Οι διοργανωτές της εκδήλωσης «Μένουμε Ευρώπη;» είναι άξιοι συγχαρητηρίων. Με απαράμιλλη οξυδέρκεια και πολιτική ετοιμότητα, άδραξαν την ευκαιρία για να απευθύνουν δημόσια ένα καίριο ερώτημα: εσείς κυρίες και κύριοι του ακραίου Κέντρου, που με τόση έμφαση διεκδικείτε την ευρωπαϊκή σας ταυτότητα, τι έχετε να πείτε για το βόρβορο των παρακολουθήσεων; Συμβιβάζονται αυτά με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς και τα ευρωπαϊκά ήθη;

Ads

Οι ευφυέστεροι αποδέχτηκαν την πρό(σ)κληση. Πήγε λοιπόν ο Βενιζέλος και με σαφήνεια εξήγησε την αντίθεσή του στις μεθοδεύσεις Μητσοτάκη, ξεκαθαρίζοντας ταυτόχρονα ότι δεν ήταν ποτέ – και δεν θα γίνει στα γεράματα – αριστερός και φίλος του ΣΥΡΙΖΑ. Θα επανέλθω σ’ αυτό, διότι είναι το πιο βασικό· αλλά ας σχολιάσουμε εν ολίγοις το πως συμπεριφέρθηκαν οι υπόλοιποι.

Οι υπόλοιποι της παρέας, μέσα στη Jargonaphasie της πολιτικής εμπάθειας που τους παραδέρνει, ερμήνευσαν τον τίτλο της εκδήλωσης (δηλαδή στο ερωτηματικό) με έναν σουρεαλιστικό τρόπο: αμφισβητείται, λέει, η προσήλωσή μας στους ευρωπαϊκούς θεσμούς και επιστρέφουμε έτσι στο 2015. Ανερυθρίαστα λοιπόν, άρχισαν να εγκαλούν ό,τι πολυτιμότερο διαθέτουν: τον Βενιζέλο!

Πρωτότυπη άποψη περί πολιτικού διαλόγου: τα συζητάμε μόνο μεταξύ μας, αλλά όχι με τους πολιτικούς αντιπάλους μας, γιατί μπορεί να μπερδευτούμε στο τέλος. Ο Πρετεντέρης αποδείχτηκε πολύ εξυπνότερος, αποδίδοντας στους οργανωτές της εκδήλωσης την πρόθεση να κηρύξουν την «λήξη συναγερμού» στο αντιΣΥΡΙΖΑ μέτωπο. Λογικό αυτό. Αλλά γιατί είναι πολιτικά άτοπο; Μέχρι πότε θα πορεύεται το ακραίο Κέντρο με τα φαντάσματα του 2015; Δεν είναι καιρός να εφεύρει μια πιο επίκαιρη πολιτική για να αντιπαρατεθεί στον ΣΥΡΙΖΑ;

Ads

Τέλος πάντων. Δημοκρατία έχουμε, ισχύει απόλυτα το «De gustibus non est disputandum». Δικαίωμα της χαριτωμένης φυλής των ακροκεντρώων να διεκδικούν φανατικά τον πολιτικό τους επαρχιωτισμό. Τώρα, το πόσο αυτό είναι συμβατό με την εικόνα του κοσμοπολίτη και του ακραιφνούς Ευρωπαίου που προσπαθούν να προβάλουν, είναι άλλη παράγραφος.

Τι συμβαίνει όμως με τον Βενιζέλο και ορισμένους άλλους, που δεν έχουν κανένα πρόβλημα να καυτηριάσουν δημόσια τη Νέα Δημοκρατία;

Δεν αντιλαμβάνονται άραγε πως ό,τι βλάπτει την κυβέρνηση εμμέσως ευνοεί την αξιωματική αντιπολίτευση; Στις εκλογές, ή το ένα κόμμα θα κερδίσει ή το άλλο. 

Το καταλαβαίνουν και το παρακαταλαβαίνουν, αλλά η στόχευσή τους είναι άλλη. Δεν εννοώ αυτό που κυκλοφορεί ευρέως, ότι δηλαδή ο Βενιζέλος και οι φίλοι του μπορεί να θέλουν να εξασφαλίσουν τη «συμπάθεια» και την «ανοχή» του ΣΥΡΙΖΑ, για να αναρριχηθούν σε ύπατα αξιώματα στο μέλλον. Αυτή η ερμηνεία μπορεί να περιέχει ίχνη αλήθειας, στο σύνολό της είναι όμως υπερ-απλουστευτική. Δεν εξαγοράζονται τόσο άμεσα τα δημόσια αξιώματα, ούτε αφήνει κανείς τόσο εύκολα τα σίγουρα για να διεκδικήσει τα αβέβαια. Επί του προκειμένου, η άποψη του Βενιζέλου είναι μάλλον αυθεντική, και αντιπροσωπεύει έναν «χώρο» που πραγματικά αποστρέφεται τις μεθοδεύσεις Μητσοτάκη. Αλλά ποιος είναι ο «χώρος» αυτός;

Δεν έχει κανείς παρά να ανατρέξει στη ρητορική του Βενιζέλου, του Μαραντζίδη και άλλων, για να διαπιστώσει πόσο συχνά και σε ποιο πλαίσιο χρησιμοποιούν το όρο «φιλελεύθερη Δημοκρατία». Αυτή η Σχολή έχει αφήσει πίσω της προ πολλού τη διχοτομία «Αριστερά-Δεξιά», «Σοσιαλδημοκρατία-Χριστιανοδημοκρατία», «Εργατικοί-Τόρις». Αυτό που βλέπουν στην Ευρώπη – αλλά και αλλού – είναι η βαθμιαία ομογενοποίηση των παραδοσιακών πολιτικών δυνάμεων σε ένα νέο πολιτικό υποκείμενο, που χάριν συντομίας θα μπορούσαμε να ονομάσουμε «το κόμμα της ελεύθερης οικονομίας» ή «η ενιαία πολιτική παράταξη του συστήματος».

Διότι, τι έχουν να χωρίσουν σήμερα οι σοσιαλδημοκράτες από τους παραδοσιακούς δεξιούς; Τίποτα, εκτός από τις … κακές παραδόσεις τους.

Ας ξεμπερδεύουμε λοιπόν, λένε οι ευφυέστεροι του νέου «χώρου», με ό,τι μας δυσφημεί, αυταρχισμό εκ του περισσού, εργατοπατέρες, ακραίους και τέρατα, και ας αξιοποιήσουμε το γεγονός ότι κρατάμε τα κλειδιά του συστήματος στα χέρια μας. Αυτή η πολιτική δουλεύει πολύ καλύτερα.

Βέβαια, ούτε ο Βενιζέλος έχει απαλλαγεί από τον πολιτικό του επαρχιωτισμό. Εξακολουθεί να κρύβεται πίσω από το ιδεολόγημα (ή μάλλον το ευφυολόγημα) της «μεταπολιτικής», ενώ ενεργεί με όρους τρέχουσας πολιτικής και μάλιστα στον υπερθετικό βαθμό. Θα έρθει όμως η στιγμή που θα διεκδικήσει ανοιχτά τον ρόλο του Πρόντι.

Κατά τα άλλα, τι να πεις; Κάθε φορά που ακούω από τη μια τα ελληνοελληνικά του Σαμαρά και από την άλλη τις ευρωσαχλαμάρες του ακραίου Κέντρου αναρωτιέμαι που μένουμε άραγε εμείς οι θνητοί. Εγώ τη λέω την αμαρτία μου: Πειραιάς, Αθήνα, Πασαντίνα, Νιου Χειβεν, Νέα Υόρκη, Χαιδελβέργη, Ηράκλειο, Εδιμβούργο, Παρίσι, Γιάννενα, Λαύριο. Δεν αποκλείεται η Ευρώπη της von der Leyen να μου πέφτει λίγη.

Χωρίς αστεία πάντως: ο Βενιζέλος μένει Θεσσαλονίκη, είναι σοβαρός αντίπαλος και έρχεται απ’ το μέλλον. Ας κανονίσει η Αριστερά την πορεία της.

*Ο Σπύρος Γεωργάτος διδάσκει στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων.