Το mail που είχε λάβει ήταν σύντομο και αποτελούνταν από τρεις μονάχα λέξεις: «Είσαι στη λίστα». Τίποτα άλλο. Ούτε θέμα είχε, ούτε ο αποστολέας φαινόταν ούτε συνημμένα αρχεία το συνόδευαν, μόνο μια αινιγματική πρόταση περιλάμβανε με μοναδικό παραλήπτη τον ίδιο.

Ads

Ποια λίστα; Ποιος ξέρει γι’ αυτή; Και γιατί του έστειλαν τέτοιο αόριστο μήνυμα; Μήπως πρέπει να ειδοποιήσει τις αρχές; Κι αν ο άγνωστος συντάκτης του μικρού μηνύματος ήθελε απλώς να τον προστατεύσει; Αλλά από τι;

Απ’ όσο γνώριζε, δεν ανήκε σε κανενός είδους λίστα, αλλά πώς θα μπορούσε να είναι σίγουρος; Κάπου ενδεχομένως θα συγκαταλεγόταν κι ο ίδιος, τόσες λίστες ξεφύτρωναν από παντού τελευταία. Το θέμα είναι σε ποια απ’ όλες τις λίστες είσαι γραμμένος, ποια λίστα σε καίει προσωπικά. Είσαι στη λίστα των οφειλετών του δημοσίου ή μήπως εντάσσεσαι στη λίστα των μεγαλο-καταθετών, στον κατάλογο των προνομιούχων ή σ’ εκείνον των «σεσημασμένων», στη λίστα Λαγκάρντ ή μήπως αυτή του Τειρεσία;

Άραγε ποια σ’ ενδιαφέρει περισσότερο – η λίστα των φαρμάκων ή η λίστα των -ληγμένων- τροφίμων; Είμαστε μια κοινωνία που πνέει τα λοίσθια (ή μάλλον τα λίστια, διόρθωσε τη σκέψη του). Είμαστε, σχεδόν όλοι μας, ονόματα σε κάποια λίστα, αριθμοί, διαμορφώνουμε ερήμην σύνολα ή υπόλοιπα, που επιβεβαιώνουν ή διαψεύδουν απλώς τις προβλέψεις. Κι επί πλέον, οι πρωτότυπες λίστες χάνονται ως διά μαγείας, ονόματα μπορεί να προστίθενται ή να αφαιρούνται κατά βούληση, ποιος ξέρει την αλήθεια, ποιος νοιάζεται εν τέλει για την αλήθεια, όταν ο μόνος που συλλαμβάνεται είναι… ο Βαξεβάνης, αυτός δηλαδή που έκανε ό,τι επιβαλλόταν να κάνει. Ποιον, αλήθεια, να εμπιστευτείς, ποιον να συμβουλευτείς, ποιος θα σε προδώσει; Ποιος είναι αυτός που θα σε προσθέσει σε μια λίστα, ποιος θα σε διαγράψει από μιαν άλλη – το μόνο που μετρά τώρα είναι ένα μήνυμα με τρεις μόνο λέξεις: «Είσαι στη λίστα».

Ads

Πρέπει να αλλάξει τον τρόπο προβολής της αλληλογραφίας του, να απενεργοποιήσει την επιλογή «εμφάνιση των μηνυμάτων σε λίστα» που του θυμίζει ότι κι ο ίδιος βρίσκεται πια εκτεθειμένος σε κάποιον άγνωστο κατάλογο, σ’ ένα ψυχρό αρχείο excel, γεμάτο στήλες και κελιά. Τα κελιά τον οδηγούν ατυχώς σ’ έναν ύπουλο συνειρμό, ν’ αναρωτιέται μήπως τυχόν αποκαλύφθηκε, τόσα χρόνια μετά, εκείνη η υπόθεση απ’ τα φοιτητικά χρόνια… Όχι, αυτά δε γίνονται. Υπήρχε, απ’ την άλλη, και λίστα αναμονής στο νοσοκομείο, όπου θα έμπαινε η μάνα του για την επέμβαση, ίσως να ειδοποιούσαν πλέον έτσι τους ενδιαφερομένους ότι βρέθηκε κρεβάτι διαθέσιμο. Ή πάλι, επειδή ανήκε κάποτε στους δωρητές ενός ιδρύματος προστασίας παιδιών, είχαν αποφασίσει να δημοσιεύσουν το όνομά του στη λίστα των προσφορών. Χλομό.

Χτυπά το τηλέφωνο του γραφείου, σηκώνει το ακουστικό και λέει «μάλιστα», σκέφτεται στιγμιαία ότι και το μά-λιστα κρύβει μια λίστα μέσα του. Καμιά απάντηση, η γραμμή πέφτει. Κατεβάζει ξανά το ακουστικό και επανέρχεται έξαφνα στη λογική. Συγκεντρώσου, μονολογεί. Πώς τον επηρέασε έτσι ένα απλό mail που δεν περιείχε ίχνος απειλής, ήταν μια αθώα γνωστοποίηση, μπορεί και φάρσα. Ναι, μια φάρσα ήταν, εξ άλλου σε ποια περίεργη λίστα μπορεί ν’ ανήκει; Τότε θυμάται ανακουφισμένος πως είχε δηλώσει συμμετοχή σ’ έναν διαγωνισμό της εταιρείας του για ένα ταξίδι τα Χριστούγεννα στη Βιέννη – μα πώς του είχε διαφύγει; Αυτό είναι, απλώς δεν έφτασε ολόκληρο το μήνυμα στα εισερχόμενά του, τι σου είναι η τεχνολογία σήμερα… Κόπηκε το κείμενο του ηλεκτρονικού μηνύματος στη φράση «είσαι στη λίστα», που θα συνέχιζε προφανώς, «των νικητών της κλήρωσης για το ταξίδι μας!…», αλλά τα υπόλοιπα data κάπου χάθηκαν στο δρόμο. Τι βλάκας που είναι, αναλογίζεται, πώς θα μπορούσε να ΄ναι κάτι άλλο;

Ξαναχτυπά το τηλέφωνο, αυτή τη φορά το «μάλιστα» που εκστόμισε δεν είχε κάποια λίστα στην εκφορά του. Η φωνή στην άλλη άκρη ακούστηκε βιαστική και μάλλον ανήσυχη «το νούμερό σου είναι 936, η λίστα βγήκε στο ίντερνετ…». Τι; Καλό ή κακό είν’ αυτό; Στα δυο μόλις δευτερόλεπτα σιωπής, μέχρι να έρθει κάποια απόκριση, πρόλαβε να σκεφτεί ότι το 936 είναι όσο μακρινό θα ήθελε, εάν ήταν ύποπτος φοροδιαφυγής και, ταυτόχρονα, πολύ πιο μακρινό απ’ ό,τι θα ήθελε, εάν ήταν δικαιούχος επιδόματος.