Άστραψε και βρόντηξε ο Κυριάκος Μητσοτάκης όταν παρακολούθησε το βίντεο της σύσκεψης στο οποίο ο δήμαρχος Σπάρτης, Πέτρος Δούκας, παρουσία του πρώην πλέον υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης, Σπήλιου Λιβανού, αποκάλυψε ότι μετά τις φονικές πυρκαγιές στην Ηλεία το 2007 η τότε κυβέρνηση Καραμανλή μοίραζε σακούλες με λεφτά προκειμένου να εξαγοράσει την ψήφο των δυσαρεστημένων πολιτών, αλλάζοντας τους συσχετισμούς δυνάμεων. Για αυτό και ζήτησε την παραίτηση του υπουργού του και ταυτόχρονα διέγραψε από μέλος της Ν.Δ. τον δήμαρχο Σπάρτης.

Ads

Το γεγονός δεν είναι ήσσονος σημασίας όχι τόσο σε ό,τι αφορά την ωμή δημόσια παραδοχή ενός στελέχους της συντηρητικής παράταξης, αφού «ο κόσμος το χει τούμπανο και εμείς κρυφό καμάρι», όσο περισσότερο χρήζει προσοχής η άμεση ανταπόκριση του ίδιου του πρωθυπουργού. Και το ερώτημα είναι σαφές: αλλάζουν, λοιπόν, τα πολιτικά ήθη στην Ελλάδα; Σταματά το ρουσφέτι και η κάθε απόπειρα εξαγοράς ψηφοφόρων;

Πράγματι, από μια πρώτη ανάγνωση η αντίδραση του Κ. Μητσοτάκη θα μπορούσε να χαρακτηριστεί θετική. Διότι, όπως διέρρευσαν κύκλοι του Μαξίμου, «αυτά που ειπώθηκαν από τον κ. Δούκα για ένα τόσο τραγικό γεγονός είναι εκτός του αξιακού συστήματος του πρωθυπουργού και η αντίδραση του υπουργού θα έπρεπε να ήταν διαφορετική».

Διαβάστε επίσης: Το βίντεο που «άναψε φωτιές» στη ΝΔ και «έκαψε» τον Λιβανό [Βίντεο]

Ads

Εύλογα, ωστόσο, η δημοσιογραφική πέννα θέτει ορισμένα ερωτηματικά, διότι τόσα χρόνια το πολιτικό γίγνεσθαι αν κάτι μας δίδαξε είναι ότι τίποτε δεν είναι όπως φαίνεται. Ή όπως θέλουν να το παρουσιάζουν στην κοινή γνώμη τα κυρίαρχα ΜΜΕ. Αυτό, λοιπόν, που διαβάζω με βάση τις επίσημες διαρροές είναι ότι ο Κ. Μητσοτάκης ΔΕΝ ενοχλήθηκε για το γεγονός ότι μοιράστηκαν λεφτά με το τσουβάλι, αλλά για το γεγονός ότι ένα σημαίνον στέλεχος της κυβερνώσας παράταξης και πρώην υφυπουργός, όπως ο Π. Δούκας, αποκάλυψε αυτήν την πράξη εξαγοράς.

Με άλλα λόγια «αυτά που ειπώθηκαν» και όχι αυτά που έγιναν είναι εκτός του αξιακού συστήματος του πρωθυπουργού. Στην πολιτική, δηλαδή, υπάρχουν πράγματα που λέγονται, αλλά δεν γίνονται και πράγματα που γίνονται, αλλά δεν λέγονται, όπως είχε πει ο ιδρυτής της συντηρητικής παράταξης. Κι ας μην πει κανείς ότι κάνω λάθος, διότι ελληνικά όλοι γνωρίζουμε. Θα μπορούσαν οι πηγές του Μαξίμου να έλεγαν λ.χ. ότι «για τον πρωθυπουργό αυτές οι πρακτικές ανήκουν οριστικά στο παρελθόν». Ανήκουν πράγματι;

Δεν θέλω να απαριθμήσω πώς αντιμετώπισε η παρούσα κυβέρνηση μια σειρά προβλημάτων στη διάρκεια της πανδημίας, από την περιβόητη «λίστα Πέτσα» προκειμένου να ελέγξει ακόμη περισσότερο το μιντιακό περιβάλλον, πλήττοντας την ελευθεροτυπία, μέχρι τα voucher των 150 ευρώ που μοίραζε σε εμβολιασμένους/-ες νέους/-ες 18-25 ετών. Πολλοί τότε από τους άμεσα ενδιαφερόμενους (εκδότες και ανεμβολίαστοι νέοι) και όχι η αντιπολίτευση μίλησαν πρώτοι για απόπειρα εξαγοράς τους.

Ούτε θέλω να υπενθυμίσω τις ολοένα και συχνότερες δηλώσεις παροχολογίας προεκλογικού χαρακτήρα με στόχο να γίνουν «οι Έλληνες πλουσιότεροι», όπως είχε πει ο κ. Μητσοτάκης σε ομιλία του στα εγκαίνια της 85ης ΔΕΘ τη στιγμή που η ακρίβεια και ο πληθωρισμός έχουν «χτυπήσει κόκκινο» και ο μήνας για την πλειοψηφία των Ελλήνων δύσκολα βγαίνει.

Διαβάστε επίσης: Το παρασκήνιο της αποπομπής Λιβανού: Μητσοτάκης κατά Καραμανλή;

Άλλωστε, όπως προκύπτει επίσης από το βίντεο της σύσκεψης τόσο οι δηλώσεις του δημάρχου Σπάρτης όσο και η αντίδραση του πρώην πλέον υπουργού και στενού φίλου του πρωθυπουργού, δηλαδή δύο κορυφαίων στελεχών της Ν.Δ.  ότι «έχετε μείνει στην ιστορία με αυτά που κάνατε» και πως «ό,τι και να κάνουμε μετά από αυτήν την εποποιϊα, υπολειπόμεθα»! υπονοούν, αν δεν αποδεικνύουν, ότι οι ίδιες πρακτικές διαφθοράς εξακολουθούν να εφαρμόζονται και σήμερα, απλώς είναι περισσότερο συγκαλυμμένες. Απλώς υπολείπονται, όπως είπε ο υποχρεωθείς σε παραίτηση Σ. Λιβανός.

Απλώς δια του επιτελικού κράτους η κυβέρνηση εκσυγχρονίζει τη διαδικασία εξαγοράς χωρίς, όπως φαίνεται, να αλλάζει, ή έστω να επιχειρεί να αλλάξει τις σχέσεις κράτους-πολίτη, υιοθετώντας κανόνες ισονομίας και αξιοκρατίας, αλλά και πολιτικού ήθους ώστε να πειστούν οι Έλληνες ότι «κάτι βρε παιδί μου αλλάζει σ΄ αυτόν τον τόπο».