεν μπορεί να αντέξει τόσο θλιβερά ανίκανους υπουργούς και ηγεσία· τα τελευταία τέσσερα χρόνια η Μέρκελ απλά κάθισε αναπαυτικά και κοιτούσε τους φιλελεύθερους να αυτοκτονούν δημοσίως.
 
Αλλά και τα αντιπολιτευόμενα κόμματα πλήρωσαν το αντίτιμο της αποκοπής τους από την πραγματικότητα. Η οικονομία ανθεί, η ανεργία είναι χαμηλή και οι περισσότεροι Γερμανοί περνάνε καλύτερα από οποτεδήποτε άλλοτε στο παρελθόν. Αλλά αντί να επιμείνουν στις αδυναμίες της Μέρκελ-την ενέργεια, την Ευρώπη, την εκπαίδευση, την οικογενειακή πολιτική- εκείνοι πόνταραν στην… κοινωνική δικαιοσύνη. Η υπεραισιόδοξη καμπάνια της Μέρκελ ταίριαζε πολύ περισσότερο με τις διαθέσεις του γερμανικού εκλογικού σώματος από την tristesse της αντιπολίτευσης για τα βάσανα της εργατικής τάξης, που δικαίως έγινε αντιληπτή ως μια πρόφαση για την αύξηση της φορολογίας.
 
Στη Γερμανία οι κυβερνώσες πλειοψηφίες σχηματίζονται πάντοτε στο κέντρο, όπου και κερδίζονται οι εκλογές. Ο προκάτοχος της Μέρκελ, ο σοσιαλδημοκράτης Γκέρχαρντ Σρέντερ (Gerhard Schröder) το ήξερε καλά αυτό. Αλλά αυτή τη φορά η αντιπολίτευση -οι σοσιαλδημοκράτες του SPD, οι «πράσινοι», «η αριστερά»- προτίμησαν να εγκαταλείψουν το κέντρο και να αλληλοφαγωθούν διεκδικώντας την αριστερά!. Το ζήτημα της ηγετικότητας έκανε τα πράγματα ακόμα χειρότερα: ο Πέερ Στάινμπρουκ (Peer Steinbrück) του SPD και ο Γιούργκεν Τρίτιν (Jürgen Trittin) των «πράσινων» δεν είχαν ποτέ την παραμικρή πιθανότητα απέναντι στη Μέρκελ και τον υπουργό οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε (Wolfgang Schäuble).
 
Ο μόνος νέος παράγοντας μιας διαρθρωτικής αλλαγής στη γερμανική πολιτική ήταν η δυναμική εμφάνιση της νεοσύστατης «εναλλακτικής λύσης για τη Γερμανία» (AfD). Αν και δεν πέτυχε να ξεπεράσει το όριο του 5% της λαϊκής ψήφου προκειμένου να εκπροσωπηθεί στην «μπούντεσταγκ», τα πήγε απροσδόκητα καλά. Αν η ηγεσία της κατορθώσει να αξιοποιήσει αυτή την επιτυχία, στις επόμενες ευρωεκλογές το AfD θα απασχολήσει τα πρωτοσέλιδα. Η AfD πέτυχε καλά ποσοστά στην ανατολική Γερμανία, όπου το 2014 θα γίνουν εκλογές σε τρία κρατίδια, αποσπώντας πολλές ψήφους της «αριστεράς». Πράγμα που σημαίνει πως η AfD θα μπορούσε να εγκατασταθεί μόνιμα στην κεντρική πολιτική σκηνή, κάτι που θα καθιστούσε ακόμα δυσκολότερη την ανάκαμψη του FDP.
 
Πάντως, παρά την κατάρρευση του FDP και την αυτοκαταστροφική εκλογική στρατηγική των αντιπολιτευόμενων κομμάτων, η Μέρκελ εξακολουθεί να χρειάζεται έναν κυβερνητικό εταίρο. «Η αριστερά» είναι εκτός συζήτησης, και κάθε προσπάθεια σύναψης κυβερνητικής συνεργασίας με τους «πράσινους» -ένα κόμμα που θα του πάρει κάμποσο καιρό να συνέρθει από το χειρότερο εκλογικό του αποτέλεσμα εδώ και πολύ καιρό- θα μπορούσε να οδηγήσει σε αστάθεια. Οπότε μόνη λύση για την Γερμανία απομένει ο «ευρύς συνασπισμός» -ό,τι ακριβώς επιθυμούσε το γερμανικό εκλογικό σώμα. Το SPD φυσικά θα χλομιάσει εμπρός σε αυτό το ενδεχόμενο, θα στυλώσει τα πόδια, θα προσπαθήσει να το αποφύγει, αλλά τελικά θα υποκύψει, γιατί η Μέρκελ έχει ένα πανίσχυρο επιχείρημα: την προκήρυξη νέων εκλογών, στις οποίες η CDU θα πετύχαινε πιθανότατα μια εξωφρενική πλειοψηφία.
 
Ο «ευρύς συνασπισμός» δεν είναι η χειρότερη προοπτική για την Γερμανία. Τίποτα δεν χάνεται τόσο γρήγορα όσο η λάμψη μιας εκλογικής νίκης και το γερμανικό ειδύλλιο σύντομα θα αρχίσει να σκιάζεται από τη σκληρή πραγματικότητα -τη σοβούσα κρίση της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), τη Συρία, το Ιράν, την ενεργειακή πολιτική.
 
Η ανάγκη για ευρύτερες συναινέσεις είναι εξαιρετικά επείγουσα όσον αφορά τις δύσκολες αποφάσεις που αντιμετωπίζει η γερμανική κυβέρνηση όσον αφορά την Ευρώπη. Η Ελλάδα χρειάζεται περαιτέρω ελάφρυνση του χρέους της. Η ευρωπαϊκή τραπεζική ενοποίηση δεν μπορεί να αναβάλλεται για πολύ ακόμα. Το ίδιο ισχύει για πολλά ακόμα ζητήματα. Ένας χειμώνας δυσαρέσκειας περιμένει τη Μέρκελπου θα την ακολουθήσει μια καμπάνια για τις ευρωεκλογές που μάλλον θα προσγειώσει απότομα την CDU. Αυτό δε σημαίνει πως αναμένεται κάποια μείζων αλλαγή όσον αφορά την ευρωπαϊκή πολιτική της Μέρκελ, ούτε τη στάση της στα διεθνή ζητήματα και την ασφάλεια. Οι θέσεις της για την Ευρώπη έχουν πλέον επιδοκιμασθεί από ένα πελώριο τμήμα του γερμανικού εκλογικού σώματος και από μια ηλικία κι έπειτα οι άνθρωποι -συμπεριλαμβανομένων των πολιτικών ιθυνόντων- δεν αλλάζουν εύκολα. Εξάλλου στο ζήτημα αυτό έχουν εξαλειφθεί εν πολλοίς οι διαφορές μεταξύ της κεντροδεξιάς CDU και του κεντροαριστερού SPD.

Ένας «ευρύς συνασπισμός» θα μπορούσε να επιδείξει μεγαλύτερη ευελιξία στην αντιμετώπιση της κρίσης του ευρώ, αλλά λιγότερη στα ζητήματα ασφάλειας και εξωτερικής πολιτικής. Από την άποψη αυτή πάντως η Γερμανία θα μπορούσε να αξιοποιήσει την ευκαιρία για να αναπτύξει μια εξωτερική πολιτική άξια αυτής της ονομασίας στο πλαίσιο της ΕΕ και της δυτικής συμμαχίας, που τα τελευταία χρόνια είχε ένα επικίνδυνο κενό στο σημείο όπου κανονικά θα έπρεπε να βρίσκεται η Γερμανία -αν κι εδώ μάλλον εκφράζω τις επιθυμίες μου, παρά την πραγματικότητα.

Θα είναι επίσης ενδιαφέρον να δούμε αν -και πώς- θα κατορθώσει η Μέρκελ να χειριστεί το μπέρδεμα με την «energiewende», την ενεργειακή της στροφή προς μια οικονομία με χαμηλές θερμοκηπικές εκπομπές, που είναι και η σημαντικότερη εσωτερική πολιτική παρέμβαση της θητείας της. Είτε θα τη φέρει επιτυχώς εις πέρας, είτε θα μεταβληθεί σε μια ιστορικής κλίμακας αποτυχία για τη Γερμανία και σε καταστροφή για τη γερμανική οικονομία. Το κρίσιμο ερώτημα είναι αν διαθέτει το θάρρος να αποδώσει όλες τις αναγκαίες για την περάτωση αυτού του μεγάλου σχεδίου αρμοδιότητες στο υπουργείο ενέργειας, και σε ποιον θα εμπιστευθεί αυτό τον ηράκλειο άθλο.
 
Ο τεθνεώς εκδότης του περιοδικού «Ντερ Σπίγκελ» Ρούντολφ Αουγκστάιν (Rudolf Augstein), που ουδέποτε συμπάθησε τον τέως καγκελάριο Χέλμουτ Κολ (Helmut Kohl), είχε τιτλοφορήσει ως εξής το σχόλιό του για τη γερμανική ενοποίηση: «συγχαρητήρια καγκελάριε!». Με τον κυριακάτικο εκλογικό της θρίαμβο, η Μέρκελ άνοιξε μια πόρτα, ιδίως όσον αφορά το ξεπέρασμα της κρίσης του ευρώ και την εμβάθυνση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Αλλά θα συγκρατηθώ και δεν θα τη συγχαρώ πριν τη μέρα που θα διανύσει το κατώφλι της.

Ads

* Ο Joschka Fischer είναι πρώην υπουργός εξωτερικών της Γερμανίας (1998-2005) κι ιστορικός ηγέτης των «πρασίνων» της Γερμανίας

Project Syndicate via Προοδευτική Πολιτική