Αγαπητή κα Σακελλαροπούλου,

Ads

Οι πολίτες αυτής της Δημοκρατίας -και της κάθε Δημοκρατίας- πριν ηλικιωθούν ως πολίτες, περνούν υποχρεωτικά από διάφορα στάδια πολιτισμικής ωρίμανσης και πολιτικής συνειδητοποίησης. Δυστυχώς, στις μέρες μας, αυτές οι λέξεις έχουν χάσει πια τη σημασία τους. Για να καταλάβετε λοιπόν καλύτερα τι εννοώ, σας παραπέμπω σε κάτι που «νοιώθεται»: δείτε κι ακούστε το βίντεο της Ιφιγένειας Ιωάννου, που παίζει στο κανονάκι και τραγουδάει το «Χαράματα η ώρα τρεις», του Μάρκου Βαμβακάρη.

Θα αντιληφθείτε, είμαι βέβαιος, τη μυστική αλληλουχία των νοημάτων, λόγου και ήχου, τοπίου και κίνησης, προσωπικού και οικουμενικού, συνέχειας και ρήξης στην παράδοσή μας.

Προσθέτω αυτό το «μας» όχι οπαδικά και από συνήθεια, αλλά πολύ συνειδητά. Το κέντημα της Ιφιγένειας πάνω στον καμβά του Μάρκου φτιάχνει έναν πληθυντικό. Τον πληθυντικό αυτόν, ξέρετε, ως Πειραιώτης με ρίζες συριανές και κεφαλλονίτικες, τον αισθάνομαι με έναν ιδιαίτερο τρόπο. Εμάς τους φραγκόσπορους, τους τουρκόσπορους, τους νησιώτες, τους πλάνητες, εμάς που μεγαλώσαμε στο melting pot του Πειραιά, μας ενοποιεί και μας οργανώνει μια κοινή εμπειρία: η γλώσσα που μας έδωσαν ελληνική, η μουσική, η θάλασσα, η ανεμοδαρμένη σημαία και οι καβοκολώνες στο Σούνιο, μας μιλάνε ακόμα και σήμερα σε μια διάλεκτο αποκαλυπτική, που την ακούμε με το σώμα. Το πιο κοντινό σ’ αυτή την εμπειρία είναι αυτό που περιγράφει ο Οδυσσέας Ελύτης: «Τον Ιούλιο κάποτε μισανοίξανε/ τα μεγάλα μάτια της μες στα σπλάχνα μου/ την παρθένα ζωή μια στιγμή να φωτίσουν/ μακρινή μητέρα ρόδο μου αμάραντο». Που πάει να πει ότι Έλληνες γινήκαμε -δεν γεννηθήκαμε- από εσωτερική ανάγκη, για να εκφράσουμε τον νέο κόσμο που εγκυμονούσαμε μέσα μας· όχι όπως οι άλλοι, με δάνεια και μετάγγιση αίματος.

Θα μου πείτε τι δουλειά έχει το «Χαράματα η ώρα τρεις», ο Βαμβακάρης, η συριανή καταγωγή της μητέρας μου και η κεφαλλονίτικη του πατέρα μου -που συναντήθηκαν, καλά το καταλάβατε, στον μαγικό Πειραιά- με το θέμα για το οποίο αποφάσισα να σας γράψω; Ξέρετε ασφαλώς σε τι αναφέρομαι. Γιατί δεν γράφω κι εγώ κάτι στο γνωστό hashtag, να βγάλω το άχτι μου εκ του ασφαλούς, ανώνυμα, αθυρόστομα, χωρίς πολλή σκέψη; Α, όχι έτσι, κα πρόεδρε! Όχι τόσο εύκολα. Δεν ξέρω για αρσενικό, πολίτης όμως είμαι σίγουρα παλαιάς κοπής.

Ads

Μιας κι είμαστε συνομήλικοι, πάμε μια βόλτα στο μακρινό 1974, τη χρονιά που αποκαταστάθηκε η Δημοκρατία, που τώρα εκπροσωπείτε. Δεν ξέρω για εσάς, αλλά εγώ, παρότι Πειραιώτης και παιδί που δεν του ήταν άγνωστα η τρούμπα και το «ΦΩΣ», το τραγούδι του Βαμβακάρη δεν το είχα ξανακούσει. Το άκουσα για πρώτη φορά τότε, στο ταξί, όπως επέστρεφα απ’ το φροντιστήριο στην Αθήνα στο σπίτι μου στον Πειραιά, μαύρα μεσάνυχτα, επικίνδυνα αργοπορημένος, αφού είχα συνοδέψει πρώτα το κορίτσι μου στο δικό του σπίτι, Κερκύρας 114, Άνω Κυψέλη.

Φυσικά, η εκτέλεση δεν ήτανε η πρωτότυπη. Ήταν η διασκευή του Μάνου Χατζιδάκι από «Τα Πέριξ», με αντιστικτικό μαντολίνο κι εκείνο το πνιχτό κρουστό (αντί για το ζητιανόξυλο του Βαμβακάρη και του Περιστέρη ή το κανονάκι της Ιφιγένειας Ιωάννου που θα ακούσετε στο βιντεάκι). Εκεί, στο ταξί, έγινε το θαύμα: μισανοίξανε τα μεγάλα μάτια της μέσα στα σπλάχνα μου, σαν τη γυναίκα που σπάσανε τα νερά της στο βαπόρι πριν φτάσει στο μαιευτήριο. Μπήκα ένας και μόνος μου στο αμάξι και βγήκα μαζί. Μαζί με τον άγγελο μου, που με συνοδεύει έκτοτε και μου μιλάει τη γλώσσα της αληθείας.

Αυτή είναι η διαφορά μας, κα πρόεδρε. Φοβάμαι ότι εσείς δεν γεννήσατε ποτέ τον άγγελο που σας έστειλε η εποχή και η Ιστορία. Είδηση δεν πήρατε ότι, εκτός από τους πολιτικάντηδες που συναναστρέφεστε, υπάρχει, από αρχαιοτάτων χρόνων, και η πραγματική πολιτική· ότι εκτός από τους νάρκισσους με το κοστούμι και τα sneakers, τις αγγελόμορφες ηθοποιούς με τις τουαλέτες και τα ψηλοτάκουνα, υπάρχουν και οι πραγματικοί αγγέλοι.

Να το ξέρετε: δεν έχετε την παραμικρή σχέση με τα αγγελικά τάγματα, τα τάγματα τα ξυπόλητα που κάνουν τα θαύματα στις Δημοκρατίες. Πόσο λάθος έκανε αυτός ο πανέξυπνος άνθρωπος, ο Νίκος Φίλης, και οι φίλοι του ΣΥΡΙΖΑ, που έσπευσαν να σας αναγορεύσουν «πολιτισμικά αριστερή», μόνο και μόνο επειδή είπατε δυο κουβέντες -που προφανώς δεν εννοούσατε- για τους πρόσφυγες και ίσως να περάσατε και στα νιάτα σας από τον «Δημοκρατικό Αγώνα»! Και πόσο εύκολο ήτανε τελικά να αποκαλυφθείτε, καθώς ποζάρατε με ύφος στον φράχτη του Έβρου και αδειάσατε τόσο στεγνά αυτόν τον άγιο άνθρωπο, τον Ιάσωνα.

Εγώ, σαν πιο συντηρητικός, δεν θα σας πω τώρα NotMyPresedent. Έχουμε ορισμένες συμβάσεις στη Δημοκρατία και έτσι θα περιμένω υπομονετικά τη λήξη της θητείας σας -όπως περίμενα να τελειώσει η θητεία του Χρήστου Σαρτζετάκη. Απλώς, θέλω να ξέρετε ότι τώρα πια ξέρουμε.

Καλή σας νύχτα και καλή σας τύχη κα. Σακελλαροπούλου. Μεσάνυχτα για σας, χαράματα για εμάς τους υπόλοιπους και για τα παιδιά που έρχονται.