Ξεσηκώθηκε αυτές τις μέρες σύσσωμος ο καλλιτεχνικός κόσμος σχετικά με την προεδρία του Γιαν Φαμπρ. Ό,τι και να διαβάσεις σχετικά με το Φεστιβάλ Αθηνών (λες κι όλη η Ελλάδα ή όλος ο ελληνικός πολιτισμός σταματούν εκεί) παντού βλέπουμε μία θύελλα για τη γυμνή παράσταση του Βέλγου καλλιτέχνη, για τον βελγικό εθνικισμό του, τον πολιτιστικό ιμπεριαλισμό του κλπ.

Ads

Έχει ίσως τη σημασία του ότι το όνομα του διορισμένου από τη ΝΔΣΟΚ προέδρου, κ. Λούκου[1], εμφανίζεται σε δεκάδες σχετικές αναφορές… Για τα μίντια αυτό είναι αρκετό, αφού βλέπουν να διαλύεται το δικό τους πελατειακό οικοδόμημα, που στήριζε επιχειρήσεις και καλλιτέχνες, ακόμα κι όταν το θέαμα ήταν κάτω του μετρίου. Βέβαια, μέσα σε όλα εμφιλοχωρεί και ο ιδιότυπος πολιτιστικός εθνικισμός[2].

Φυσικά για κάθε Πρόεδρο ακούγονται κριτικές (και για τον κ. Λούκο[3]). Διαχρονικά κάποιοι χάνουν τον έλεγχο ή τις επαφές, αλλά πάντα το πελατειακό σύστημα ανθεί. Παραβλέπεται – επίτηδες (;) – ότι μέσα στον πολυπληθή μα στενό (οικονομικά, δημιουργικά) καλλιτεχνικό χώρο ανακυκλώνονταν πρόσωπα και καταστάσεις χωρίς τελικά να καταφέρουμε να οδηγήσουμε όσα βήματα μπροστά θέλαμε τον ελληνικό πολιτισμό.

Η απομάκρυνση του Λούκου – αναγκαία από άποψη πολιτική και διοικητική (εφόσον διαχειρίζεται δημόσιο χρήμα και καθορίζει την καλλιτεχνική παραγωγή του έτους σε σημαντικό βαθμό) – έπρεπε να αντικατασταθεί με πρόσωπο διεθνούς ακτινοβολίας, για να γλιτώσει ο κ. Μπαλτάς τις κατηγορίες ότι βάζει «δικά του παιδιά».

Ads

Και αυτό το πέτυχε, αλλά ο Υπουργός ξέχασε ότι στην πολιτική πάντα κάποιοι αντιδρούν, πόσο μάλλον με μία βιαστική απόφαση και με έναν άνθρωπο που κατά δήλωσή του δε γνωρίζει τις ελληνικές πολιτιστικές δυνατότητες. Κι επειδή δεν θα έστεκε κανένα επιχείρημα περί επιστροφής στην τέχνη της εποχής των σπηλαίων και άρνηση των «αρίστων», οι υπερασπιστές του ελληνικού πολιτισμού ξεσπάθωσαν· από το καθεστώς επειδή χάνουν την κουτάλα κι από τα αριστερά οπτική ή επειδή ήλπιζαν στην δική τους άλωση.

Ξέχασαν όμως, ειδικά πολλοί αντιδρώντες καλλιτέχνες, πως ο φεστιβαλικός πολιτισμός αφήνει εντελώς αδιάφορη την πλειονότητα των Ελλήνων. Λησμόνησαν μπροστά στις αντιδράσεις τους ότι το σκυλάδικο κυριαρχεί στη χώρα και με δική τους/μας ευθύνη. Προσπερνούν την κυριαρχία της υποκουλτούρας την ενδύοντάς την με μία ελιτίστικη στάση (τόσο ώστε κάποιοι να θεωρούν αναφανδόν ανώτερη την ελληνική πολιτιστική παραγωγή και μόνο τον Tin-Tin εξαγώγιμο πολιτιστικό προϊόν του Βελγίου).

Πολλοί αντιδρώντες καλλιτέχνες ναρκισσιστικά ξέχασαν την κατάντια του Φεστιβάλ που, ενώ κάποτε ξεκίνησε τόσο δυνατά έφτασε να φιλοξενεί το Ρουβά και άλλες διόλου δημιουργικές παραγωγές με έντονες αντιδράσεις στον καλλιτεχνικό χώρο. Ξεχνούν οι αντιδρώντες ότι εγκατέλειψαν τα παγκόσμια πρόσωπα του ελληνικού πολιτισμού όταν τα υποβίβαζαν σε αμφιβόλου αισθητικής και δημιουργικής συνεισφοράς στην τέχνη και έκαναν θεσμό τις πελατειακές σχέσεις.

Κι όμως στο δωμάτιο υπάρχει ένας ροζ ελέφαντας. Ο ελέφαντας είναι μέσα στο σαλόνι αλλά την ίδια στιγμή δεν απορούμε, δε συζητάμε για το πρόβλημα που γνωρίζει ο καθένας πολύ καλά γιατί το θεωρούμε ταμπού (αγγλικό ιδίωμα)· έτσι και με την υποκουλτούρα και την απόλυτη κυριαρχία της εμπορευματοποίησης των φεστιβάλ και του πολιτιστικού αγαθού που βαφτίστηκε προϊόν.
 
Ας πούμε και τούτο… Η κριτική στον Μπαλτά επικεντρώνεται σε αυτό το θέμα επειδή έτσι βολεύει στο πλαίσιο του διαπλεκόμενου πελατειακού συστήματος της – μικρής οικονομικά – βιομηχανίας του θεάματος που στηρίζεται αποκλειστικά στην προβολή από τα μίντια και το κεφάλαιο που συνδέεται με αυτά ως βιομηχανία ανακυκλώσιμης εφήμερης τέχνης, μακριά από νέες τάσεις και πειραματισμούς (ακόμα κι εκκεντρικούς ή προκλητικούς). Και φυσικά δεν ξεχνάμε την πρόσφατη απόπειρα λογοκρισίας εναντίον του Κρατικού Θεάτρου.

Και αναρωτιέμαι μήπως τελικά θέλουν απλώς να αποφύγουν την κριτική απέναντι στις καθυστερήσεις υλοποίησης του προεκλογικού προγράμματος της κυβέρνησης. Εκείνο το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ που όταν δημοσιεύτηκε ακούστηκαν τόσες πολλές επικρίσεις από τα ίδια πρόσωπα και μέσα (δες σχετικά).

Γιατί κακά τα ψέματα ακόμα δεν έχουμε δει κινήσεις προς την κατεύθυνση της υλοποίησης του πολιτιστικού προγράμματος της κυβέρνησης (σε όσα δεν αφορούν χρήματα). Τι γίνεται με το ΕΚΕΒΙ και το βιβλίο; Τι συμβαίνει με την Ενιαία Τιμή στο βιβλίο; Τι γίνεται για την προώθηση του ερασιτεχνικού πολιτισμού; Πώς συνδράμει θεσμικά το Υπουργείο Πολιτισμού στην ενίσχυση της – από τα κάτω – ελληνικής λογοτεχνίας;

* Ο Δήμος Χλωπτσιούδης είναι κριτικός ποίησης

[1] Σημασία δεν έχει μόνο η επιχειρηματολογία που εμφανίζεται σε πρώτο πλάνο. Αυτό που οφείλουμε κριτικά να βλέπουμε είναι ποιος το λέει, ποιον εξυπηρετεί, το παρελθόν του σε αυτό που καταγγέλλει και βεβαίως τα δευτερεύοντα επιχειρήματα, γιατί στο τέλος των άρθρων κρύβεται η ουσία (οι NYT αποτελούν μεγάλη σχολή).
 

[2] Θα προσπεράσουμε ως γελοιότητα την κατηγορία ότι δεν υπάρχει ελληνική συμμετοχή, μια και οι ανακοινώσεις επί του προγράμματος για τις συμμετοχές του Φαμπρ ήταν αποσπασματικές και κάλυπταν μόνο ένα μέρος του· αντίθετα, όσοι θέτουν ζήτημα ελληνικού πολιτισμού αποκρύπτουν τη συμμετοχή εθνικών φορέων συμμετέχουν εθνικοί φορείς (Εθνικό Θέατρο κλπ) κανονικά, με Έλληνες καλλιτέχνες φυσικά.
 

[3] Θυμίζουμε ότι μεταξύ άλλων για τον Γιώργο Λούκο διαταχθεί ανάκριση για ζημία που προκάλεσε στο ελληνικό δημόσιο η διαχείρισή του, ύψους 2,7 εκατομμυρίων ευρώ, καθώς η οικονομική υπηρεσία του Φεστιβάλ δεν καταχωρούσε την εκχώρηση προς τις τράπεζες και έτσι πλήρωνε τους προμηθευτές σαν να μη συνέβαινε τίποτα