Το πρωί πήγα στη δίκη του Δημήτρη Ινδαρέ και των δυο γιών του. Ήταν κι άλλοι εκεί παρακινημένοι από το ίδιο ανθρώπινο αίσθημα συμπαράστασης. Όχι πολλοί, όχι κάτι οργανωμένο, ο Δημήτρης Ινδαρές δεν έχει πολιτικό χώρο να τον στηρίξει, δεν είναι «συνήθης ύποπτος».

Ads

Εκτός όμως από αλληλεγγύη, ήταν κι άλλο το κίνητρο. Μια ενστικτώδης πρωτογενής αντίδραση στον παραλογισμό. Δεν μπορούμε να μην είμαστε εκεί όταν δικάζεται  ένας Γιόζεφ Κ. για ένα έγκλημα που δεν διέπραξε, δεν μπορούμε να τον αφήνουμε γυμνό στην ταράτσα του σπιτιού του κάτω από το γόνατο μιας κουκουλοφόρας εξουσίας που τον συνθλίβει. Τουλάχιστον όσοι υποψιαζόμαστε τι σημαίνει αυτό που διαρκώς φωνάζουν, ότι «είναι δεμένα τα χέρια της αστυνομίας». Κι η οικογένεια Ινδαρέ έμαθε τι μπορεί να κάνει μια αστυνομία με λυμένα τα χέρια. Ξέρει τι σημαίνει να γίνεται το σπίτι σου αυλή της full face αυθαιρεσίας. Να σε πετάνε κάτω, να απειλούν και να βρίζουν τα παιδιά σου, να απειλούν τη μάνα τους ότι θα τη σκοτώσουν.

Την πρώτη φορά που ο Δημήτρης μου αφηγήθηκε με λεπτομέρειες εκείνο το ξημέρωμα στην ταράτσα είχα βαθιά σοκαριστεί. Σήμερα που άκουγα το σαθρό κατηγορητήριο να καταρρέει από τη διαδοχή των μαρτύρων σοκαρίστηκα επίσης.

Κρατάω μια φράση που λέει διαρκώς: δεν καταπίνεται το αίσθημα της αδικίας. Κι όμως παραμένει, αυτός που έζησε τη βία στο σώμα το δικό του και των παιδιών του, βαθιά προσηλωμένος στην αξία της δικαιοσύνης. Εγκρατής και θυμωμένος μαζί. Με χιούμορ και αυτοσαρκασμό. Αλλά κυρίως αυτό: με θρησκευτικό, λατρευτικό σχεδόν τρόπο γυρεύει δικαίωση. Με πίστη που ξαφνιάζει με την αγνότητά της.

Ads

Τελευταία σκέψη από το δικαστήριο: οφείλουμε το χρέος της μνήμης κατά Κούντερα. Ο αγώνας του ανθρώπου ενάντια στην εξουσία είναι ο αγώνας της μνήμης ενάντια στη λήθη.

Υγ. Η δίκη αυτή θα έπρεπε να μείνει στη συλλογική μνήμη ως «δίκη Χρυσοχοϊδη».

Πηγή: facebook