Συνεχιζόμενο σάλο έχει η προκαλέσει η εμμονή του κουαρτέτου στην επιβολή του ενιαίου 23% ΦΠΑ στην ιδιωτική εκπαίδευση στη χώρα μας που καταταλαιπωρείται από τα ακατονόμαστα καπρίτσια των «Εταίρων», οι οποίοι μέσω των τεχνικών τους κλιμακίων κόβουν και ράβουν  για να τους βγει ο λογαριασμός δίχως να υπολογίζουν πως οι ζωές των ανθρώπων δεν είναι αριθμοί στο excelάκι!

Ads

Οι λεγόμενοι  θεσμοί  εμφανίζονται σαν απρόσωποι λογιστές  δίχως καμιά έγνοια και μέριμνα  απέναντι στις πραγματικές εκπαιδευτικές ανάγκες  και την ιστορική πραγματικότητα του λαού μας, που είχε ανέκαθεν  ως πρόταγμα το Ψωμί, Παιδεία, Ελευθερία. Πατώντας  πάνω στην ψευδεπίγραφη κοινοτική νομοθεσία δεν αποδέχονται το κλιμακωτό ΦΠΑ στην εκπαίδευση και αδιαφορούν επιδεικτικά  για τα νέα λουκέτα και την εκτόξευση της ανεργίας στον κλάδο των εκπαιδευτικών που  πλήττεται βάναυσα εδώ και δεκαετίες από την προοδευτική εφαρμογή της νεοφιλελεύθερης  πολιτικής στην Παιδεία, προωθώντας το μοντέλο «Παιδεία για λίγους και εκλεκτούς»,  με επαίτες εκπαιδευτικούς για μια  άθλια πληρωμένη έστω θεσούλα σε κάποιο συνοικιακό φροντιστήριο ή οι πιο τυχεροί σε κάποιο ιδιωτικό σχολείο με εκμηδενισμένα εργασιακά δικαιώματα και υπό την αυθαιρεσία των Σχολαρχών εργοδοτών.

Κι εδώ υπεισέρχεται ο παράγων της ιδιαίτερης  σχέσης της Αριστεράς με την εκπαίδευση διαχρονικά στην πατρίδα μας. Προοδευτικά μυαλά του τόπου μας όπως ο Γληνός, ο Δελμούζος, ο Τριανταφυλλίδης, ο Κακριδής, ο Παπανούτσος και πλήθος άλλων πρωτοστάτησαν στην ανάδειξη  και  την επίλυση των χρόνιων  γλωσσικών και εκπαιδευτικών ζητημάτων που ταλάνιζαν  την ελληνική κοινωνία,  επιτυγχάνοντας την επίλυσή τους προς μια δημοκρατική κατεύθυνση και κάνοντας κεκτημένο του λαού μας την καθημερινή γλώσσα που μιλούσε και μια παιδεία χωρίς διακρίσεις, ανοιχτή σε όλους.

Για ολόκληρες δεκαετίες το ιδανικό της ελληνικής αστικής και αγροτικής οικογένειας  είναι η  εγγραματοσύνη των παιδιών της και η πρόσβαση τους στην ανώτατη εκπαίδευση καθιστώντας τα ικανά να διεκδικήσουν  μέσω των πανεπιστημιακών τίτλων μια καλύτερη ζωή, ακόμη και σήμερα που η αγορά εργασίας απαξιώνει τα πολλά εφόδια. Το πρόσημο του ιδανικού  αυτού είναι καθαρά ταξικό και ανταποκρίνεται στη βαθύτερη επιθυμία  και στο αναφαίρετο δικαίωμα  κάθε λαού για πρόοδο και ευημερία.

Ads

Κι ας μην ξεχνάμε και κάτι άλλο, όλη αυτή η παραφιλολογία  περί  Παραπαιδείας και η δαιμονοποίησή της  επίτηδες παραγνωρίζει  το γεγονός πως η φροντιστηριακή εκπαίδευση, δίχως να γίνεται υποκατάστατο και ανταγωνιστής της κύριας, σε όλες τις χώρες του κόσμου (από την Ιαπωνία με τα Juku, που αριθμούν σε 50.000 και τις ΗΠΑ με τα Learning Centers έως  τα γαλλικά  Soutien Solaire και τα γερμανικά  Nachhilfe) εφαρμόζεται και διευκολύνεται  καλύπτοντας την πάγια ανάγκη χιλιάδων μαθητών για πρόσθετη διδακτική στήριξη. 

Ειδικότερα το  φαινόμενο της ενισχυτικής διδασκαλίας το γνωρίζει και το στηρίζει η ελληνική κοινωνία  εδώ και δεκαετίες. Τα πρώτα οργανωμένα φροντιστήρια  ιδρύθηκαν όταν διώχθηκαν πολλοί εκπαιδευτικοί για τα φρονήματά τους από το δημόσιο σχολείο επί  Ελ. Βενιζέλου, επί δικτατορίας Θ. Πάγκαλου και Ι. Μεταξά. Διώξεις και αποκλεισμοί εκπαιδευτικών συνεχίστηκαν και μετά το 1947 με μόνη διέξοδο τη φροντιστηριακή εκπαίδευση η οποία ενισχύθηκε κυρίως με την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1965, όταν μεταβιβάστηκαν οι εξετάσεις για το  πανεπιστήμιο στο λύκειο, αντίθετα  στη διάρκεια της απριλιανής δικτατορίας  το φροντιστήριο διώχθηκε σκληρά.

Από το 1974 έως σήμερα τα πράγματα λίγο πολύ είναι γνωστά, στη χώρα μας λειτουργούν 2.500 φροντιστήρια  μέσης εκπαίδευσης, φοιτούν σ’ αυτά 150.000 μαθητές ετησίως και απασχολούν περίπου 20.000 καθηγητές. Δεδομένου, λοιπόν, ότι το δημόσιο αδυνατεί να απορροφήσει  μεγάλο αριθμό εκπαιδευτικών παρά τα κενά στα σχολεία  λόγω της συνεχούς μείωσης των δημόσιων δαπανών  για την Παιδεία, είναι αναμενόμενο να περιμένουμε από μια αριστερή κυβέρνηση να ανταποκριθεί στον ιστορικό της ρόλο και να δώσει μέχρι κεραίας τον αγώνα πρώτον ώστε να μη χαθούν και άλλες θέσεις εργασίας στο χώρο της εκπαίδευσης και δεύτερον να συνεχίσουν να απολαμβάνουν  όλα τα ελληνόπουλα το αγαθό της μόρφωσης. Εάν τελικά δεν καταστεί εφικτό να μην επιβληθεί το    23 %  στην εκπαίδευση, είναι συνετό τουλάχιστον να εξαιρεθούν οι βρεφονηπιακοί σταθμοί και τα φροντιστήρια μέσης εκπαίδευσης  και ξένων γλωσσών  για να  μην πληγούν περαιτέρω τα λαϊκά στρώματα που είτε εργάζονται είτε στέλνουν τα παιδιά τους σ’ αυτά.

* H Δέσποινα Ράπτη είναι εκπαιδευτικός, μέλος της Ν.Ε ΣΥΡΙΖΑ Α’ Αθήνας και του Συντονιστικού  της ΟΜ 6ου Κυψέλης