Οι ενημερωτικές εκπομπές, έχουν μετατραπεί σε ένα σποτ σε λούπα και οι σελίδες των εφημερίδων σε ολοσέλιδες καταχωρήσεις. Μια διαρκής παρέλαση κυβερνητικών, μία διαρκής ένεση εθνικής περηφάνιας. Καμία διαφορετική άποψη, καμία κριτική, καμία διαφωνία. Δεν υπάρχει χώρος και χρόνος για αυτά, άλλωστε δεν είναι στον καταμερισμό του media plan.

Ads

O χοντροκομμένος αποκλεισμός του ΣΥΡΙΖΑ από τα ΜΜΕ,  θα μπορούσε να είναι ένα ζήτημα αιχμής. Δεν πρέπει όμως να περιοριστεί στο πλαίσιο μιας αυτοναφορικότητας γιατί προφανώς στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ βγαίνουν στα ΜΜΕ. Άλλωστε ο ΣΥΡΙΖΑ έχει καταγράψει νίκες με το μιντιακό σύστημα απέναντι. Θα ήταν και εύκολη παραδοχή, αν το σοβαρό ζήτημα δημοκρατίας περιοριζόταν μόνο στον αποκλεισμό του ΣΥΡΙΖΑ.

Είναι πιο βαθιά η πληγή στη δημοκρατία. Σήμερα από τα ΜΜΕ αποκλείονται οι εργαζόμενοι στην υγεία, σήμερα από τα ΜΜΕ αποκλείονται οι εργαζόμενοι που οι εργοδότες τους αυθαιρετούν, εργαζόμενοι που βρίσκονται αντιμέτωποι με την ανεργία, κόσμος που δεν μπορεί να τα βγάλει πέρα, επαγγελματίες που μετά την καραντίνα δεν θα μπορούν να ανοίξουν και πάλι τις δουλειές τους. Μέχρι και το ΚΙΝΑΛ έχει αποκλειστεί.

Τον ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να απασχολεί περισσότερο λοιπόν ο αποκλεισμός κοινωνικών υποκείμενων και από τον αποκλεισμό του ίδιου του ΣΥΡΙΖΑ. Είναι ζήτημα που αφορά στον πυρήνα της δημοκρατίας. Και ο ΣΥΡΙΖΑ πέρα από την καταγραφή και την καταγγελία του αποκλεισμού θα πρέπει να εφεύρει ανορθόδοξους τρόπους επικοινωνίας.

Ads

Για να υπάρξει όμως περιεχόμενο στους «ανορθόδοξους» τρόπους επικοινωνίας είναι αναγκαίες κάποιες διαπιστώσεις και κάποιες παραδοχές.

Επιλογή ακροατηρίων

Από την πρόσφατη δημοσκόπηση της Prorata,  προκύπτει ύλη και ο πολιτικός αναλυτής και ερευνητής Αγγελος Σεριάτος σημειώνει: «Όταν η ανθρώπινη ζωή θα έχει προστατευθεί επαρκώς, η συζήτηση δεν θα αφορά πλέον στην ικανότητα διαχείρισης πρωτοφανών κρίσεων, αλλά πολύ περισσότερο στο ποιος φέρει την πολιτική ευθύνη σε Ελλάδα και Ευρώπη για την μετακύλιση του κόστους αντιμετώπισης τους στην μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία».

Τα περιοριστικά μέτρα αποδίδουν μόνο στην καμπύλη εξάπλωσης του ιού, αλλά προκαλούν κοινωνική κόπωση, όταν δεν συνοδεύονται από μέτρα για τη δημόσια υγεία και πολύ περισσότερο από οικονομικά και κοινωνικά μέτρα για την περίοδο της καραντίνας και αμέσως μετά.

Είναι έτσι κρίσιμο τώρα, το πως αυτή η κοινωνική κόπωση, που ήδη καταγράφεται, δεν θα οδηγήσει σε απόλυτη απόσυρση και παραίτηση των κοινωνικών υποκειμένων, αλλά μπορεί να γίνει κύμα αμφισβήτησης ή και αλλαγής.

Το βασικό ζήτημα είναι σε ποιο βαθμό ο ΣΥΡΙΖΑ θα εμποδίσει την εσωτερίκευση (με την κατάθλιψη, την υποταγή στη βιοπολιτική, και την απόσυρση των υποκειμένων) του μηνύματος που θα εκπέμψει η κυβέρνηση περί αναγκαιότητας της νέας λιτότητας.

Δυστυχώς η περίοδος της διακυβέρνησης είναι πρόσφατη και εδώ θα χρειαστούν υπερβάσεις. «Θα μου πείτε, αυτό είναι δύσκολο. Είναι δύσκολο, αλλά πρέπει να γίνει» που λέει και το γνωστό σποτ. Δεν μπορεί να συνεχίζεται επί μακρόν η αυταρέσκεια της κυβερνητικής περιόδου. Κυρίως θα χρειαστεί η αποκατάσταση της διαρρηγμένης σχέσης με μια σειρά από κοινωνικές ομάδες. Για παράδειγμα: Σύσσωμος ο ΣΥΡΙΖΑ έχει βγει στα κεραμίδια (και ορθά) για τα voucher των επιστημόνων, ξεχνώντας ότι με κεντρική εκφώνηση έχουν αποκαλέσει ακριβώς αυτούς τους ίδιους ανθρώπους «κίνημα της γραβάτας». Αυτή λοιπόν είναι μια σχέση που πρέπει να αποκατασταθεί.

Έτσι δεν είναι ενδεδειγμένη επικοινωνιακή πολιτική το «Εμείς τα κάναμε όλα σωστά. Ας προσέχατε που ψηφίσατε Μητσοτάκη». Ούτε είναι αποτελεσματική επικοινωνιακή πολιτική οι τίτλοι – συνθήματα χωρίς ψαχνά. Βέβαια το πρόγραμμα #ΜένουμεΌρθιοι είναι εμπεριστατωμένο, με προβλέψεις και αναλυτικές προτάσεις. Είναι όλα πολύ σημαντικά, δεν αρκούν όμως. Χρειάζεται νέα ατζέντα, επιθετική. Χρειάζεται ριζοσπαστισμό. Αν ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μιλήσει σήμερα πχ για τη μείωση του χρόνου εργασίας, πότε θα το κάνει. Αν δεν βάλει το αίτημα στην κοινωνία για θεσμική κατοχύρωση, ότι όλο το δίκτυο υγείας πρέπει να λειτουργεί υπό δημόσιο έλεγχο, πότε θα το κάνει; Και ο σκέτος οικονομισμός ποτέ δεν φέρνει αποτελέσματα, αν δεν βάζει στο διάλογο μεγάλες ιδέες, ταυτοτικές αξίες. Ειδικά όταν γίνεται μεγάλη προσπάθεια, η κυβέρνηση να επικαλείται «εθνικές αξίες» και «εθνική περηφάνια».

Όσο παράξενο κι αν φαίνεται, ο ΣΥΡΙΖΑ αυτή την περίοδο μπορεί να συνομιλήσει με:

Τους υγειονομικούς, τους ανθρώπους της πρώτης γραμμής που το χειροκρότημα δεν αρκεί.
Τους εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα και τους πολύ μικρούς αυτοαπασχολούμενους που μπαίνουν στο φάσμα της επισφάλειας, της ελαστικότητας, της ανεργίας και των λουκέτων.
Τους δημόσιους υπάλληλους,  για τους οποίους ψελλίζονται πολλά για μετά την καραντίνα.
Τους ανθρώπους του πολιτισμού.
Και κυρίως με την «χαμένη γενιά», τους 17 – 34 που τους έφαγαν τα μνημόνια και τώρα έρχονται αντιμέτωποι με την κρίση του covid – 19.
Όλους, αλλά κυρίως τους τελευταίους, πρέπει να τους πείσει να βάλουν πλάτη, να κάνουν δική τους υπόθεση να μην επιστρέψει η βαρβαρότητα. Αυτό όμως δεν μπορεί να γίνει με θεσμικότητες, με ευκολάκια, ούτε με νεκρά εργαλεία. Δεν γίνεται να καλέσει κάποιος αυτή τη γενιά και να της πει «έχω μια έτοιμη ιδέα για εσάς».

Guerilla στην προπαγάνδα

Ο ΣΥΡΙΖΑ κατά καιρούς, παγώνει μπροστά στην επικοινωνιακή υπεροπλία των απέναντι και δεν βάζει τον συλλογικό νου σε κίνηση. Άλλοτε πάλι,  λαμπρές ιδέες, τις υλοποιεί διεκπεραιωτικά και τσαπατσούλικα χάνοντας πολύτιμο χρόνο. Τώρα, είναι λοιπόν από τους χρόνους, που δεν χρειάζονται καθυστερήσεις και πρέπει να τολμήσει. Προτάσεις στο τραπέζι υπάρχουν.

Υπάρχει μια αντίληψη που λέει ότι επικοινωνία είναι μόνο τα ΜΜΕ, τα social media και οι διαδικτυακές πλατφόρμες (ανοιχτές ή κλειστές). Δεν είναι της παρούσης να απαντηθεί με τεχνικούς όρους η περατότητα, αλλά και η πλασματικότητα αυτών των εργαλείων. Υπάρχει επίσης μια λανθασμένη αντίληψη που υπαγορεύεται από την λογική του «ανοίξαμε και σας περιμένουμε», ότι δηλαδή φτιάχνονται μέσα, πλατφόρμες και υλικό και το ακροατήριο οφείλει να έρθει από μόνο του και αφού έρθει από μόνο του: α. πρέπει να συμφωνήσει με τη «φωνή της αλήθειας», β. να πει την άποψή του και αφού την είπε είναι μοναδική και χρήσιμη.

Τώρα λοιπόν είμαστε στη φάση που ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να επιλέξει με ποια κοινά θα συνομιλήσει με κάθε τρόπο.

Θα ήταν αφελής όποιος πίστευε ότι μπορεί να επαναληφθεί το 2010 – 2012 και το 2012 – 2015, αλλά θα είναι και εντελώς λάθος να αποδεχτεί ο ΣΥΡΙΖΑ ότι κόμμα εξουσίας με κυβερνητική εμπειρία σημαίνει μόνο θεσμικότητες, πολιτική στα όρια του εφικτού και σώνει και καλά συναινέσεις.

Τι θα μπορούσε να σημαίνει guerilla στην προπαγάνδα; Αν για παράδειγμα αντί μακροσκελών ανακοινώσεων, ο ΣΥΡΙΖΑ έβγαζε ένα – μόνο ένα – δελτίο τύπου την ημέρα και είχε τη μορφή ενός «5λεπτου δελτίου ειδήσεων». Και αυτό το υλικό είχαν υποχρέωση να το αναπαράγουν όλοι όχι μόνο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, αλλά και σε λίστες και επαφές. Αν για παράδειγμα αντί στα ΜΜΕ να βγαίνουν τα εμπεριστατωμένα στελέχη, έβγαιναν στη θέση τους «εμπεριστατωμένα» πρόσωπα από τους πραγματικούς χώρους. Αν για παράδειγμα μια παρέα γλεντζέδων νέων, έκανε μια χιουμοριστική εκπομπή. Αν μια διαδικτυακή εκπομπή μπορούσε να ξεπεράσει το φράγμα των 30.000 μοναδικών συσκευών.

Όταν υπάρχει αποκλεισμός από τα ΜΜΕ, τότε η επικοινωνία γίνεται «πόρτα – πόρτα». Τι σημαίνει «πόρτα – πόρτα» σε περίοδο καραντίνας;  Εργαλεία επικοινωνίας είναι τα mails, τα skype, τα zoom και τα τηλέφωνα. Τα μέλη της ΚΟ για παράδειγμα έχουν καταγεγραμμένο ένα δίκτυο ανθρώπων, αν δεν συνομιλήσουν μαζί τους ανθρώπινα και πολιτικά το διάστημα της καραντίνας, πότε θα το κάνουν; Αν δεν στείλουν σε αυτό το δίκτυο ανθρώπων τώρα κεντρικές ενημερώσεις και όχι προσωπική δραστηριότητα, πότε θα το κάνουν; Σε κάθε χώρο δουλειάς το ίδιο, σε κάθε τοπικότητα ακριβώς το ίδιο. Ανθρώπινη, αλληλέγγυα και πολιτική επαφή. Αλληλοενημέρωση και αλληλοτροφοδότηση με επιχειρήματα. Οι κύκλοι και τα δίκτυα των ανθρώπων είναι οι πραγματικοί πολλαπλασιαστές, έναντι των αντιηχείων του διαδικτύου. Από εκεί προκύπτουν τα πραγματικά στοιχεία και όχι από στατιστικά αλγόριθμων. Και αυτοί οι κύκλοι θα είναι σημαντικοί, όταν θα τελειώσει η καραντίνα και η επάνοδος στην πραγματική ζωή θα έχει τεράστιες δυσκολίες για πάρα πολλούς. Και δεν πρέπει να ξαναζήσουμε μια κατάσταση εξαίρεσης και στο κοινωνικό πεδίο και στη δημοκρατία.