Το θέμα της κρίσης στην ευρωζώνη έχει απασχολήσει όσο κανένα άλλο από την ενοποίηση της Γερμανίας, σημείωσε τη Δευτέρα η Γερμανίδα καγκελάριος Άγκελα Μέρκελ, προσθέτοντας πως «σε όλη μου τη ζωή δεν είχα σκεφτεί ποτέ τόσο πολύ για την Ελλάδα».
 

Ads

Μιλώντας στο πλαίσιο της καθιερωμένης ετήσιας συνέντευξης Τύπου για τους ξένους ανταποκριτές στο Βερολίνο, η Γερμανίδα καγκελάριος ανέφερε ότι για τη Γερμανία η Ευρώπη αποτελεί ζήτημα «εσωτερικής» πολιτικής.
 
Η ίδια επανέλαβε ότι η διαδικασία αποκατάστασης των δομικών σφαλμάτων της νομισματικής ένωσης θα διαρκέσει χρόνια και τόνισε ότι η Γερμανία, ως βιομηχανική χώρα που διοχετεύει το 60% των εξαγωγών της στην Ευρώπη, ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για την κατάσταση και τους εταίρους της.
 
Σύμφωνα με την κ. Μέρκελ, το σημαντικότερο πρόβλημα είναι η ανεργία των νέων και ανέδειξε ως στόχο για τα επόμενα δέκα έως είκοσι χρόνια την εξέλιξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης από εσωτερική αγορά σε κοινή αγορά εργασίας. Σε αυτή την κατεύθυνση, τόνισε, είναι σημαντική η εκμάθηση ξένων γλωσσών και η μεταρρύθμιση των κοινωνικών συστημάτων.
 
Ερωτηθείσα σχετικά με την κρίση στην ευρωζώνη, η Μέρκελ σημείωσε ότι το θέμα την έχει απασχολήσει όσο κανένα άλλο από την ενοποίηση της Γερμανίας.
 
«Αρκεί να δει κανείς το δρόμο που διανύσαμε από το Φεβρουάριο του 2010 μέχρι τώρα, με την παροχή της τελευταίας ταμειακής δόσης στην Ελλάδα. Πιστεύω, ότι δεν ασχολήθηκα ποτέ προηγουμένως στη ζωή μου τόσο πολύ με την Ελλάδα, όσο σε αυτή την τριετία. Αλλά αυτό δεν έχει να κάνει τόσο πολύ με τα συναισθήματά μου, όσο με το γεγονός, ότι η πολιτική της Ευρώπης έχει μετατραπεί σε ευρωπαϊκή εσωτερική πολιτική. Δεν μπορώ πλέον να ξεχωρίσω την Ελλάδα από την Ισπανία, ή τη Γερμανία, επειδή βρισκόμαστε όλοι μαζί στην ίδια βάρκα», πρόσθεσε.
 
Στο μεταξύ, σύμφωνα με προσχέδιο της ετήσιας έκθεσης του γερμανικού υπουργείου Οικονομίας, το οποίο επικαλείται το περιοδικό «Der Spiegel», η γερμανική κυβέρνηση επαινεί μεν την Ελλάδα, την Πορτογαλία, την Ιρλανδία και την Ισπανία, ωστόσο ασκεί και κριτική, κυρίως σε ό,τι αφορά την ταχύτητα εφαρμογής των μεταρρυθμίσεων:
 
«Η ανταγωνιστικότητά τους βελτιώνεται – με την εξαίρεση της Ιρλανδίας – πολύ αργά», επισημαίνεται στην έκθεση και αναφέρεται ότι στις τέσσερις χώρες μειώνεται το εργασιακό κόστος, σημαντικός παράγοντας για την ανταγωνιστικότητα των τιμών, όμως αυτό αποδίδεται σε μεγάλο βαθμό στην υψηλή ανεργία.
 
Όπως δήλωσε εξάλλου η καγκελάριος στους Financial Times, οι Ευρωπαίοι πρέπει «να εργασθούν σκληρότερα» εάν θέλουν να διαφυλάξουν τα κοινωνικά τους κεκτημένα, παραμένοντας ταυτόχρονα ανταγωνιστικοί σε διεθνές επίπεδο.