Ο Αλέξης Τσίπρας περνάει σήμερα τις πύλες του Κρεμλίνου για δεύτερη φορά ως πρωθυπουργός, έχοντας έναν διπλό στόχο: Την επαναφορά των ελληνορωσικών σχέσεων στο, προ απελάσεων, επίπεδο ομαλότητας, και την προώθηση της συνεργασίας με την Μόσχα σε στρατηγικά πεδία εν μέσω σύνθετης και τεταμένης γεωπολιτικής συγκυρίας στην περιοχή.

Ads

Ως προς το πρώτο σκέλος, η πολύμηνη προεργασία που έγινε κυρίως σε ανεπίσημο επίπεδο, έχει ήδη αποφέρει καρπούς και η κοινή συνέντευξη Τύπου Τσίπρα-Πούτιν σήμερα το απόγευμα αναμένεται να πιστοποιήσει την επάνοδο στην «κανονικότητα». Είναι κάτι που, όπως επισημαίνουν, διπλωματικές πηγές το επιθυμεί και η Μόσχα, η οποία σε μια περίοδο σωρευμένων γεωπολιτικών τριβών επιδιώκει τις ανοιχτές γέφυρες με χώρες όπως η Ελλάδα. Ταυτόχρονα, το επιδιώκει διακαώς και η Αθήνα στο πλαίσιο της επαναβεβαίωσης του κεντρικού δόγματος της πολυδιάστατης εξωτερικής πολιτικής.

Ενδεικτικά των προθέσεων εδώ, είναι τα όσα είπε ο πρωθυπουργός στην συνέντευξή του στο ΤΑΣΣ: «Παρά την πάντοτε στενή φιλία των λαών μας», επεσήμανε ο Αλέξης Τσίπρας, «και τα 190 χρόνια διπλωματικών μας σχέσεων, οι σχέσεις αυτές δεν ήταν πάντα εποικοδομητικές. Αναμένω από αυτήν την επίσκεψη να συνεχιστούν οι κοινές μας προσπάθειες. Και φυσικά σε όλη αυτήν την περίοδο, παρά τις δυσκολίες, που πέρασαν οι σχέσεις μας, διατηρώ με τον πρόεδρο Πούτιν ειλικρινή και σταθερή σχέση, σχέση ειλικρινούς και έντιμου διαλόγου».

Επί των προθέσεων αυτών βεβαίως υπάρχουν δύο σοβαρά αγκάθια. Το ένα είναι η συμφωνία των Πρεσπών και η λύση του Μακεδονικού που βρίσκει σταθερά και σθεναρά αντίθετη την Ρωσία, καθώς ανοίγει τον δρόμο για την  ένταξη της πΓΔΜ στο ΝΑΤΟ και «σπάει» τον σχεδιασμό της Μόσχας σε ό,τι αφορά τις σφαίρες επιρροής της στα δυτικά Βαλκάνια. Το δεύτερο είναι η σταθερή εμβάθυνση των δεσμών και της στρατηγικής συνεργασίας Αθήνας – Ουάσιγκτον, την ώρα που οι αμερικανορωσικές τελούν σε κλιμακούμενη ένταση. Επ’ αυτού μάλιστα συνεκτιμάται κι η ενόχληση που έσπευσε να δείξει προχθές η Μόσχα για την αμερικανική παρουσία στην Κύπρο, με ένα μήνυμα που είχε μεν βασικό αποδέκτη την  Λευκωσία αλλά απευθυνόταν εμμέσως και προς την Ελλάδα.

Ads

Ως προς το πρώτο ζήτημα πάντως, το Μακεδονικό, ελληνικές πηγές καθιστούσαν σαφές χθες ότι το μήνυμα προς την Μόσχα είναι η αποσύνδεση της συμφωνίας των Πρεσπών από τις διεθνείς διαμάχες γεωπολιτικής επιρροής. Δηλαδή, εκείνο που προβάλει η Αθήνα είναι πως ο πρώτος στόχος της ελληνικής διπλωματίας είναι η επούλωση ενός χρόνιου τραύματος της εξωτερικής πολιτικής, δηλαδή η λύση του Μακεδονικού, ανεξαρτήτως των παραπλευρων γεωπολιτικών επιπτώσεών της.

Ως προς την σύσφιξη των ελληνοαμερικανικών σχέσεων, οι ίδιες πηγές σημείωναν πως πάντοτε η ελληνική εξωτερική πολιτική ήταν δισυπόστατη –κι αυτό το δισυπόστατο αποτελεί και τον πυρήνα της. Η Ελλάδα, όπως τονίζουν, επιδιώκει παγίως καλές σχέσεις και με τις δύο πλευρές, και το ίδιο πράττουν αρκετές ακόμη χώρες στην περιοχή. Παράλληλα, δε, τονίζουν πως ειδικά στην παρούσα συγκυρία αποτελεί βασική προτεραιότητα της Αθήνας να μην εμπλακεί στην παράλληλη αναμέτρηση Ρωσίας και ΗΠΑ, στην οποία διεκδικεί ρόλο και η Τουρκία.

Σε αυτό το πλαίσιο, το επόμενο στρατηγικό βήμα στις διμερείς σχέσεις θα ήταν, κατά το ιδανικό σενάριο, η περαιτέρω συνεργασία στον ενεργειακό τομέα. Εδώ, αιχμή του δόρατος αποτελεί η επέκταση του αγωγού Turkish Stream μέσω ελληνικού εδάφους και χαρακτηριστική είναι η χθεσινή δήλωση του πρωθυπουργού επίσης στο TASS:

«Στο πλαίσιο», είπε, «της πολυμερούς ενεργειακής πολιτικής διασποράς πηγών και ροών ενέργειας η Ελλάδα και άλλες ευρωπαϊκές χώρες πρέπει να προωθήσουν τη συνεργασία με τη Ρωσία. Μεταξύ άλλων και μέσω του αγωγού Turkish Stream, τον οποίο αρχικώς φανταζόμασταν ως European Stream και όχι απλώς ως τουρκικό αγωγό. Είμαστε σε διαδικασία διαλόγου για το θέμα με την ΕΕ. Πιστεύω ότι τα επιχειρήματά μας είναι ισχυρά, έχουμε υπομονή και επιμονή και πιστεύω ότι μελλοντικά θα έχουμε θετικά αποτελέσματα».