Ώστε έτσι λοιπόν κ. Εφέτα, ουδεμία «αιτιώδης συνάφεια» του αυτουργού με το έγκλημα. Και για να αποδοθεί δικαιοσύνη, η Κωνσταντίνα Κούνεβα έπρεπε να επιστρέψει τα ψιχία (εν σχέσει προς τα έξοδα που έκανε για να αποκαταστήσει την υγεία της) που της επιδικάστηκαν πρωτοδίκως στον πρώην εργοδότη της, την ΟΙΚΟΜΕΤ. Είναι τόσα πολλά και σε τόσα επίπεδα αυτά που μου έρχονται να πω, που καλύτερα να μην πω τίποτα. 

Ads

Διότι από που ν’ αρχίσω; Από τη διαφορά τύπου και ουσίας ή από κάτι άλλο; Σε ποιο Πανεπιστήμιο και σε ποια Σχολή διδάσκεται τέτοια Δικαιοσύνη; Έχει η έλλειψη πραγματικής Παιδείας «αιτιώδη συνάφεια» με αυτή τη βλασφημία; Ή μήπως να μπούμε στα χωράφια της Ψυχολογίας και να ψάξουμε στις προσωπικές εμπειρίες, τα αρχέτυπα, τα ορμέμφυτα, τα ένστικτα των καθ’ ύλην αρμοδίων; Αρκεί ο φόβος που προκαλεί το ξένο όνομα, ή μήπως οι δικαστές ζουν σε άλλο πλανήτη; 

Η Κούνεβα σπούδασε Ιστορία-Αρχαιολογία, αλλά δεν ήρθε στην Ελλάδα για να κάνει διδακτορικό,  ούτε γιατί σαγηνεύτηκε από τα σλόγκαν και τις αφίσες του ΕΟΤ, που προβάλλουν τον μύθο του γαλανού παραδείσου και του je m΄en fous -για να μην πω live and let die- που μας χαρακτηρίζει. Ήρθε γιατί είχε άρρωστο παιδί και δεν έβγαιναν τα λεφτά να πάει στας Ευρώπας για θεραπεία. Το βουλγάρικο σύστημα υγείας το είχε διαλύσει εντελώς το (μη κομμουνιστικό!) καθεστώς. 

Τι κάνει μια μάνα με τόση αξιοπρέπεια και δύναμη ψυχής όσο η Κούνεβα σε μιαν Ελλάδα που εκείνη την εποχή άρχιζε να παίρνει τον κατήφορο νομίζοντας ότι ανεβαίνει στον Όλυμπο; Ζώνεται τον ζυγό και σέρνει το κάρο. Καθαρίστρια βρίσκει, καθαρίστρια γίνεται. Η δουλειά δεν είν’ ντροπή.

Ads

Και τότε έρχεται το βιτριόλι. Το ίδιο βιτριόλι που έκαψε πρόσφατα την άτυχη Ιωάννα, συγκινώντας το πανελλήνιο, έκαψε και την Κωνσταντίνα. Στην περίπτωσή της, δεν ήταν όμως η αντιζηλία, αλλά ο ταξικός πόλεμος. Η Κούνεβα πλήρωσε ακριβά την κοινωνική της εγρήγορση, τη συνδικαλιστική της δράση και το βουλγάρικο όνομα. Όποιος δεν τα βλέπει αυτά δεν είναι επειδή πάσχουν τα μάτια του, αλλά επειδή πάσχει κάτι άλλο.

Τι υπαινίσσεται άραγε ο Εφέτης όταν λέει ότι δεν υπάρχει «αιτιώδης συνάφεια» ανάμεσα στους αυτουργούς και την εταιρεία που εργαζόταν η Κούνεβα; Μήπως υπαινίσσεται ότι το κίνητρο του εγκλήματος δεν ήταν η «ενοχλητική» στάση της απέναντι στην εργοδοσία, αλλά κάτι πιο «προσωπικό»; Δηλαδή, για να το καταλάβουμε όλοι: απ’ τη μια μεριά έχεις τη μαρτυρία -και την ιστορία- μιας τέτοιας γυναίκας και απ’ την άλλη τους ισχυρισμούς ενός εργολάβου συνεργείων καθαρισμού· κι εσύ, σαν σωστός δικαστής, παίρνεις ύφος Ντογιάκου και λες «Δεν απεδείχθη τίποτα, να επιστραφεί η αποζημίωση». Τι ακριβώς να αποδειχτεί όμως και πως; Αποδεικνύονται ποτέ αυτά τα πράγματα; Αν ο επιθεωρητής Κλουζώ που έχεις μέσα σου σου λέει ότι πρόκειται για «προσωπικές διαφορές», εσύ κι η αστυνομία πρέπει να το αποδείξετε συλλαμβάνοντας κι  ανακρίνοντας τους ενόχους. Όχι η Κούνεβα που της έλιωσε τα σπλάχνα το οξύ και έχει εξηγήσει αναλυτικά το τι συνέβη. 

Η ακραία αδικία που χαρακτηρίζει την υπόθεση Κούνεβα έχει κάτι από Ρόζα Λούξεμπουργκ, Έμι Νέτερ, Ροζαλίν Φράνκλιν. Για κάποιο μυστήριο λόγο, όταν μιλάμε για ακραίες αδικίες, που πολλές φορές φτάνουν μέχρι την απώλεια της ζωής, αναφερόμαστε κυρίως σε γυναίκες. Γιατί άραγε;  

Woman is the nigger of the world, και μην κάνετε για άλλη μια φορά το κοροΐδο κα Πρόεδρε…

* Ο Σπύρος Γεωργάτος διδάσκει στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων