Αφορμή για το κείμενο αυτό είναι η παράξενη και αναιτιολόγητη καθυστέρηση παραχώρησης τουριστικής βίζας για την Αμερική.

Ads

Το όνομα μου είναι Γεωργία Σαγρή, από το 1999 δραστηριοποιούμε στο χώρο της τέχνης, έχω εκθέσει διεθνώς και εγχώρια με πολλές διακρίσεις, μερικές από τις οποίες στήριξαν τις μεταπτυχιακές μου σπουδές στο Πανεπιστήμιο Columbia της Νέας Υόρκης.  Από το 2008 που αποφοίτησα από το Πανεπιστήμιο Columbia έως σήμερα ζω στην Αμερική και έχω δυναμική και συνεχόμενη παρουσία στη αμερικάνικη σκηνή της τέχνης. Ένα γεγονός που σηματοδοτεί την εξέλιξη της δουλειάς μου είναι η συμμετοχή μου σε μια από της μεγαλύτερες καλλιτεχνικές διοργανώσεις στην Αμερική, τη Μπιενάλε του Μουσείου Whitney της Νέας Υόρκης που μου έδωσε την ευκαιρία να παρουσιάσω το έργο μου αλλά και να παραστώ ως Ελληνίδα καλλιτέχνης σε μία διοργάνωση που αποτελεί την χαρτογράφηση της σύγχρονης αμερικανικής τέχνης, τιμή που έχει γίνει άλλη μία μόνο φορά σε Έλληνα καλλιτέχνη στα πλαίσια αυτού του θεσμού.
 
Έως τώρα η βίζα που χρησιμοποιούσα για τις μετακινήσεις μου, ήταν η επονομαζόμενη καλλιτεχνική βίζα που μου παραχωρήθηκε χωρίς κανένα πρόβλημα έως τον Ιούνιο, όπου και έληξε. Ζητήματα προσωπικά και κυρίως οικονομικά με έκαναν να μην είμαι σε θέση  ν’ ανανεώσω την βίζα αυτή καθότι κοστίζει αρκετά χρήματα και ποτέ δεν είχα κάποιον χρηματοδότη ή βοήθεια από κάποιο φορέα για να με στηρίζει παρά μόνο τη δική μου δουλειά. Αποφάσισα λοιπόν να προβώ στην έκδοση μιας απλής τουριστικής βίζας που παρόλο που δεν θα είχε τόσο μεγάλη διάρκεια θα μου έδινε τη δυνατότητα και τον χρόνο να παραστώ σε ατομικές εκθέσεις και σε άλλα καλλιτεχνικά γεγονότα στα οποία ήμουν επίτιμη προσκεκλημένη.
 
Στις αρχές Σεπτεμβρίου και ενώ μου είχε εκδοθεί το εισιτήριο μου από τον χώρο τέχνης Andrew Roth ­gallery, πήγα στην Αμερικανική πρεσβεία της Αθήνας για την τυπική διαδικασία έκδοσης τουριστικής βίζας. Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης ο πρόξενος με ενημέρωσε ότι η περίπτωση μου είναι περίπλοκη και ότι χρειάζεται χρόνο να λάβει έγκριση από την Αμερική και να σκεφτεί εάν θα μου δώσει τελικά τη βίζα. Αυτός ο χρόνος ποτέ δεν μου διευκρινίστηκε. Στο τέλος της συνέντευξης ο πρόξενος μου κράτησε το διαβατήριο χωρίς να μου πει το λόγο και χωρίς να με ενημερώσει για το πότε θα μου επιστραφεί. Επίσης κράτησε το βιογραφικό μου και τις δύο προσκλήσεις που είχα από χώρο τέχνης για ατομική έκθεση και από το Πανεπιστήμιο Princeton από το οποίο είχα καλεστεί για διάλεξη. Tα έγγραφα αυτά, κρατήθηκαν χωρίς την άδειά μου, και χωρίς να μου δοθεί κάποιο στοιχείο που να αποδεικνύει ότι το διαβατήριο μου – επίσημο ελληνικό δημόσιο έγγραφο- βρίσκεται στην Αμερικανική πρεσβεία. Αργότερα έμαθα πως η κράτησή του ήταν παράνομη. Μετά από δύο μήνες και ενώ δεν είχα τελική απάντηση για την έκδοση της βίζας, καλέστηκα για άλλη μία φορά στην πρεσβεία για να μου δοθεί το διαβατήριο και να ενημερωθώ ότι από εδώ και πέρα εάν έχω άλλες καινούργιες προσκλήσεις από την Αμερική, μπορώ να τους τις στέλνω μέσω fax. Αυτή τη στιγμή παραμένω στην Αθήνα και δεν έχω καμία ενημέρωση για το πόσο καιρό θα περιμένω κάποια απάντηση. Αυτή η κατάσταση, ιδιαίτερα όταν έχω προσκλήσεις για εκθέσεις που παρουσιάζεται η δουλειά μου ανακόπτουν κόπους και  προσπάθεια πολλών χρόνων.
 
Για μένα το ζήτημα αυτό έχει και μία άλλη  διάσταση. Πέρα από την καλλιτεχνική μου δράση στην Αμερική, ασχολούμαι με τα κοινά και έχω δημόσια παρουσία σε διάφορες ενέργειες ακτιβιστικού χαρακτήρα όπως και το OccupyWallStreet. Το όνομα μου είχε αναφερθεί στο τύπο για την δράση μου στην δημιουργία του κινήματος αυτού και είχε διαδοθεί κυρίως γιατί κάποιοι (δημοσιογράφοι, πολιτικοί επιστήμονες και ακτιβιστές κ.α) δεν αντιλήφθηκαν πως έπρεπε να το αποκρύψουν, μιας και ήδη είχα δημόσια παρουσία μέσω του καλλιτεχνικού μου έργου.  Θεωρώ ότι κάθε καλλιτεχνική δράση δεν μπορεί παρά να συμβαδίζει με μια ανάγκη έκφρασης της πολιτικοκοινωνικής πραγματικότητας η οποία κατά την γνώμη μου είναι αναπόσπαστο κομμάτι της δημιουργίας και της έμπνευσης, καλλιτεχνικής αλλά και κοινωνικής.  Το έργο ενός δημιουργού, δεν είναι απλά και μόνο ένα προϊόν προς πώληση αλλά δημιουργεί σκέψεις, προάγει τον διάλογο και ανοίγει δρόμους για κριτική και δράση. Δεν βρίσκω δόκιμο τον διαχωρισμό της καλλιτεχνικής από την πολιτική μου δράση καθώς αυτή η σχέση είναι αμφίδρομη. Αισθάνομαι όμως τρομερή θλίψη, απορία και θυμό ότι αυτός ο μη διαχωρισμός μπορεί να είναι ο λόγος που συνεχίζω να βρίσκομαι στην Αθήνα χωρίς απαντήσεις και κάνοντας μόνο εικασίες για τους λόγους που ανέφερα και πιο πάνω. Η θέση μου είναι πολύ ευάλωτη διότι δεν μου ξεκαθαρίζονται οι πραγματικοί λόγοι της τόσο μεγάλης καθυστέρησης της έκδοσης αλλά και καμία σαφής απάντηση για το εάν τελικά θα εκδοθεί, πράγμα που δεν μου επιτρέπει να κινήσω το θέμα θίγοντας τις πολιτικές του διαστάσεις, κάτι που λειτουργεί επάνω μου ως ψυχολογική πίεση.
 
Σκοπός της κίνησης μου να επικοινωνήσω αυτό που συμβαίνει είναι για να δημιουργήσω ένα έδαφος πάνω στο οποίο θα βρω πιθανή βοήθεια και αλληλεγγύη καθώς και να θέσω σε δημόσιο διάλογο ένα ζήτημα το οποίο δεν συμβαίνει μόνο σε εμένα αλλά και σε πολλούς ανθρώπους, διαφόρων εθνικοτήτων που δέχονται ανάλογες πιέσεις λόγο των πολιτικών τους θέσεων και πράξεων.
 
* Η Γεωργία Σαγρή γεννήθηκε στην Αθήνα το 1979. Σπούδασε στην ΑΣΚΤ, στο Πανεπιστήμιο Columbia της Νέας Υόρκης και μουσική στο Εθνικό Ωδείο Αθηνών. Παρακολούθησε σεμινάρια Ιαπωνικού Θεάτρου Kabuki στην Ολλανδία, πειραματικού θεάτρου με τον σκηνοθέτη Μιχαήλ Μαρμαρινό και ιστορία φιλοσοφίας και αισθητικής με τον Φώτη Τερζάκη. Έχει τιμηθεί με τα βραβεία ΔΕΣΤΕ (2001) με βραβείο Ωνάση (2003) και το βραβείο Joan Sovern για τη γλυπτική (2007) από το Πανεπιστήμιο Columbia. Το σώμα του έργου της αποτελείται από βίντεο, σχέδια, φωτογραφία, γλυπτική και κείμενα, ωστόσο η ουσία της δουλείας της είναι οι εφήμερες περφόρμανς. Το έργο της έχει εκτεθεί σε διάφορα μουσεία, κέντρα τέχνης και γκαλερί σε ατομικές και ομαδικές εκθέσεις: Whitney Museum, Moma, Moma PS1, New Museum, The Kitchen, Artists Space, Real Fine Arts, On Stellar Rays Gallery, Smith Stewart Gallery, Andrew Roth στη Νέα Υόρκη, Guggenheim Bilbao, Anthony Reynolds Gallery στο Λονδίνο, Arnolfini στο Μπρίστολ, Lars Friedrich στο Βερολίνο, Ίδρυμα ΔΕΣΤΕ, Εθνικό Θέατρο, γκαλερί Loraini Alimantiri-Gazon Rouge, AΔ, ΜελάςΠαπαδόπουλος στην Αθήνα, στο ΜΜΣΤ στη Θεσσαλονίκη, MUMOK στη Βιέννη και στις εκθέσεις Breakthrough! Greece, Μαδρίτη και 1η Μπιενάλε της Αθήνας. Έχει συμμετάσχει σε  κοινωνικές δράσεις με: Ομάδα Φιλοπάππου, Κενό Δίκτυο, 16 Beaver, NYC General Assembly, Occupy Wall Street, Occupy 38, Cage κ.α. Επίσης έχει συνεργαστεί σε κοινά πρότζεκτ με τους: Massimiliano Gioni, Klaus Biesenbach, Jenny Schlenzka, Jay Sanders, Elisabeth Sussman, Charles Curtis, Kim Gordon, Blake Rayne, Kerstin Braetsch, Adele Roeder, Fia Backstrom, Ei Arakawa, Grand Openings κ.α. Είναι εκδότης του ηχητικού περιοδικού Forté (www.magazineforte.com). Ζει και εργάζεται στην Αθήνα και στην Νέα Υόρκη.