Συμβαίνει ίσως πρώτη φορά στην ιστορία: διαδηλωτές συγκεντρωμένοι έξω από εκλογικά κέντρα να ζητούν να σταματήσει η καταμέτρηση των ψηφοδελτίων μιας εκλογικής αναμέτρησης. Aυτές τις μέρες σε διάφορες αμερικανικές πόλεις, οι  διαμαρτυρόμενοι επικαλούντο τεχνικά θέματα, αλλά ουσιαστικά ζητούσαν να παγώσει, να ακυρωθεί η δημοκρατία. Όσα ψηφοδέλτια μετρήθηκαν καλώς, αλλά μέχρι εκεί. Αν ήταν να εκλεγεί ο εκλεκτός τους, στη συγκεκριμένη περίπτωση ο Ντόναλντ Τραμπ.
 
Οι φετινές προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ υπήρξαν αποκαλυπτικές για την κατάσταση πραγμάτων στην αμερικανική δημοκρατία. Και ο λόγος δεν είναι το αμφίρροπο μιας αναμέτρησης που μετά από 4 μέρες έληξε υπέρ του Τζο Μπάιντεν: κάτω από άλλες συνθήκες, ένα πολιτικό θρίλερ στην υπερδύναμη του πλανήτη θα μπορούσε να αποτελέσει, με τη δημοκρατία να κερδίζει στο τέλος, ένα ακόμη διεθνές blockbuster χολιγουντιανής παραγωγής.
 
Η εικόνα της παρακμής δεν προκύπτει μόνο από την άρνηση του απερχόμενου πλανητάρχη να παίξει με τους κανόνες του παιχνιδιού. Ο Τραμπ δεν είναι το μοναδικό κακοφτιαγμένο προϊόν ενός συστήματος που έχει βαλτώσει: η αδυναμία του αντίπαλου Δημοκρατικού Κόμματος να επιλέξει έναν υποψήφιο που να εκπέμπει ελπίδα και να μην είναι βουτηγμένος στη διαφθορά, όπως ο άχρωμος 77χρονος Μπάιντεν , αποτέλεσε μια ακόμη αιτία για τη μετατροπή σε ντέρμπι μιας αναμέτρησης που θα μπορούσε, για τους Δημοκρατικούς, να είναι εκλογικός περίπατος.
 
Το ίδιο το εκλογικό σύστημα έχει καταστροφικές συνέπειες. Το 2000, ο Tζωρτζ Μπους ανακηρύχθηκε πρόεδρος από το Ανώτατο Δικαστήριο, παρότι είχε χάσει με 500.000 ψήφους διαφορά τη λαϊκή ψήφο από τον Αλ Γκορ. Τρία χρόνια μετά, εισέβαλε στο Ιράκ, έναν ακόμη πόλεμο που οι ΗΠΑ έχασαν, αλλά που συνεχίζει να γεννά ακυβερνησία, τέρατα όπως το Ισλαμικό Κράτος. και τρομοκρατικές επιθέσεις. Το 2016 ο Τραμπ έχασε από την Κλίντον με 3 εκατ ψήφους διαφορά, για να εκλεγεί πρόεδρος προκαλώντας ένα παγκόσμιο ερώτημα: είναι δυνατόν μια χώρα, σαν τις ΗΠΑ, να έχει πρόεδρο έναν τσαρλατάνο;
 
Πρόκειται για ένα εκλογικό σύστημα που μετά τον αμερικανικό εμφύλιο έδινε προνόμια στις μικρές πολιτείες του ρατσιστικού νότου. Τότε που στην Αμερική ψήφιζαν μόνο οι λευκοί με περιουσία ενώ οι σκλάβοι καταμετρούντο ως τρία πέμπτα ανθρώπου, για τον υπολογισμό του πληθυσμού των πολιτειών. Είναι ένα σύστημα αρχαϊκό, αλλά δεν υπάρχει ούτε συναίνεση ούτε σοβαρή προσπάθεια να μετατραπεί σε ένα αξιόπιστο αντίγραφο μιας σύγχρονης δυτικής δημοκρατίας, σαν αυτές που ανέλαβε εργολαβικά η Ουάσιγκτον να υποστηρίξει, ή  και να οικοδομήσει όπως στη Γερμανία, την Ιαπωνία ή και την Ελλάδα, μετά το Β Παγκόσμιο Πόλεμο.
 
Όμως για μια αυτοκρατορία ή παλιότερα για μια αποικιοκρατική δύναμη, δεν αρκεί να έχει στρατό που να φοβίζει τις άλλες χώρες. Πρέπει και οι αξίες της, το πολιτικό της σύστημα και ο πολιτισμός της να φαντάζουν ανώτερα και να αποτελούν παράδειγμα προς μίμηση και εξαγωγικό προϊόν. Οι ΗΠΑ τα κατάφεραν με τα αυτοκίνητα και το Χόλιγουντ ιδίως μετά το 1945, αλλά και με ένα πολιτικό σύστημα που έδινε τις επόμενες δεκαετίες το καλό παράδειγμα. Σε αυτές τις συνθήκες γεννήθηκε ένας Τζον Κένεντι, που παρά τις αδυναμίες και τα λάθη του, αποτελούσε και διεθνές πρότυπο και παράγοντα θετικών αλλαγών και μεγαλύτερης δικαιοσύνης μέσα στις ΗΠΑ.
 
Είναι τότε που μίλησαν τα όπλα, ο εμβρυουλκός που έφερε στο φως τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, σε βάρος των Ινδιάνων. Ο Τζον Κένεντι το 1963, το 1968 ο ριζοσπάστης αδελφός του Μπόμπ -έτοιμος να εκλεγεί πρόεδρος- και ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ , δολοφονήθηκαν και βγήκαν από τη μέση. Για να εκλεγεί έτσι ο Ρεπουμπλικάνος Ρίτσαρντ Νίξον, αλλάζοντας τους διεθνείς οικονομικούς κανόνες, παίρνοντας μέτρα υπέρ των πλουσίων και διαφθείροντας το πολιτικό σύστημα. Με τη βοήθεια, μια του νεοφιλελεύθερου  Ρέηγκαν μια του Κλίντον με τον « τρίτο δρόμο » του, τα υπόλοιπα δεν είναι παρά ιστορικές λεπτομέρειες σε ένα σύστημα όπου πλέον το χρήμα πνίγει κάθε ιδανικό και κάθε ελπίδα αλλαγής. Ο Μπαράκ Ομπάμα, αν μπορούσε να μιλήσει, θα έλεγε περισσότερα για αυτό.
 
Υπάρχουν τώρα αναλυτές που λένε ότι ο Τραμπ θα συνεχίσει το δικαστικό αντάρτικο ή θα επανέλθει το 2024. Όλα αυτά έχουν ενδιαφέρον για τα ΜΜΕ, αλλά μικρή σημασία για την ιστορία. Όταν για τα εκλογικά παρεπόμενα ο ανώτατος θρησκευτικός ηγέτης του Ιράν δηλώνει κοροϊδευτικά «τι θέαμα!»  και ο Πούτιν υποδεικνύει στην αντιπολίτευση του ότι δεν είναι στη Ρωσία που γίνονται νοθείες, είναι φανερό ότι η αμερικανική υπερδύναμη έχει χάσει την υπεροχή ως παγκόσμιο μοντέλο.  Χάνοντας και τους πολέμους στη Μέση Ανατολή, μπλεγμένη σε έναν εμπορικό πόλεμο με την δυναμική, ανερχόμενη Κίνα, βαθύτατα διαιρεμένη στα δύο, η αμερικανική αυτοκρατορία έχει ανεπίστρεπτα μπει στην ιστορική περίοδο της παρακμής της.