Το νέο συμφωνικό έργο του Δημήτρη Παπαδημητρίου «Συμφωνικά Ζωγραφικά Soundtracks» – που παρουσιάστηκε πριν λίγες μέρες στη Στέγη στα πλαίσια του προγράμματος «Ελληνικό Σχέδιο»-συνιστά μια σπουδή πάνω στις μεταμορφώσεις του θανάτου, έτσι όπως αυτές γίνονται αντιληπτές και περνούν από τη ζωγραφική στη μουσική, ενδεχομένως, θα λέγαμε, με κάποια βυζαντινή χροιά, έτσι όπως διαβαίνουν από την εικόνα στο πρωτότυπο.

Ads

Ο Παπαδημητρίου τα τελευταία χρόνια έχει σκύψει συστηματικά πάνω στις μεταλλάξεις του θανάτου στην τέχνη, πάνω στην αιώνια μάχη του ανθρώπου με τη ζωή και το θάνατο, δίνοντας στο έργο του ένα βαγκνερικό τόνο, χωρίς βεβαίως ποτέ να ξεμακραίνει τελείως από την ελληνική μελωδική γραμμή, που ενυπάρχει ως θεμέλιο σε όλο του το έργο.

Στα Συμφωνικά Ζωγραφικά Soundtracks ο Παπαδημητρίου μεταμόρφωσε μουσικά επτά ζωγράφους: Τον Γιώργο Ιακωβίδη και την Παιδική Συναυλία του, τους γάλλους ιμπρεσιονιστές Κλωντ Μονέ και Τουλούζ Λωτρέκ, τον αφηρημένο εξπρεσιονιστή αμερικανό Τζάκσον Πόλλοκ, τον επίσης αμερικανό μοντερνιστή Έντουαρντ Χόπερ, τον ελβετό συμβολιστή Άρνολντ Μπέκλιν (για τον πίνακά του Το Νησί των Νεκρών) και τον σπουδαίο ρώσο θαλασσογράφο του 19ου αιώνα Ιβάν Αϊβαζόφσκι. Την ορχήστρα της ΚΟΑ, που υποστήριξε με δυναμισμό και ακρίβεια τη σπουδαία σύνθεση, διηύθυνε ο Γιώργος Πέτρου.

Ο ίδιος ο συνθέτης σημειώνει, αναζητώντας τα επτά πρόσωπα του θανάτου: «Ο θάνατος δε νικιέται από τον έρωτα. Αντίθετα ο έρωτας πάντα γοητεύεται από αυτόν, τον ερωτεύεται μέσα στην απόκοσμη και γοητευτική ασκήμια του. Από το πώς κρύβεται στην καθημερινότητα και στο αγοραίο ξεπούλημα. Οι γυναίκες του Τουλούζ δοσμένες στο γλέντι και τον πληρωμένο έρωτα φορούν τα ρούχα του θανάτου, κοιμούνται στο κρεβάτι του». Και για τον Αϊβαζόφσκι, το πλέον ορμητικό κομμάτι του έργου του: «η μεγαλειώδης φυγή, η μυθική τρικυμία, τα ναυάγια, οι ναυμαχίες. Το έπος του τέλους».

Ads

Δεν είναι η πρώτη φορά που ο Δημήτρης Παπαδημητρίου περιηγείται στις διάφορες εποχές της ζωγραφικής τέχνης για να συνθέσει ένα μουσικό έργο. Αυτή τη φορά, όμως, εμβαθύνει στην ιδέα της συμπόρευσης των τεχνών. Αναπτύσσει, σαν ταινίες, τους πίνακες στην κρυμμένη τους διάσταση, αυτήν του Χρόνου, και ντύνει τη μουσική µε τα χρώματα που γεννά ο ήχος. Μα, πάνω από όλα, η μεγαλοφυής ματιά των ζωγράφων, διαφορετική αλλά συγκλίνουσα τελικά στη μουσική, γεννά τις συνθέσεις του.

Με τα Συμφωνικά Ζωγραφικά Soundtracks, η συνεχής αλληλεπίδραση των τεχνών συντελεί εκ νέου στη γένεση του προσωπικού μουσικού υλικού του συνθέτη, αποκαλύπτοντας την ιδιαίτερη σχέση του με τα εικαστικά αλλά και τον κινηματογράφο.

Ο Παπαδημητρίου διαισθάνεται τον καιρό ως φιλοσοφικό αλλά και άμεσα εμπειρικό ζήτημα, με τον τρόπο που η κλασική Ελλάδα αποτύπωσε ανθρωπόμορφα τον καιρό, σαν ένα πρόσωπο φευγαλέο που πάντα ξεφεύγει μπροστά από τον άνθρωπο, που προσπαθεί μάταια να τον αρπάξει απ’ τα μαλλιά του που ανεμίζουν.

Η μουσική του απλώνεται τώρα σε μια συνομιλία οικουμενικού τύπου, ανοίγοντας έτσι τις προοπτικές της ελληνικής μουσικής, προς ένα νέο, ευρύτερο, διεθνές πεδίο.