Η αύξηση των προσφύγων στην Ευρώπη έθεσε το θέμα της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης και των θεσμών «πρώτης υποδοχής» στο εκπαιδευτικό σύστημα σε νέες βάσεις. Οι πρόσφυγες της τελευταίας δεκαετίας προέρχονται στη συντριπτική τους πλειοψηφία από εμπόλεμες ζώνες και από χώρες όπου οι κρατικές υποδομές, συμπεριλαμβανομένου του εκπαιδευτικού συστήματος, έχουν καταρρεύσει. Οι επιλογές εκπαιδευτικής πολιτικής που έγιναν στις χώρες της ΕΕ ποικίλουν ανάλογα με το αν αυτές αποτελούν «τελικό προορισμό» (π.χ. Γαλλία) ή «ενδιάμεσο σταθμό» (π.χ. Ελλάδα), από τις ιστορικές καταβολές των συστημάτων διαπολιτισμικής εκπαίδευσης που υπάρχουν σε αυτές τις χώρες και από το πολιτικό και κοινωνικό συγκείμενό τους. Επιπλέον, οι επιλογές εκπαιδευτικής πολιτικής διαφοροποιούνται και ανάλογα με την πρόθεση πολιτισμικής αποξένωσης των προσφυγόπουλων από τις κοινωνίες καταγωγής τους. Είναι χαρακτηριστικό, για παράδειγμα, ότι οι πιο ξενοφοβικές χώρες της ΕΕ προωθούν εκπαιδευτικές πολιτικές ταχύτατης κοινωνικής και πολιτισμικής αφομοίωσης.

Ads

Στην περίπτωση της Ελλάδας, δημιουργήθηκαν σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα δομές ένταξης των προσφυγόπουλων στο εκπαιδευτικό μας σύστημα. Οι δομές αυτές βασίστηκαν στην ύπαρξη ενός προ-ενταξιακού προγράμματος (Δ.Υ.Ε.Π.) που υλοποιείται εντός των σχολείων σε μεσημεριανές και απογευματινές ώρες και στην αύξηση των Τάξεων Υποδοχής στα πλαίσια του τακτικού σχολικού προγράμματος. Οι Δ.Υ.Ε.Π. (Δομές Υποδοχής για την Εκπαίδευση των Προσφυγοπαίδων) δημιουργήθηκαν αρχικά στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση και φέτος επεκτάθηκαν και στη δευτεροβάθμια. Παράλληλα, δημιουργήθηκαν νηπιαγωγεία εντός των Κέντρων Φιλοξενίας. Η προσχολική αγωγή είναι το μόνο στάδιο του εκπαιδευτικού έργου που υλοποιείται εντός των Κέντρων Φιλοξενίας. Οι Δ.Υ.Ε.Π. και οι Τάξεις Υποδοχής σταδιακά επεκτάθηκαν σε όλη σχεδόν τη χώρα και προβλέπεται του χρόνου να καλύψουν το σύνολο των Περιφερειακών Διευθύνσεων Εκπαίδευσης.

Σε απίστευτα αγχωτικές, σωματικά απαιτητικές και κοινωνικο-πολιτικά οριακές συνθήκες οι εκπαιδευτικοί των Δ.Υ.Ε.Π. και των Τάξεων Υποδοχής καθώς και τα στελέχη της εκπαίδευσης κατάφεραν να λειτουργήσει το σύστημα. Σημαντική υπήρξε η συμβολή ορισμένων διεθνών οργανισμών (κυρίως του Διεθνούς Οργανισμού Μετανάστευσης και της διεθνούς UNICEF) καθώς και της Βουλής των Ελλήνων. Η όλη προσπάθεια οφείλει τα μάλα στην ύπαρξη μερικών δεκάδων εκπαιδευτικών που ανέλαβαν το ρόλο των Συντονιστών Εκπαίδευσης Προσφύγων (Σ.Ε.Π.) και κυριολεκτικά έδωσαν την ψυχή τους για τα παιδιά. Παράλληλα, η επιστημονική επιτροπή του ΥΠΠΕΘ και τα στελέχη του Αυτοτελούς Τμήματος Συντονισμού και Παρακολούθησης της Εκπαίδευσης των Προσφύγων προσέφεραν καθοριστικά στην καθημερινή καθοδήγηση και υποστήριξη των Δ.Υ.Ε.Π. και των Τάξεων Υποδοχής. Η τεχνογνωσία λειτουργίας των Δ.Υ.Ε.Π. και των τάξεων υποδοχής βασίζεται σε ότι κατάφεραν οι εκπαιδευτικοί μας εδώ και δύο δεκαετίες στο χώρο της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης, της εκπαίδευσης των Μουσουλμανοπαίδων και των Ρομά. Σε παράλληλη τροχιά, τα κενά της όλης προσπάθειας έλκουν και αυτά την καταγωγή τους στις χρόνιες δομικές αδυναμίες του εκπαιδευτικού μας συστήματος.

Στο νομοσχέδιο που σήμερα συζητιέται στη Βουλή υπάρχει ένα ειδικό κεφάλαιο για την οργάνωση των δομών εκπαίδευσης των προσφυγόπουλων. Τι υπερασπιζόμαστε με την ύπαρξη αυτού του κεφαλαίου; Καταρχήν και πάνω από όλα υπερασπιζόμαστε το δικαίωμα όλων των παιδιών στην εκπαίδευση. Όσο αυτονόητο και αν ακούγεται αυτό, υπάρχουν πολλοί που το αντιμάχονται. Μόλις πριν από λίγες μέρες υπήρξαν δημόσιες τοποθετήσεις που καλούσαν για απόσυρση του εν λόγω κεφαλαίου από το νομοσχέδιο. Είναι εξαιρετικά σημαντικό ότι η πολιτεία θεσμοθετεί πέρα από το ένα μόνο άρθρο νόμου που υπήρχε μέχρι σήμερα και πέρα από τις σχετικές υπουργικές αποφάσεις. Η πράξη αυτή συνιστά αναγνώριση του γεγονότος ότι η εκπαίδευση των προσφύγων αφενός δεν συνιστά συνθήκη εξαίρεσης και αφετέρου απαιτεί ένα ειδικό θεσμικό πλαίσιο.

Ads

Υπό αυτήν την έννοια, με το συγκεκριμένο κεφάλαιο υπερασπιζόμαστε και την αναγνώριση των ειδικών συνθηκών του εκπαιδευτικού έργου στα προσφυγόπουλα με ό,τι αυτό συνεπάγεται σήμερα αλλά και μελλοντικά (ενίσχυση σε υλικοτεχνική υποδομή και προσωπικό, επιμόρφωση, επιλογή εκπαιδευτικών κλπ.). Επιπλέον, υπερασπιζόμαστε αυτά που σήμερα δεν έχουμε καταφέρει και πλέον τα ορίζουμε θεσμικά (π.χ. τη στενότερη σχέση των Δ.Υ.Ε.Π. με τους Συλλόγους Διδασκόντων των σχολικών μονάδων που ανήκουν) δημιουργώντας έτσι τις προϋποθέσεις και για τα ανεκπλήρωτα καθαρά εκπαιδευτικά ζητούμενα (διαμόρφωση πληρέστερων αναλυτικών προγραμμάτων, συγκρότηση ενός συστήματος διαρκούς επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών κλπ.). Πιο πολύ όμως από όλα υπερασπιζόμαστε αξίες και προτάγματα που υπερβαίνουν το εκπαιδευτικό συγκείμενο. Αξίες που έλκουν την καταγωγή τους από ότι πιο ανθρωπιστικό έχει διαμορφώσει η ευρωπαϊκή νεωτερικότητα, ότι πιο συμμετοχικό μας έχει κληρονομήσει ο μεσογειακός μας περίγυρος και ότι πιο πολιτικό έχει διαμορφώσει τις αριστερές μας καταβολές.