Η «ανάπτυξη» που πιπιλίζουν όλοι, από τα ΜΜΕ μέχρι και τους πολιτικούς, είναι ενάντια στην ευζωία των πολλών.

Ads

Είτε πρόκειται για δημοσιογράφους και ΜΜΕ, είτε για πολιτικούς: είναι αλλεργικοί στην κριτική της ανάπτυξης. Τα επιχειρήματα δεν παίζουν κανένα ρόλο. Η αλλεργία τους οφείλεται σε προκαταλήψεις και φόβους. Παρόλο που υπάρχουν τόσοι πολλοί καλοί λόγοι για να επιδιώξουμε ένα μέλλον πέρα από την ανάπτυξη.

Ο ισχυρισμός τους δεν είναι μόνο ότι η ανάπτυξη με τη μορφή της αύξησης των οικονομικών μεγεθών είναι αυτονόητη επιδίωξη των ανθρώπων και των κοινωνιών. Υποστηρίζουν κυρίως ότι αυτοί που την κριτικάρουν είναι εχθροί της προόδου. Η κριτική της ανάπτυξης, που φέρνει στο φως τις αρνητικές επιπτώσεις της για την ζωή των «απο κάτω», είναι ένα αχρείαστη, είναι πολυτέλεια, λένε, που δεν έχει επιχειρήματα από τη μεριά της και που αποτυγχάνει γιατί στρέφεται ενάντια στην «ανθρώπινη φύση».   

Δεν ασχολούνται, ούτε θέλουν να ακούσουν καθόλου τα επιχειρήματα και τα συμπεράσματα μελετών αρκετών πανεπιστημιακών που ασχολούνται με τη λεγόμενη «Νέα Οικονομία». Που διαμορφώνουν σήμερα το πρόταγμα του κοινωνικο-οικολογικού μετασχηματισμού της υπάρχουσας κυρίαρχης πολιτικής οικονομίας. Αυτοί, οι όχι αγοραίοι οικονομολόγοι, είναι πεπεισμένοι-μέσα από τις έρευνές τους-ότι η συνεχής μεγέθυνση της υπάρχουσας οικονομίας στις πλούσιες αναπτυγμένες χώρες, δεν έχει ως αποτέλεσμα την καλή ζωή για τις πλειοψηφίες των πολιτών, αλλά στέκεται απέναντι σε κάτι τέτοιο. Γιατί οι αναλύσεις τους δείχνουν: από την ανάπτυξη κερδίζουν κυρίως οι πιο πλούσιοι, όταν ταυτόχρονα δημιουργεί οξεία φτώχεια και αποκλεισμό και υπερβαίνει τα μέγιστα τα οικολογικά όρια του πλανήτη. Η αποανάπτυξη ή μετα-ανάπτυξη δεν είναι παραίτηση, στέρηση και οπισθοδρόμηση, αλλά μια προοδευτική εναλλακτική λύση στις προσταγές της ανάπτυξης. 

Ads

Η επικράτηση της ιδεολογίας της ανάπτυξης

Ζούμε σε μια καπιταλιστική οικονομία «ανάπτυξης». Ότι η παραπέρα ανάπτυξη είναι δυνατή, επιθυμητή και αναγκαία, είναι ένα από τα ιδεολογικά θεμέλια των καπιταλιστικών κοινωνιών μας, που κρύβει το γεγονός ότι ποτέ μέχρι σήμερα σε ολόκληρη την ανθρώπινη Ιστορία δεν υπήρξαν τόσο πολλοί άνθρωποι να παράγουν τόσο πολύ πλούτο για λογαριασμό τόσο λίγων ανθρώπων σε κάθε χώρα. Όταν το λεγόμενο ΑΕΠ μιας χώρας αυξάνεται, χειροκροτούν όλοι. Αν δεν αυξάνεται τότε κάνουν  ό, τι είναι δυνατόν για να αλλάξει αυτό (ας θυμηθούμε τις τοξικές πριμοδοτήσεις στη διάρκεια της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης του σήμερα). Όταν κάποιος αυξάνει το εισόδημά του και το οικογενειακό ακαθάριστο προϊόν τότε θεωρείται επιτυχημένος, ενώ αν μείνει άνεργος, χωρίς μισθό είναι ο αποτυχημένος. Η ευθύνη για την επιτυχία ή την αποτυχία θεωρείται προσωπική και συχνά αποδίδεται στην εργατικότητα, στην ευφυία, στην μοίρα ή στο θέλημα του θεού, για να γίνεται γενικώς αποδεκτή. Η ιδεολογία της ανάπτυξης έχει και το αντίστοιχο αξιακό σύστημα.

Η οικονομική ανάπτυξη θα πρέπει βέβαια να λύσει όχι μόνο τα οικονομικά προβλήματα, όπως το χρέος ή την έλλειψη θέσεων εργασίας, αλλά και κοινωνικά προβλήματα, όπως η ανισότητα ή έλλειψη θέσεων στα νηπιαγωγεία, ισχυρίζονται, ιδίως οι αριστεροί. Πολλοί μάλιστα-περισσότερο πράσινοι- έχουν και την ελπίδα ότι “πράσινη ανάπτυξη”- μέσω της ενεργειακής πολιτικής και τεχνολογικής καινοτομίας-θα λύσει και τα οικολογικά προβλήματα. Η στασιμότητα σημαίνει για όλους κοινωνική κρίση: ανεργία, ελλείμματα προϋπολογισμού, φτώχεια. Όλα τα κόμματα – ακόμα και της αριστεράς ή των πρασίνων – εστιάζουν στην περαιτέρω οικονομική ανάπτυξη.

«Χωρίς ανάπτυξη, δε γίνεται τίποτα”, αυτό είναι το κλειδί στην ιδεολογία της καπιταλιστικής κοινωνίας. Η πίστη στον επεκτατικό μοντερνισμό δεν θέλει να σπάσει: η ανάπτυξη είναι η πανάκεια, το ελιξίριο, το καθολικό μέτρο της προόδου, του εκσυγχρονισμού και της εξέλιξης. Αλλά είναι πραγματικά έτσι; Και υπάρχουν εναλλακτικές λύσεις;

Οι συρρίκνωση των πλεονεκτημάτων της ανάπτυξης

Όταν οι ιδεολόγοι της ανάπτυξης ισχυρίζονται ότι η μεγέθυνση, η επέκταση, ταχύτητα και όλα τα χαρακτηριστικά της ανάπτυξης, είναι κεντρικής σημασίας για την ευημερία της κοινωνίας, και ότι το ΑΕΠ είναι μέχρι σήμερα το καταλληλότερο μέτρο του πλούτου ενός έθνους και των ανθρώπων του, ο ισχυρισμός αυτός είναι μάλλον αμφίβολος. Ούτε καν οι εφευρέτες του ΑΕΠ το 1930, δεν συμμερίζονταν αυτήν την άποψη. Σήμερα αμφισβητείται αυτό και υπάρχουν οικονομολόγοι, κυβερνήσεις και διεθνείς οργανισμοί που εργάζονται εδώ και δεκαετίες για τη διαμόρφωση καλύτερων δεικτών ευημερίας, διότι η προσήλωση στο ΑΕΠ θέτει στο περιθώριο της κοινωνικής συνείδησης το περιβαλλοντικό και κοινωνικό κόστος της ανάπτυξης. 

Σαν μοναδική απόδειξη για την καταλληλότητα του ΑΕΠ σαν δείκτη ευημερίας, οι υποστηρικτές της ανάπτυξης  χρησιμοποιούν τη συσχέτιση μεταξύ του προσδόκιμου χρόνου ζωής και του κατά κεφαλήν εισοδήματος. Όσο σημαντική είναι αυτή η συσχέτιση, τόσο λίγο έχει να κάνει με την κριτική της ανάπτυξης. Κανείς δεν αρνείται ότι η οικονομική ανάπτυξη κατά το παρελθόν (χρονολογία κλειδί 1980) και σε λιγότερο πλούσιες χώρες (Κίνα) σχετίζεται με την αύξηση της ευημερίας των χαμηλότερων και μεσαίων τάξεων. Η αποανάπτυξη αρνείται όμως ότι αυτό μπορεί να συνεχιστεί στο διηνεκές, για πάντα.
Υπάρχουν αρκετοί λόγοι για αυτό, αναφέρουμε δυο:

1) Πολυάριθμες μελέτες δείχνουν ότι η οριακή χρησιμότητα κάθε επιπλέον ευρώ στην αύξηση της ευημερίας, για παράδειγμα, μειώνεται σημαντικά, ενώ αντίθετα το κόστος της ανάπτυξης αυξάνεται. Από ένα ορισμένο επίπεδο εισοδήματος – και αυτό οι περισσότεροι άνθρωποι στις αναπτυγμένες χώρες το έχουν επιτύχει στη δεκαετία του 1980 – τελειώνει η ανάλογη σχέση μεταξύ ανάπτυξης και ευημερίας: από τότε και μετά,  παρά την οικονομική ανάπτυξη, η ικανοποίηση των ανθρώπων από τη ζωή όχι μόνο λιμνάζει, αλλά και μειώνεται (παράδοξο του Easterlin ονομάσθηκε αυτό, από το όνομα του καθηγητή που το παρατήρησε πρώτος στις έρευνές του για την ανθρώπινη ευτυχία). Και όμως η πυξίδα που καθοδηγούσε μέχρι τώρα τις πολιτικές των κυβερνήσεων των αναπτυγμένων χωρών, αλλά όχι μόνο, ήταν η οικονομική ανάπτυξη με κριτήριο μέτρησής της το ΑΕΠ. Αυτό καθόρισε τη λογική όχι μόνο του πολιτικού προσωπικού, αλλά ολόκληρων των κοινωνιών και των πολιτών-καταναλωτών. Όλοι παρακολουθούσαν με αγωνία τις προγνώσεις για την ανάπτυξη σε κάθε χώρα εσωτερικά, αλλά και σε παγκόσμιο επίπεδο. Τα προγράμματα όλων των κομμάτων, ακόμα και αυτών που δεν πήραν ποτέ την εξουσία, ήταν και είναι ακόμα γεμάτα με προτάσεις για πολιτικές μεγαλύτερης κάθε φορά ανάπτυξης. 

2) Ένας δεύτερος σημαντικός λόγος είναι η αυξανόμενη ανισότητα. Γιατί από την αύξηση των ΑΕΠ και των εισοδημάτων των τελευταίων 25 ετών – οι ιδεολόγοι της ανάπτυξης αδιαφοροποίητα γιόρτασαν αυτό σαν την «τεράστια επιτυχία της ανάπτυξης» – έχουν de facto μερικοί μόνο κερδίσει. Το πλουσιότερο 5% έχει οικειοποιηθεί το μισό από τα κέρδη αυτά των εισοδημάτων. Εν τω μεταξύ, 62 άτομα κατέχουν τόσα πολλά, όσα το μισό του παγκόσμιου πληθυσμού.  Η όποια ισότητα ή το όποιο καλό κοινωνικό σύστημα δεν είναι φυσική απόρροια της οικονομικής ανάπτυξης, αλλά το αποτέλεσμα των κοινωνικών αγώνων και των διαδικασιών πολιτικής διαπραγμάτευσης.

Ανάπτυξη=Πρόοδος;

Η πρόοδος έχει ταυτιστεί παντού στον κόσμο με την αύξηση του ΑΕΠ. Είναι μια πλατιά διαδεδομένη άποψη αυτό. Αλλά πιθανά αυτή η προσκόλληση στην ανάπτυξη να είναι εμπόδιο για μια πραγματική πρόοδο , που είναι το πέρασμα σε έναν κοινωνικά δίκαιο  και οικολογικό κόσμο.

Όποιος εκθειάζει τα οφέλη της ανάπτυξης, παραπέμπει συνήθως σε πολύ φτωχότερες χώρες ή σε ένα παρελθόν με ξύλινες καλύβες. Αλλά η Κίνα για παράδειγμα, δεν είναι η Γερμανία. Εάν η ανάπτυξη των τελευταίων δεκαετιών στην Κίνα βελτίωσε τις ζωές εκατομμυρίων ανθρώπων, αυτό δεν σημαίνει ότι το ίδιο έχει συμβεί στη Γερμανία, όπου το ίδιο διάστημα τα κέρδη του ιδιωτικού κεφαλαίου έχουν οκταπλασιασθεί, ενώ οι μισθοί παρέμειναν στο ίδιο επίπεδο. Και δεν είναι σήμερα το 1800. Φυσικά, οι επικριτές της ανάπτυξης ξεκινούν από το τρέχον επίπεδο της ευημερίας και την σημερινή χρήση των πόρων και δεν θα ζητούσαν Αποανάπτυξη το 1800.

Οι ίδιοι οι υποστηρικτές της ανάπτυξης λένε ότι οι επικριτές της έχουν “μια στενή, μηχανιστικά και υλιστικά καθοδηγούμενη, έννοια της ανάπτυξης.” Το αντίθετο συμβαίνει: οι αντίπαλοι της ανάπτυξης δεν είναι εγγενώς εναντίον της ανάπτυξης, αλλά διαφοροποιούνται μεταξύ του τι είναι επιθυμητό και τι πρέπει να αποδοκιμασθεί  από τα προτεινόμενα της ανάπτυξης. Για παράδειγμα, η διαφορά μεταξύ του συστήματος υγείας των ΗΠΑ και της Σουηδίας δεν μπορεί να εξηγηθεί από το επίπεδο των αντίστοιχων ΑΕΠ. Ίσως η  ιδέα της προόδου είναι μάλλον στενή μηχανιστικά και υλιστικά, για να υποβαθμίζεται και να ταυτίζεται με την αύξηση του ΑΕΠ.

Η ψευδαίσθηση της πράσινης ανάπτυξης

Αέναη ανάπτυξη δεν είναι δυνατή σε ένα πεπερασμένο πλανήτη. Διότι η ανάπτυξη βασίζεται πάντα στην ανθρώπινη εργασία και την κατανάλωση των περιορισμένων πόρων. Παρά το γεγονός ότι οι τεχνολογικές καινοτομίες, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και η μετάβαση σε «κοινωνίες υπηρεσιών» έχουν οδηγήσει σε κάποια σχετική αποσύνδεση της υπερκατανάλωσης των πόρων με την ανάπτυξη, δεν έχει αλλάξει ριζικά τίποτα. Μέχρι τώρα, η ανάπτυξη πάει πάντα χέρι-χέρι με την αύξηση της κατανάλωσης των πόρων.

Αυτό ισχύει και για την Apple και τη Google, δύο από τις «μεγαλύτερες σε αξία εισηγμένες στα χρηματιστήρια εταιρείες στον κόσμο”, που οι συμβατικοί και πράσινοι οικονομολόγοι θεωρούν σαν μη προβληματικές οικολογικά (“Εδώ δεν έχουμε απόβλητα και δε βρωμάει τίποτα»). Ακριβώς σε αυτά τα σκοτεινά σημεία εκείνων που λατρεύουν την ανάπτυξη είναι που στρέφει την προσοχή του το κίνημα της Αποανάπτυξης: διότι δεν ζούμε σε έναν κόσμο, όπου τα iPhone-Chips γίνονται από άμμο των παραλιών του Σαν Φρανσίσκο και επεξεργάζονται στη συνέχεια σε κινητά τηλέφωνα από καλά αμειβόμενους απασχολούμενους. Αντ ‘αυτού, το επιχειρηματικό μοντέλο της Apple χρειάζεται σπάνιες γαίες, που η εξόρυξή τους συνοδεύεται από ερήμωση τοπίων και εκτοπισμό ανθρώπων. Οδηγεί στην υπερκατανάλωση ενέργειας των τεχνολογιών της πληροφορίας και της επικοινωνίας (ήδη σχεδόν στο ένα πέμπτο της συνολικής ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας) και βασίζεται σε κακές συνθήκες εργασίας και υπερεκμετάλλευσης των εργαζομένων. Είναι ένα τέλειο παράδειγμα της ψευδαίσθησης μιας «πράσινης, ανεπτυγμένης οικονομίας”, η οποία οποιοδήποτε απόβλητο το μετακινεί εκεί όπου επιδρά, ρυπαίνει ή μολύνει άλλους. Και στη συνέχεια προσποιείται ότι δεν βρωμάει.

Το κίνημα της Αποανάπτυξης δεν είναι εναντίον των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και της πολιτικής της επάρκειας, αλλά επισημαίνει ότι σε έναν κόσμο με αυξανόμενη οικονομική ανάπτυξη αυτές οι στρατηγικές προσήλωσης στην τεχνολογία δεν αρκούν. Ειδικά όταν θα πρέπει να καταστεί δυνατό ένα παρόμοιο βιοτικό επίπεδο για όλους τους ανθρώπους, χωρίς να καταστρέψουμε τον πλανήτη.

Εδώ αρχίζει η Παγκόσμια Δικαιοσύνη

Οι επικριτές της ανάπτυξης δεν είναι ενάντια σε μια ανοικτή κοινωνία, όπως ισχυρίζονται κάποιοι. Αντιθέτως: Πρόκειται για τον περιορισμό της διακίνησης των κεφαλαίων και εμπορευματικών ροών (βλέπε π.χ. στόχο της ΤΤΙΡ) και την επέκταση της ελεύθερης κυκλοφορίας των ανθρώπων.

Είναι ακριβώς οι συνέπειες της αδίστακτης καπιταλιστικής οικονομίας ανάπτυξης, που αναγκάζουν πολλούς ανθρώπους σε φυγή και μετανάστευση. Όπως λέγεται συχνά από φυγάδες: Είμαστε εδώ γιατί εσείς καταστρέφετε τις χώρες μας. Και όχι μόνο με τα όπλα (που και αυτά εσείς εξάγετε). Αλλά και με τις συνέπειες του μοντέλου της «ευημερίας της παγκόσμιας τάξης των καταναλωτών». Είναι ακριβώς και αποκλειστικά αυτή η λογική της ανάπτυξης – θα αυξήσουμε την ευημερία μας, ακόμη και εις βάρος των άλλων, αρκεί τα αμπάρια μας να είναι γεμάτα – που στήνει φράχτες και κτίζει τα τείχη γύρω από το φρούριο της Ευρώπης, όταν χρειάζεται. Και αυτό πρέπει να ξεπεραστεί.

Η Αποανάπτυξη δεν είναι στέρηση και οπισθοδρόμηση

Η Από-ανάπτυξη είναι μια πρόκληση, μια προβοκάτσια, αν το θέλετε, στον όρο ανάπτυξη. Ακριβώς όπως η συμβολική εικόνα του σαλιγκαριού που χρησιμοποιεί συχνά το κίνημα, και που «σέρνεται» σιγά-σιγά και υπομονετικά στο έδαφος και ανάλογα με τις δυσκολίες του καθορίζει με τις κεραίες την πορεία του . Είναι μια πρόκληση κατά της κοινωνικής τάξης στην οποία όλοι ανταγωνίζονται μεταξύ τους, στην οποία όλοι στρέφουν τις επιδιώξεις τους προς την κατεύθυνση των συνθημάτων: ψηλότερα, γρηγορότερα, παραπέρα! Ανεξάρτητα αν αυτές ακριβώς οι επιδιώξεις καταστρέφουν τις ίδιες τις βάσεις της ύπαρξής μας.
Οι υπέρμαχοι της ανάπτυξης κατηγορούν το κίνημα ότι καθορίζεται από τη λογική της στέρησης και της λιτότητας και ότι παλεύει ενάντια στην ίδια την ανθρώπινη φύση ως εχθρό του. Για την Αποανάπτυξη είναι ακριβώς αυτό το σημαντικό: να αμφισβητηθεί αυτή η κοσμοθεωρία, ότι τάχα η «ανθρώπινη φύση» ταυτίζεται με του homo economicus, ο οποίος προσπαθεί ατομικά να μεγιστοποιήσει τα οφέλη του. Το αντίθετο: οι άνθρωποι είναι σχεσιακά όντα, που οδηγούνται από πολύπλοκα κίνητρα. Και το κίνημα της Αποανάπτυξης το ενδιαφέρει πρωτίστως να διερευνήσει και να ολοκληρώσει τις μορφές εκείνες των διανθρώπινων σχέσεων που δεν ακολουθούν την εγωιστική, ωφελιμιστική και χρηστική λογική.

Αλλά Αποανάπτυξη είναι επίσης μια πρόταση. Όχι για την ατομική στέρηση και θυσία, αλλά για ένα μετασχηματισμό των πλουσιότερων κοινωνιών προς δομές που δεν βασίζονται στην αέναη και μόνιμη μεγέθυνση, αλλά στην επάρκεια. Δεν ταυτίζεται με τις προτάσεις της «λιτανάπτυξης» που κάνουν κάποιοι πολιτικοί και οικονομολόγοι της δεξιάς και της αριστεράς- εντωμεταξύ( «λιτανάπτυξη»: ο όρος που χρησιμοποίησε η Κριστίν Λαγκάρντ του ΔΝΤ, για το ξεπέρασμα της κρίσης μέσα από τη λιτότητα-για τους πολλούς- και της ανάπτυξης –για τους λίγους).  Η Αποανάπτυξη αντιπροσωπεύει ένα απελευθερωτικό, χωρίς κυριαρχία και χωρίς αποκλεισμούς μέλλον.

topikopoiisi.eu