Η εντατικοποίηση των προσπαθειών για την επίλυση του Κυπριακού ζητήματος, πάντοτε φέρνει στο προσκήνιο την πολιτική κατάσταση στην Κύπρο. Η διαμόρφωση των όρων για την οικοδόμηση του νομικού πλαισίου κοινής συμβίωσης στο κυπριακό έδαφος, της ελληνοκυπριακής και τουρκοκυπριακής κοινότητας, ως πολιτικό ζητούμενο καθόρισε σε ένα σημαντικό βαθμό την πολιτική ζωή της Κύπρου. 

Ads

Στην εσωκομματική αντιπαράθεση, ωστόσο, από το 2012 προστέθηκε και η οικονομική κρίση, την οποία η Κύπρος κλήθηκε να αντιμετωπίσει. Η ένταξη της χώρας στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Στήριξης, διαμόρφωσε νέα δεδομένα. Παρακάτω θα εξετάσουμε συνοπτικά πώς τα δυο κεντρικά ζητήματα, το Κυπριακό και η οικονομική κρίση, διαμόρφωσαν και επηρέασαν τις πολιτικές εξελίξεις στο νησί της Κύπρου.

Το Κυπριακό Ζήτημα

Διαχρονικά οι κυριότεροι πρωταγωνιστές στο κυπριακό κομματικό σύστημα ήταν το ΑΚΕΛ (Ανορθωτικό Κόμμα Εργαζόμενου Λαού) το οποίο ιδρύθηκε το 1941 και είναι η μετεξέλιξη του Κομμουνιστικού Κόμματος Κύπρου του 1926, ο Δημοκρατικός Συναγερμός (ΔΗΣΥ), το παραδοσιακό δεξιό κόμμα της Κύπρου και το κεντρώο Δημοκρατικό Κόμμα (ΔΗΚΟ). 

Ads

Ο Δημοκρατικός Συναγερμός και το Δημοκρατικό Κόμμα δημιουργήθηκαν μετά την τουρκική εισβολή του 1974. Σημαντική, ωστόσο παρουσία, σε επίπεδο εκλογικών συμμαχιών είχε και έχει και η Ενιαία Δημοκρατική Ένωση Κέντρου (ΕΔΕΚ), η οποία δημιουργήθηκε το 1969. Στον ιδεολογικό χάρτη, το ΑΚΕΛ και η ΕΔΕΚ τοποθετούνται αριστερά, ενώ το ΔΗΣΥ και το ΔΗΚΟ τοποθετούνται από το κέντρο έως τα δεξιά.

Η μερίδα του λέοντος στην εκτελεστική εξουσία του τόπου, στην Προεδρία της Δημοκρατίας, διαμοιράστηκε από το ΔΗΣΥ, με Πρόεδρο μια ηγετική φυσιογνωμία της κυπριακής ιστορίας, τον Γλαύκο Κληρίδη και το ΔΗΚΟ, με Προέδρους τον Σπύρο Κυπριανού και τον Τάσσο Παπαδόπουλο. Η διαφορά των δυο αυτών πολιτικών κομμάτων άπτεται ουσιαστικά περισσότερο στη διαχείριση του Κυπριακού Ζητήματος και λιγότερο στη διαχείριση της εσωτερικής διοίκησης, επί της οποίας διαγράφεται προγραμματική σύγκλιση. Ως προς τη διαχείριση του Κυπριακού, οι προσεγγίσεις των κομμάτων αυτών είναι πολύ διαφορετικές, έως και μεταξύ τους συγκρουσιακές. Πολύ νωπή παραμένει στη μνήμη, η διαφορετική προσέγγιση που ακολούθησαν, στην πρώτη ουσιαστική προσπάθεια των Ηνωμένων Εθνών να λυθεί το Κυπριακό, με το Σχέδιο Ανάν.

Η αρχή των διαβουλεύσεων επί του Σχεδίου είχε αρχίσει από το 1993, όταν Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας ήταν ο Γλαύκος Κληρίδης (1993-2003). Η θετική, επί του Σχεδίου, προσέγγιση του Κληρίδη, προκάλεσε μείζονα αντιπαράθεση στο εσωτερικό της Κύπρου. Ο αρχηγός του ΔΗΚΟ, τότε, Τάσσος Παπαδόπουλος, αλλά και ο γενικός γραμματέας του ΑΚΕΛ, Δημήτρης Χριστόφιας, τάχθηκαν ενάντια στο Σχέδιο Ανάν. Σκοπός του Σχεδίου αποτέλεσε η διαμόρφωση μιας κυπριακής, διζωνικής ομοσπονδίας, με σταδιακή διαδικασία αποστρατικοποίησης. Με τον στόχο αυτό διαφώνησε τότε το ΑΚΕΛ, το οποίο είχε εξ αρχής διατηρήσει μια ιδιαίτερα ανελαστική στάση, με κατεύθυνση την πλήρη ένωση και την πλήρη αποστρατικοποίηση του νησιού. Η αρνητική στάση του ΔΗΚΟ αναφερόταν σε επιμέρους διαφωνίες του Τάσσου Παπαδόπουλου με ζητήματα εγγυήσεων, ασφάλειας και εδαφικού καθορισμού.

Το 2003, μέσα στη γενικότερη δυσαρέσκεια που είχαν οι προκαλέσει οι διαπραγματεύσεις, επί του Σχεδίου Ανάν, ο Γλαύκος Κληρίδης έχασε τις προεδρικές εκλογές, και Πρόεδρος αναδείχθηκε ο Τάσσος Παπαδόπουλος με την στήριξη στο δεύτερο γύρο των εκλογών του ΑΚΕΛ. Ενώ, ο Παπαδόπουλος αρχικά έλαβε μέρος στις διαβουλεύσεις, οι οποίες διενεργήθηκαν έως και το 2004,  η αλήθεια είναι ότι εξ αρχής δε διαφαινόταν ότι θα υπήρχε λύση. Η διαχρονικά σκληρή στάση του Τουρκοκύπριου ηγέτη, Ραούφ Ντενκτάς δεν άφηνε ιδιαίτερα περιθώρια διαπραγματεύσεων. Στο εσωτερικό της Κύπρου, παραμονές του δημοψηφίσματος – καθώς το Σχέδιο θα τίθετο σε δημοψήφισμα τόσο στην ελληνοκυπριακή, όσο και στην τουρκοκυπριακή κοινότητα – η στάση του Τάσσου Παπαδόπουλου ήταν κατηγορηματικά αρνητική. Σε γενικές γραμμές, όλες οι πολιτικές δυνάμεις, πλην του ΔΗΣΥ και των Ενωτικών Δημοκρατών – του φιλελεύθερου κόμματος της Κύπρου – ήταν αρνητικές. Τελικά, το 76% της ελληνοκυπριακής κοινής γνώμης απέρριψε το Σχέδιο Ανάν, σε αντίθεση με το 65% των Τουρκοκυπρίων οι οποίοι ψήφισαν θετικά. Οι συνομιλίες τότε για την επίλυση του Κυπριακού σταμάτησαν.

Ωστόσο, και σήμερα, στη νέα προσπάθεια επίλυσης του Κυπριακού, το ΔΗΚΟ, με πρόεδρο τον υιό του πρώην Προέδρου Τάσσου Παπαδόπουλου, Νίκο Παπαδόπουλο, είναι ενάντια στις συζητήσεις που πραγματοποιούνται στη Γενεύη. Η αντιπαράθεση μάλιστα υπήρξε τόσο έντονη, ώστε ο Νίκος Παπαδόπουλος να οδηγήσει σε έξοδο το κόμμα του από τη συμμαχική κυβέρνηση ΔΗΣΥ – ΔΗΚΟ, που είχε δημιουργηθεί στις βουλευτικές εκλογές του 2013. Υπέρ της ευόδωσης των προσπαθειών στη Γενεύη, ωστόσο, σήμερα τοποθετούνται τόσο στελέχη του ΔΗΚΟ, τα οποία τοποθετούνται απέναντι στην ηγεσία Παπαδόπουλου, καθώς και σε γενικές γραμμές το ΑΚΕΛ.

Ακόμη και στη δυσάρεστη περίπτωση του τερματισμού των συζητήσεων επί του θέματος σήμερα, σημαντική παρακαταθήκη θα είναι η υπεράσπιση των προσπαθειών από ένα σημαντικό μέρος διακομματικά της πολιτικής ελίτ. Η εικόνα αυτή σίγουρα βρίσκεται σε πλήρη αντίθεση με την πολιτική απομόνωση που βίωσε το ΔΗΣΥ, μια δεκαετία πριν, όταν εξέφραζε τη συμφωνία του με το Σχέδιο Ανάν.

Το Μνημόνιο

Πέραν του μείζονος εθνικού ζητήματος, το 2012, κατόπιν της ελληνικής χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2010, η Κύπρος έπρεπε να διαχειριστεί μια μείζονα τραπεζική κρίση. Η Κύπρος διαχρονικά αποτελεί μια μικρή, ελεύθερη οικονομία με έναν ιδιαίτερο δυναμικό τραπεζικό κλάδο. 

Ως απότοκος, για πολλούς οικονομικούς αναλυτές, της έκθεσης των κυπριακών τραπεζών σε ελληνικά ομόλογα, εκείνα που το 2012 κουρεύτηκαν, δημιουργήθηκε ένα σημαντικό έλλειμμα ρευστότητας και χρεών στις κυπριακές τράπεζες. Τον Ιούλιο του 2012, η κυβέρνηση Χριστόφια (κυβέρνηση 2008-2013) ζήτησε βοήθεια από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό. Το ΑΚΕΛ έχασε τις εκλογές του Φεβρουαρίου του 2013 και σχηματίστηκε μια νέα συμμαχική κυβέρνηση (ΔΗΣΥ, ΔΗΚΟ, Ευρωπαϊκό Κόμμα). 

Τον Μάρτιο του 2013, το πρώτο Μνημόνιο, το οποίο περιελάμβανε και κούρεμα των καταθέσεων, απορρίφθηκε από την κυπριακή βουλή. Συγκεκριμένα, κατά του Μνημονίου ψήφισαν το ΑΚΕΛ, το ΔΗΚΟ, η ΕΔΕΚ, το Ευρωπαϊκό Κόμμα, ενώ ο Δημοκρατικός Συναγερμός απείχε. Οι διαβουλεύσεις με την τρόικα συνεχίστηκαν και τελικά ένα μήνα μετά το δεύτερο προσχέδιο, το οποίο και πάλι περιελάμβανε σημαντικό κούρεμα καταθέσεων, άνω των 100,000 ευρώ, υπερψηφίστηκε. 

Η κυβέρνηση του 2013 (ΔΗΣΥ, ΔΗΚΟ, προτού αποχωρήσει, και Ευρωπαϊκού Κόμματος) φαίνεται να εφάρμοσε αποτελεσματικά το Μνημόνιο της χώρας με την τρόικα, καθώς τρία χρόνια μετά η Κύπρος φαίνεται να μη βασίζεται σε δανεισμό μέσω Μνημονίου. 

Στην κατεύθυνση αυτή είναι σαφές ότι καθοριστικό ρόλο διαδραμάτισε η υπάρχουσα δομή της οικονομίας της Κύπρου, η οποία μπόρεσε και αφομοίωσε τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις, καθώς ήδη χαρακτηριζόταν από τις ελαστικές εργασιακές σχέσεις και την έντονη προσέλκυση επενδύσεων.

Η οικονομική, όμως, λιτότητα συνέβαλε στην αύξηση της ανεργίας, ποσοστό, το οποίο στους νέους ανήλθε φέτος σε ποσοστό 30%. Η ανεργία και το σοκ της κοινής γνώμης μετά το κούρεμα των καταθέσεων έχουν διαμορφώσει ένα σημαντικό ρεύμα αμφισβήτησης σε βάρος της κυπριακής πολιτικής. Η οικονομική λιτότητα φαίνεται να επηρεάζει την κατανομή εκλογικής ισχύος μεταξύ των κομμάτων. Σημαντικές απώλειες από το 2013 και μετά μετράει το ΑΚΕΛ, ενώ απώλειες έχει και το ΔΗΚΟ.

Σημαντικά ενισχυμένο, ωστόσο, παρουσιάστηκε στις βουλευτικές εκλογές του 2016, το ακροδεξιό πολιτικό κόμμα, Εθνικό Λαϊκό Μέτωπο. Το Εθνικό Λαϊκό Μέτωπο διατηρεί πολύ στενές σχέσεις με τη Χρυσή Αυγή, τοποθετείται ενάντια στην οικονομική λιτότητας στο πλαίσιο του Μνημονίου, είναι αντίθετο στην ΕΕ, προωθεί εθνικιστικές προσεγγίσεις αναφορικά με την επίλυση του Κυπριακού, αντίθετες στην κατεύθυνση του διαλόγου με την τουρκοκυπριακή πλευρά.

Τελικό σχόλιο

Η εθνική τραγωδία του 1974 στην Κύπρο δημιούργησε στην κυπριακή κοινωνία ισχυρά τραύματα, τα οποία εκφράστηκαν έντονα και διαχρονικά από την πολιτική ελίτ του τόπου. Ο προγραμματικός λόγος των κομμάτων, έως και σήμερα, εμπεριέχει έντονο συγκινησιακό φορτίο κατά την αναφορά των εθνικών θεμάτων και είναι γεγονός ότι η πολιτική ελίτ παραμένει σε ένα σημαντικό βαθμό συναισθηματικά συνδεδεμένη με γεγονότα και πρωταγωνιστές της ιστορίας του νησιού.

Σημαντικές εξελίξεις εμφανίζουν, από την άλλη, οι πολιτικές τοποθετήσεις των κυπριακών κομμάτων σε ζητήματα της κοινωνικό – πολιτισμικής και της οικονομικής ατζέντας. Το κυπριακό κοινοβούλιο, τα τελευταία χρόνια, έχει ψηφίσει υπέρ φιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων, τόσο σε κοινωνικό (σύμφωνο συμβίωσης), όσο και σε οικονομικό επίπεδο (ελεύθερες εργασιακές σχέσεις), αποδεικνύοντας την εκσυγχρονιστική τροχιά που όντως ακολουθεί η χώρα.

Η ρεαλιστική επιδίωξη της εθνικής λύσης στο Κυπριακό, και η διακομματική στήριξη των προσπαθειών αυτών είναι αναγκαία βήματα στην κατεύθυνση απεγκλωβισμού των ελίτ από το «κυνήγι της ιστορικής δικαίωσης». 

Η λύση του οικονομικού αδιεξόδου στο βόρειο τμήμα του νησιού, το οποίο επί 42 χρόνια βρίσκεται υπό κατοχή και η τακτοποίηση στο μέτρο του δυνατού των διμερών σχέσεων του νησιού με την Τουρκία θα στρέψει την πολιτική αντιπαράθεση στην εκπροσώπηση της σύγχρονης πορείας της κυπριακής κοινωνίας, η οποία προχωρά και ευημερεί ακάθεκτα.