Πολλά χρόνια πριν, ο Κορομηλάς με τον βρακοφόρο μπάρμπα-Λινάρδο και τους ζωντανούς τύπους των υπηρετών μιας μεγαλοαστικής οικογένειας, κατάφερε να συνδέσει την κωμωδία με την ελληνική πραγματικότητα. Οι υπηρέτες του αθηναϊκού αρχοντόσπιτου, ο οξύθυμος και ρομαντικός μάγειρας Χρήστος, ο συμφεροντολόγος αμαξηλάτης Κωνσταντής, ο ιπποκόμος, ο παραμάγειρας, ο θυρωρός και η Μαρούλα, η «πλύντρια» του σπιτιού, έφτιαξαν μια μικρή πινακοθήκη της επικείμενης αστικοποίησης της Ελληνικής κοινωνίας.

Ads

Της μετάβασής της από την ύπαιθρο στην πόλη. Ο δε πατέρας της Μαρούλας, ο μπάρμπα-Λινάρδος, ο γέρο αμπελουργός από την Άνδρο, απεικόνισε την καπατσοσύνη και «πονηριά» του διαχρονικού Έλληνα που από την επαρχία μετέβηκε στο κέντρο για να πουλήσει μια «πέτρα» που βρήκε σκάβοντας το αμπέλι του. Η «πέτρα του σκανδάλου» και η υποτιθέμενη μεγάλη αξία της λειτούργησαν καταλυτικά στις σχέσεις ανάμεσα στους υπηρέτες και δημιούργησαν νέες ισορροπίες. Ο Κωνσταντής έχασε την ευκαιρία της ζωής του να παντρευτεί μια πλούσια νύφη, η Μαρούλα τελικά ανταμείφθηκε για την τιμιότητά της και ο τίμιος μάγειρας, ο Χρήστος, κέρδισε την εκλεκτή της καρδιάς του.

Τον Μάιο του 2014, τι σχέση μπορεί να έχουν όλα τα παραπάνω με την τρέχουσα πολιτική και τα γεγονότα της καθημερινότητάς μας; Αντιμετωπίζοντας με μια διασταλτική ματιά το ρομαντικό κωμειδύλλιο, αναρωτιέμαι εάν ο κουτοπόνηρος Λινάρδος που προσπάθησε να πουλήσει «φούμαρα για μεταξωτές κορδέλες» προσιδιάζει με τις ιστορίες επιτυχίας, τα χαμόγελα ευτυχίας και τα απειλητικά βλέμματα των πολιτικών που έχουν κατακλύσει τα τηλεοπτικά παράθυρα των κυρίαρχων μέσων.

Από την άλλη πλευρά, ο καημένος μπάρμπα-Λινάρδος μου έφερε στο μυαλό εκείνους τους πολιτικούς που από την Ελληνική «επαρχία» πήγαν στο Ευρωπαϊκό «κέντρο», κομίζοντας ευτελείς πέτρες βαμμένες με χρυσό, φορώντας αδειανά πουκάμισα υποσχέσεων και παρέχοντας ευσεβείς υπηρεσίες ευπείθειας και γονυπετούς πειθαρχίας στους σύγχρονους Φράγκους. Και για να δείξουν των καπατσοσύνη τους και την «ρωμαίικη λεβεντιά» τους στους γηγενείς θνητούς και εύπιστους ψηφοφόρους, μας είπαν ή άφησαν να διαρρεύσει ότι έβαλαν τις φωνές στους ξένους, ότι τους απείλησαν, τους εκβίασαν και τελικά, πάλεψαν και τα κατάφεραν. Μόνο που με τις ψεύτικες πέτρες δεν αγωνίζεσαι, αλλά παζαρεύεις την μιζέριά σου.

Ads

Ο Κωνσταντής και ο Χρήστος θα μπορούσαν να είναι οι δύο όψεις του ιδίου νομίσματος. Ο εαυτός μας, από την καλή και την ανάποδη. Εμείς που κάνουμε το καλό, αλλά είμαστε «ικανοί» να δώσουμε μια κλωτσιά και να «χύσουμε το γάλα από την καρδάρα». Καλοσυνάτοι και συνάμα, υπολογιστές. Ευκολόπιστοι και άπιστοι Θωμάδες. Υπάκουοι και αντάρτες. Είμαστε αυτοί που φωνάζουμε με στεντόρεια φωνή «έξω οι κλέφτες», τους δείχνουμε την ανοιχτή παλάμη και δεν φοβόμαστε να τους ονοματίσουμε. Αλλά την «τελευταία στιγμή», μετά από «ώριμη σκέψη», τους βγάζουμε από το νοητικό μας κάδρο, τους ξεπλένουμε σε μιαν εικονική «κολυμβήθρα του Σιλωάμ» και τους επιβραβεύουμε ψηφίζοντάς τους και δίνοντάς τους, για μια ακόμη φορά, την ευκαιρία να έρθουν έξω από την πόρτα μας και να μας «πουλήσουν» τις «πέτρες» του μπάρμπα-Λινάρδου.

Και αφού το κάνουν, τότε για πολλοστή φορά, ανακαλύπτουμε ότι κάναμε λάθοςˑ τους βρίζουμε, τους ρίχνουμε κατάρες, στη συνέχεια τους απαξιώνουμε και υποσχόμαστε στον εαυτό μας ότι δεν θα κάνουμε ξανά το ίδιο λάθος. Ρομαντικοί και φωνακλάδες σαν το μάγειρα Χρήστο, μαγειρεύουμε την τύχη μας. Καταχθόνιοι και κρυψίνοες σαν το αμαξηλάτη Κωνσταντή, οδηγούμε το κάρο μας μέσα από στενωπούς και κακοτράχαλα σοκάκια, για να τα καταφέρουμε, να γίνει το δικό μας, να αρπάξουμε την ευκαιρία, να την βολέψουμε, βρε αδελφέ.

Η Μαρούλα είναι η συνείδησή μας, το χαμένο κομμάτι του εαυτού μας, η παιδικότητα που πρόωρα εξαφανίσαμε και την στείλαμε στα βάθη της ψυχής μας. Είναι όμως και η επιθυμία για κάτι καλύτερο, ουσιαστικότερο και κρισιμότερο. Η επιθυμία να κοιτάξουμε κατάματα το αύριο και να δούμε πέρα από τον νεοφιλελεύθερο ορίζοντα. Ο καθένας και η καθεμιά από εμάς ψάχνει την τύχη του, οραματίζεται ένα καλύτερο μέλλον, μιαν επόμενη μέρα που «τα πράγματα αλλάζουν». Μόνο που η καθημερινότητά μας δεν είναι ανάλαφρη, χαριτωμένη και ειδυλλιακή. Η «Μαρούλα» δεν μπορεί να αφήσει την «τύχη» της στο τυχαίο και στο ρομαντικό. Αυτή είναι στα δικά της χέρια, την κρατάει και το ξέρει και δεν επιτρέπεται να κάνει τη δεύτερη σκέψηˑ όχι, αυτή την φορά. Η «πέτρα του σκανδάλου» είναι γνωστή, βιώνεται από όλους μας καθημερινά και οι πάμπολλες ευκαιρίες που της έχουν δοθεί να αποδείξει ότι δεν είναι «άνθρακας ο χρυσός», είναι επαρκείς για να πάρει η «Μαρούλα» στα χέρια της την «τύχη» ολονών μας. Το μόνο που πρέπει να κάνει είναι να βρει σε ποιο εκλογικό τμήμα ψηφίζει!