Υπόθεση εργασίας:

Ads

Η Μαντόνα αποφασίζει να προτείνει συνεργασία στην Φιλαρμονική του Βερολίνου. Η τιμή είναι εξωφρενική, 20 εκατομμύρια δολάρια. Θεωρείτε ότι η ορχήστρα πρέπει να δεχτεί;

Α. Φυσικά, όλα είναι υπό πώληση, αρκεί να συμφωνήσουμε στην τιμή

Β. Γιατί όχι; Θα είναι διαφήμιση, σε όλον τον κόσμο θα δουν την συναυλία

Ads

Γ. Έχω ενδοιασμούς, αλλά και τόσα πολλά λεφτά…

Δ: Όχι βέβαια. Ορισμένα πράγματα είναι εκτός τιμολόγησης και ένας πολιτιστικός οργανισμός τέτοιας ιστορίας ανήκει, σίγουρα, σε αυτά.

Αλήθεια, τι θα επιλέγατε; Ας βάλουμε τώρα στη θέση της Μαντόνα τον οίκο Gucci και στη θέση της Φιλαρμονικής του (πλούσιου) Βερολίνου, τον Παρθενώνα της (φτωχής) Ελλάδας. Τώρα;

Αρχικά ας εξετάσουμε το κίνητρο. Γιατί να θέλει ένας οίκος μόδας να κάνει επίδειξη πάνω στον Ιερό Βράχο; Προφανώς η υψηλή ραπτική, όσο υψηλή κι αν είναι, δεν μπορεί να συνομιλήσει εικαστικά ούτε με φωτογραφία του Παρθενώνα σε αφίσα του ΕΟΤ της δεκαετίας του ογδόντα, πόσο μάλλον με το ίδιο το μνημείο. Άρα τι μένει; Η πολιτιστική υπεραξία. Η αίγλη ενός διεθνούς και διαχρονικού έργου τέχνης. Κάπως σαν την εικόνα της Τζοκόντα στα γνωστά σοκολατάκια. Ο Παρθενώνας, όμως, δεν είναι μόνο ένα έργο τέχνης. Είναι ένας χώρος λατρείας, ένας χώρος ιερός. Η αρπαγή των μαρμάρων της από τον Έλγιν δεν ήταν η προσπάθεια ενός φιλότεχνου να αποκτήσει ένα έργο τέχνης, ήταν μια κίνηση συμβολική, μια κίνηση κυριαρχίας προς έναν λαό που κατά τη γνώμη του δεν άξιζε να έχει στην κατοχή του κάτι τόσο πολύτιμο. Το επιχείρημα αυτό είναι σε ισχύ όσον αφορά την επιστροφή τους, ακόμα και μετά την ανέγερση του Μουσείου της Ακρόπολης.

Ας επανέλθουμε, όμως, στο αρχικό ερώτημα. Αν είστε υπέρ της απάντησης  Α, τα πράγματα είναι απλά. Δεν χρειάζεστε την Τέχνη. Την χρησιμοποιείτε απλώς ως απόδειξη της υποτιθέμενης κουλτούρας σας μαζί με ένα ποτήρι καλό κρασί, συζητώντας για την παράσταση της μόδας, προσπαθώντας απεγνωσμένα να αποδείξετε ότι αξίζετε τον τίτλο του αστού, του άριστου. Είναι η κοινωνία που αντιλαμβάνεται την τέχνη όχι σαν μια λειτουργική ανάγκη, που την εκφράζει, διαμορφώνεται από αυτήν, διαμορφώνοντάς την ταυτόχρονα, αλλά σαν ένα καταναλωτικό αγαθό. Είναι η άμεση προβολή του οικονομικού νεοφιλελευθερισμού στον πολιτισμό.

Και εξηγώ: Στον παλιό καπιταλισμό η βάση της πυραμίδας ήταν η παραγωγή. Έτσι η ποιότητα του προϊόντος ήταν καθοριστική και αυτός που το έφτιαχνε ήταν μοναδικός και, ίσως, αναντικατάστατος. Στη συνέχεια το χρήμα ήταν το μέσον για την διακίνησή του προϊόντος αυτού. Στη νέα οικονομία το χρήμα έχει γίνει το ίδιο προϊόν. Η παραγωγή σχεδόν δεν έχει καμία σημασία.

Τα αποτελέσματα του νέου οικοδομήματος διαφαίνονται ήδη και μένουν να αξιολογηθούν από τον ιστορικό του μέλλοντος. Μεταφέροντας το σχήμα στον πολιτισμό, το ίδιο το έργο τέχνης δεν είναι πλέον το προϊόν. Αυτό τον ρόλο τον παίζει το σύστημα διακίνησής του. Πολιτιστικά ιδρύματα, μάνατζερς, πολιτιστικό ρεπορτάζ, οτιδήποτε διαχειρίζεται το έργο τέχνης. Έτσι και η ποιότητά του έχει υποβαθμιστεί. Όχι ως προσφορά του καλλιτέχνη, αυτός θα κάνει πάντοτε το καλύτερο που μπορεί. Αλλά η ίδια του η αξία, ελάχιστη σημασία έχει στην επιτυχία του. Οπότε, αν μπορεί να πουληθεί, τι σημασία έχει αν είναι ο Παρθενώνας ή οτιδήποτε άλλο;

Η απάντηση Β ήταν το πιο συνηθισμένο επιχείρημα. Η εικόνα του Παρθενώνα θα ταξιδέψει σε όλο τον κόσμο, ανάμεσα στο κοινό θα βρίσκονται ακόμα και αστέρες του Χόλιγουντ! Ένα επιχείρημα που αντικατοπτρίζει την εθνική μας ανασφάλεια. Η χώρα μας αξίζει μόνο αν έχει την έξωθεν καλή μαρτυρία, μόνο αν τραβήξει την προσοχή των πλούσιων και διάσημων. Ένα ατελείωτο, επαρχιώτικο “τι θα πουν οι ξένοι;” Χωρίς να υπολογίζουμε ότι ο Παρθενώνας είναι ένα μνημείο ήδη αναγνωρίσιμο σε όλο τον πλανήτη, πράγμα που δεν είναι σίγουρο για τον οίκο Gucci.

Η απάντηση Γ έχει μεγαλύτερο ενδιαφέρον. Πρακτικά σημαίνει ότι κάποιος που είναι φτωχός δεν έχει το δικαίωμα σε έννοιες όπως η ιερότητα. Δεν έχει το δικαίωμα να κρατάει τα οικογενειακά κειμήλια, πρέπει να τα βάλει ενέχυρο, ακόμα κι αν αυτό είναι μια τιμωρία για το παράπτωμα της φτώχειας. Τραγική ειρωνεία; Ο οίκος μόδας Gucci, σύμβολο χλιδής μίας εποχής που κατά το κοινώς λεγόμενο “μας έφερε ως εδώ”, που υμνήθηκε την εποχή της εξωφρενικής επίδειξης του συσσωρευμένου πλούτου στις λαϊκές πίστες από έναν από τους ιερείς τους, έρχεται τώρα να ανακουφίσει έστω και στο ελάχιστο τον λαό, που υφίσταται τις συνέπειες της εποχής εκείνης. Η κοινωνία θα αποδείξει ότι είναι έτοιμη να φέρει την ανάπτυξη και να βγει από την κρίση, αποθεώνοντας ακριβώς την νοοτροπία που την έβαλε σε αυτή.

Η απάντηση Δ είναι ακριβώς αυτό που λέει. Όταν μιλάμε για ένα πολιτιστικό σύμβολο της αξίας του Παρθενώνα, απλώς το σεβόμαστε. Τίποτε άλλο.

“Και οι τουρίστες;” Μπορεί να ρωτήσει κανείς. Τι γίνεται με όλους αυτούς που κατακλύζουν τον Βράχο καθημερινά; Μα, αυτοί (που ανάμεσά τους είναι και πολλοί αστέρες του Χολιγουντ, είτε φορούν Gucci είτε όχι) έρχονται να δουν ένα μνημείο, ίσως να έρθουν σε επαφή με ένα ανώτερο πνεύμα, όχι να το χρησιμοποιήσουν ως ντεκόρ σε μία επίδειξη πλούτου. Το μνημείο είναι σε πρώτο πλάνο, ακόμα κι αν γίνεται φόντο για τις selfies τους.

Φυσικά όλα τα παραπάνω είναι απλώς σκέψεις και δεν έχουν καμία αξία στην τελική απόφαση. Γιατί, ευτυχώς, ακόμα η χρήση των αρχαίων μνημείων βρίσκεται στη δικαιοδοσία του ΚΑΣ, δηλαδή στα χέρια των ειδικών. Και ελπίζουμε να παραμείνει έτσι.

* Η Μαργαρίτα Συγγενιώτου είναι μεσόφωνος, γενική γραμματέας της Ένωσης Λυρικών Πρωταγωνιστών Ελλάδος και Γραμματέας Επικοινωνίας και Δημοσίων Σχέσεων της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Θεάματος-Ακροάματος.